Από την οικονομία της παραγωγής στα λουκέτα και στην αποβιομηχάνιση
Ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση διατείνονται ότι φέρνουν επενδύσεις, ωστόσο αντί για επενδύσεις τα λουκέτα στην βιομηχανία παράγουν αρνητικά αποτελέσματα
Από την οικονομία της παραγωγής στα λουκέτα και στην αποβιομηχάνιση – Stagonnews
Ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση διατείνονται ότι φέρνουν επενδύσεις, ωστόσο αντί για επενδύσεις τα λουκέτα στην βιομηχανία παράγουν αρνητικά αποτελέσματα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας που σχετίζεται άμεσα και με την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον προϋπολογισμό υπάρχει η πρόβλεψη για πολύ μεγάλη άνοδο των επενδύσεων, η οποία συνδέεται και με την πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης. Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έθεσε στόχο για επενδυτικές δαπάνες 12,17 δισ. ευρώ το 2024, σε επίπεδα, δηλαδή, πρωτόγνωρα για την ελληνική οικονομία ακόμα και τον καιρό πριν από τα Μνημόνια. Σύμφωνα με το κείμενο του προϋπολογισμού, οι επενδύσεις θα πρέπει να αυξηθούν κατά περισσότερο από 15,1% φέτος. Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι και ο προϋπολογισμός του 2023 προέβλεπε επενδύσεις της τάξης του 15,5% και τελικά η εκτέλεση άγγιξε μόλις το 7% τελικά.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), το 2023 ανήλθαν σε 4,48 δισ. ευρώ και ήταν μειωμένες κατά 40% σε σχέση με το 2022. Τα μεγέθη δείχνουν ότι οι επενδύσεις των ξένων στη χώρα μας επέστρεψαν στα επίπεδα του 2019, όπου είχαν ανέλθει σε 4,47 δισ. ευρώ. Το 2022, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΤτΕ, οι Ξένες Άμεσες Επενδύσεις (ΞΑΕ) είχαν φτάσει στο ιστορικό υψηλό των 7,53 δισ. ευρώ. Το 2023, σε αντίθεση με τις εισερχόμενες ροές ΞΑΕ που μειώθηκαν, οι εκροές ΞΑΕ αυξήθηκαν κατά 26% και ανήλθαν σε 3,24 δισ. ευρώ. Φαίνεται, πάντως, ότι η Ελλάδα έχασε πέρυσι όποιο ρυθμό είχε αναπτύξει στην αύξηση των εισερχόμενων ΞΑΕ. Σημειώνεται ότι από το 2020 οι ξένες επενδύσεις διευρύνονται σημαντικά, αφού από 2,9 δισ. ευρώ τη χρονιά εκείνη αυξήθηκαν σε 5,56 δισ. ευρώ το 2021, για να φτάσουν σε 7,53 δισ. ευρώ το 2022.
Πέραν αυτών ο «κρότος» που προκάλεσε η απόφαση των πορτογάλων της BA Glass να κλείσουν το εργοστάσιο υαλουργίας «Γιούλα» στο Αιγάλεω θέτει στην επιφάνεια τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η εγχώρια βιομηχανία .Αυτή που απέμεινε δηλαδή . Έτσι παρά τον διακηρυγμένο στόχο Πρεθυπουργού και κυβέρνησης για ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού, η τάση αποβιομηχάνισης όχι μόνο δεν αντιστρέφεται αλλά επιταχύνεται με ακόμη γρηγορότερους ρυθμούς. Πέραν αυτού μια ακόμη πικρή και δαπανηρή σελίδα στην πολύπαθη ιστορία της ΛΑΡΚΟ έχει προσθέσει το εγχείρημα της εκκαθάρισης εν λειτουργία με σκοπό την αναζήτηση επενδυτή. Τέσσερα χρόνια μετά τον Φεβρουάριο του 2020 που η εταιρεία τέθηκε σε καθεστώς Ειδικής Διαχείρισης και ενώ έχει παρέλθει πάνω από ένας χρόνος από την ανάδειξη προτιμητέου επενδυτή (ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ-AD Holdings) με αντίτιμο 6,5 εκ. ευρώ (;) στους παράλληλους διαγωνισμούς για τη μίσθωση του εργοστασίου της Λάρυμνας (από το ΤΑΙΠΕΔ) και την πώληση των μεταλλείων Εύβοιας και Καστοριάς (από την Ειδική Διαχείριση) τα πράγματα σε σχέση με το μέλλον της ιστορικής μεταλλευτικής βιομηχανίας βρίσκονται σε σημείο μηδέν.
