Ακροδεξιά: Από τη Χρυσή Αυγή στη Λατινοπούλου
Πώς η ελληνική ακροδεξιά ακολούθησε το παράδειγμα της ευρωπαϊκής με τους ψηφοφόρους να επιλέγουν μια πολιτικό με πιο ήπιο και λιγότερο αντισυστημικό λόγο, αλλά με εικόνα πολύ καλά δομημένη και δοσμένη.
Η συζήτηση για την άνοδο της ακροδεξιάς ψήφου σε Ελλάδα και Ευρώπη έχει πολλές παραμέτρους και πολλές αναγνώσεις. Κάθε χώρα, εκτός από τους ηγέτες που της αξίζουν, όπως λέγεται, έχει και την ακροδεξιά που της αξίζει, όπως φαίνεται.
Στην Ιταλία για παράδειγμα, εδώ και δύο χρόνια, η μεταφασίστρια Μελόνι είναι στην εξουσία, χωρίς όμως να έχει προκαλέσει κλυδωνισμούς στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα της χώρας. Στην Γαλλία, η Μαρίν Λεπέν δείχνει να έχει φτάσει και αυτή στο κατώφλι της διακυβέρνησης αλλά θα χρειαστεί συντηρητικές συμμαχίες για να το επιτύχει. Στην Σουηδία, στην Ολλανδία, παλαιότερα στην Αυστρία, ακροδεξιά κόμματα συγκυβερνούν με συντηρητικά χωρίς και εκεί να έχει συμβεί κάποια δομική αλλαγή στο πολιτικό σύστημα των κρατών αυτών.
Η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη
Από την δεκαετία του 1990, στις περισσότερες χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης τα ακροδεξιά κόμματα αρχίζουν να συγκεντρώνουν σημαντικά ποσοστά ψήφων, κυρίως, προτάσσοντας έναν ξενοφοβικό λόγο. Από τότε μέχρι την σημερινή εξουσιαστική παρουσία τους, έχουν γίνει πολλά.
Το πιο σημαντικό υπήρξε η αποβολή του αντισημιτικού λόγου και η αποξένωση των αμιγώς νεοφασιστικών και νεοναζιστικών στοιχείων. Groso modo, οι σχηματισμοί αυτοί παρουσίασαν τον εαυτό τους ως μία πιο συντηρητική μορφή της κεντροδεξιάς με εθνοκεντρικό όμως πρόσημο και γιαυτό αντιευρωπαικό χαρακτήρα.
Στην Ελλάδα, μπορεί η μόδα να έρχεται πλέον απευθείας από τα σαλόνια του Παρισιού και του Μιλάνου, αλλά, ακόμα, οι πολιτικές μόδες, διακρίνονται από μία χρονοκαθυστέρηση. Ενώ στην Ευρώπη τα ακροδεξιά κόμματα σημείωναν ισχυρές επιτυχίες, στην χώρα μας, η ακροδεξιά της Χρυσής Αυγής και άλλων κομματιδίων, βρίσκονταν στη ζώνη του λυκόφωτος με επιδόσεις του 0.1 % .
Η πρώτη εμφάνιση της υπερδεξιάς ρητορικής στην Ελληνική Βουλή
Χρειάστηκε η εμφάνιση του ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη για να ακουστεί στην Βουλή μία υπερδεξιά ρητορική στα μέσα της δεκαετίας του 2000 . Όμως η Ελλάδα εισήλθε στην εποχή των Μνημονίων και αυτή η αλλαγή που έφερε στο πολιτικό σκηνικό, επηρέασε και την ακροδεξιά.
Ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη, είχε ήδη συντελεστεί η ακροδεξιά μετάλλαξη που προαναφέραμε, οι κοινωνικοί κλυδωνισμοί των Μνημονίων, έφεραν στην Βουλή το καθαρά ναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Τα Τάγματα εφόδου, οι επιθέσεις, η δολοφονία Φύσσα και η συνακόλουθη ποινική καταδίκη, μείωσαν αλλά δεν εξαφάνισαν την ναζιστική επιρροή σε σημαντικό κομμάτι του εκλογικού σώματος. Αυτό φάνηκε, μόλις το περασμένο καλοκαίρι με το μόρφωμα Κασιδιάρη, τους Σπαρτιάτες.
Παράλληλα όμως με την εκλογική συρρίκνωση αλλά όχι εξαφάνιση, αυτής της πλέον αντισυστημικής ακροδεξιάς, το πολιτικό βαρόμετρο μετακινήθηκε δεξιότερα. Τόσο το κόμμα Βελλόπουλου, όσο και η Νίκη έδειξαν πως η στροφή στο κέντρο της Νέας Δημοκρατίας, άφηνε ακάλυπτο ένα συντηρητικό, ξενοφοβικό και θρησκεύομενο κομμάτι της κοινωνίας.
Από τους Σπαρτιάτες στη Λατινοπούλου
Από την ψήφο στους Σπαρτιάτες πώς φτάσαμε όμως, έναν μόλις χρόνο μετά, στην είσοδο της Λατινοπούλου στην Ευρωβουλή, στην εκτίναξη των ποσοστών της Ελληνικής Λύσης και στην εκλογική παγίωση της Νίκης;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει πολλαπλές αναγνώσεις. Η πολιτική της κυβέρνησης με τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, την λογική αντιμετώπιση του μεταναστευτικού όχι μόνο παγίωσαν την υπερδεξιά διαμαρτυρία, αλλά και την αύξησαν. Όμως και οι εσωτερικές διεργασίες στην ακροδεξιά βοήθησαν στο πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα.
Η εσωτερική φαγωμάρα των Σπαρτιατών αλλά και των συνεργατών του Κασιδιάρη, αποξένωσαν το εκλογικό κοινό του και οδήγησαν στις Ευρωεκλογές, στην ύπαρξη πολλών κομματιδίων που, ουσιαστικά, αφαίρεσαν την προοπτική επιτυχίας σε κάποιο από αυτά. Παράλληλα, ακόμα και η ψήφος διαμαρτυρίας ή χαβαλέ, έχει και αυτή την υποταγή της σε πολιτικά αξιώματα . Όπως αυτό που λέει ότι η φύση απεχθάνεται τα κενά.
Η ιδεολογία και η εικόνα
Ο Κασιδιάρης, τα τελευταία χρόνια δεν πρόσφερε ακροδεξιά ιδεολογία αλλά την προβολή της εικόνας του ως ενός μάτσο ανισυστημικού ηγέτη. Οι τροπολογίες της κυβέρνησης, οι παλινωδίες με την χρήση διαφορετικών πολιτικών κελύφων, η πολυδιάσπαση που αναφέραμε, κούρασαν.
Εμφανίστηκε λοιπόν η κ.Λατινοπούλου, με σαφώς πιο ήπιο και λιγότερο αντισυστημικό λόγο, αλλά με εικόνα πολύ καλά δομημένη και δοσμένη. Έτσι, σημαντικό κομμάτι της απροσδιόριστης ιδεολογικά αλλά με σαφή χαρακτηριστικό την αναζήτηση της » εικόνας » , ψήφου , μετακινήθηκε από τα όρια του ναζισμού στην θαυμάστρια της Μελόνι στην Ελλάδα.
Αυτά τα ρευστά σε κάθε περίπτωση πολιτικά ρεύματα, κανείς στο μέλλον δεν γνωρίζει το πώς θα διαμορφωθούν. Αν θα μείνουν δηλαδή στην, λεγόμενη, χαμογελαστή ακροδεξιά με τις γραβάτες, ή λόγω κοινωνικής έντασης θα πάρουν την πιο ακραία αυθεντική ακροδεξιά μορφή τους.