Δέκα εργοστάσια (μαζί με αυτό της Γιούλας με περισσότερους από 120 εργαζόμενους) κατέβασαν διακόπτες από το 2019 μέχρι σήμερα, με το φάντασμα της αποβιομηχάνισης να συνεχίζει να στοιχειώνει τις όποιες προσπάθειες για την ανάκαμψη της χώρας. Παράγοντες της αγοράς χαρακτηρίζουν το λουκέτο στην «Γιούλα» ύστερα από 75 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας ως «το κερασάκι στην τούρτα», αφού πρόκειται για την τελευταία εν λειτουργία υαλουργία στην Ελλάδα, το οποίο πρέπει να αφυπνίσει την κυβέρνηση και συνολικά τον πολιτικό κόσμο. «Η αποδυνάμωση της βιομηχανίας με την απώλεια ενός ακόμη κλάδου της, ιστορικού μάλιστα όπως είναι η υαλουργία είναι οδυνηρή», επισημαίνει μιλώντας στον «ΟΤ» ο πρόεδρος του ΣΒΑΠ, Δημήτρης Μαθιός. Και αυτό, όπως εξηγεί ,για τους εξής δυο λόγους: Πρώτον, διότι όλοι έχουμε συμφωνήσει ότι η βιομηχανία ήταν η ατμομηχανή για την ανάπτυξη της οικονομίας και δεύτερον, διότι τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται σε πορεία ανάπτυξης, η βιομηχανία αδυνατεί να πραγματοποιήσει μια νέα εκβιομηχάνιση, την οποία έχει ανάγκη ώστε να παρακολουθήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με «μελανά γράμματα» περιγράφει ο πρώην Πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας και στέλεχος της Επίλεκτος, Ευριπίδης Δοντάς, τονίζοντας πως η κατάσταση παραμένει ασφυκτική για τις εγχώριες μεταποιητικές επιχειρήσεις. Κρούει μάλιστα τον κώδωνα του κινδύνου και θεωρεί πως η «Γιούλα» ήταν μόνο η αρχή, και θα ακολουθήσουν και άλλα λουκέτα το επόμενο διάστημα. Η Γιούλα δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση…», σημειώνει χαρακτηριστικά. Ο κ. Δοντάς υποστηρίζει πως «η χώρα μας εξακολουθεί να βλέπει τη βιομηχανία με μάτι όχι καλό» και προσθέτει πως βασικός γνώμονας παραμένει υπέρ του τουρισμού, η παραγωγή βάλλεται…
Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν εργοστάσια που φυτοζωούν ακόμη και στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας που υποτίθεται ότι υπήρξαν δεσμεύσεις για την στήριξη του, και είναι θέμα χρόνου να κατεβάσουν ρολά. Το μεγαλύτερο πλήγμα, συνεχίζει ο κ. Δοντάς, όταν κλείνει μια βιομηχανία είναι ότι χάνεται η τεχνογνωσία, η οποία δύσκολα ανακτάται ξανά σε σύντομο διάστημα. Σύμφωνα με τον κ. Δοντά, η «πηγή του μεγάλου κακού» εντοπίζεται στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας. «Για αυτό», όπως λέει, «η Moody’s απέφυγε να μας αναβαθμίσει». Αναγνωρίζει πάντως πως το εν λόγω πρόβλημα είναι διαχρονικό που δυστυχώς η κυβέρνηση δεν αντιμετώπισε, με αποτέλεσμα το εμπορικό ισοζύγιο να παραμένει ελλειμματικό.
Τα «κακώς κείμενα» που ταλανίζουν εδώ και δεκαετίες την ελληνική βιομηχανία υπογράμμισε πρόσφατα στο συνέδριο του City Hub στην Θράκη η πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος. Η κα. Λουκία Σαράντη καυτηρίασε την υστέρηση που παρουσιάζουν οι δημόσιες υποδομές, κάνοντας ειδική αναφορά στο σιδηροδρομικό δίκτυο και στα λιμάνια. Το «καμπανάκι» είχε χτυπήσει πρόσφατα και ο πρόεδρος της Ελληνικής Παραγωγής και εκτελεστικό μέλος του ομίλου «Βιοχάλκο» Μιχάλης Στασινόπουλος. Ο κ. Στασινόπουλος κατά την παρουσίαση μελέτης του ΙΟΒΕ για την βιομηχανία σημείωσε πως παρά τα βήματα που γίνονται η Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες της ΕΕ, κατατάσσεται στην 24η θέση, έχοντας πίσω τις μικρές χώρες, όπως είναι η Κύπρος, η Μάλτα και το Λουξεμβούργο. «Η Ελλάδα», όπως είπε, «συνεχίζει να χάνει το τρένο, τη στιγμή που η Ευρώπη και ο κόσμος επαβιομηχανοποιείται». Η ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής θα πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο αφού είναι το κλειδί για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και την επίτευξη βιώσιμων ρυθμών ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τον κ. Μαθιό, «απαιτείται μια πραγματικά τολμηρή αναπτυξιακή βιομηχανική πολιτική με μακροπρόθεσμη ισχύει τουλάχιστον μιας δεκαετίας». Η βιομηχανία, αναφέρει, έχει στόχο να φθάσει τη συμμετοχή της στο 12% του ελληνικού ΑΕΠ. Προς αυτή την κατεύθυνση, σημειώνει, «απαιτούνται επενδύσεις τουλάχιστον 250 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη 5ετία ή 50 δισ. ευρώ κάθε χρόνο». Κομβικό ρόλο στις παρεμβάσεις που χρειάζεται να γίνουν, συνεχίζει ο κ. Μαθιός, είναι «να δημιουργηθούν όσο το δυνατόν περισσότερα βιομηχανικά πάρκα και ζώνες».
Όλα αυτά δείχνουν ότι η χώρα αντί να ασκήσει πολιτικές στην οικονομία της παραγωγής (βιομηχανία , ανασυγκρότηση γεωργικής παραγωγής) περιορίζεται στην τουριστική ανάπτυξη με ό,τι αυτό συνεπάγεται !!
ΣΧΕΤΙΚA AΡΘΡΑ