Αρθρο του Εντι Ζεμενίδη στην «Κ»: Η στρατηγική αξία της Ελλάδας στο νέο σκηνικό
Η πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή κατά τον 21ο αιώνα συνοψίζεται σε μία λέξη: καταστροφή. Πολεμικές συγκρούσεις, τρομοκρατία, κρατική διάλυση, και μια Αραβική Ανοιξη που μετατράπηκε σε ισλαμικό χειμώνα αποτέλεσαν τις συνέπειες επαναλαμβανόμενων προσπαθειών αναδιαμόρφωσης της περιοχής.
Η πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή κατά τον 21ο αιώνα συνοψίζεται σε μία λέξη: καταστροφή. Πολεμικές συγκρούσεις, τρομοκρατία, κρατική διάλυση, και μια Αραβική Ανοιξη που μετατράπηκε σε ισλαμικό χειμώνα αποτέλεσαν τις συνέπειες επαναλαμβανόμενων προσπαθειών αναδιαμόρφωσης της περιοχής. Ακόμη και οι πιο ειλικρινείς προσπάθειες για την επίτευξη ειρήνης κατέληξαν σε αποτυχία. Ενδεικτικό παράδειγμα η πυρηνική συμφωνία του προέδρου Ομπάμα με το Ιράν. Με την παράβλεψη των πληρεξουσίων της Τεχεράνης στον «αξονα αντίστασης» –και ουσιαστικά την ενίσχυση της χρηματοδότησής τους– συνέβαλε στην ανάφλεξη εστιών που μετεξελίχθηκαν στους σημερινούς πολέμους της περιοχής.
Μια απρόσμενη αλληλουχία γεγονότων γεννάει την πιθανότητα για κάτι που λίγοι –αν όχι κανείς– θα θεωρούσαν εφικτό: ο Ντόναλντ Τραμπ έχει τη δυνατότητα να αναδιαμορφώσει τη Μέση Ανατολή και να θέσει τα θεμέλια μιας νέας ειρηνικής τάξης στην περιοχή.
Αν υπάρχει ένα κράτος που προσδοκά το νέο έτος με την ελπίδα για καλύτερη τύχη, αυτό είναι το Ιράν. Στις αρχές του 2024 η Τεχεράνη πιθανότατα ένιωθε πως βρισκόταν σε θέση επίθεσης. Η διαμόρφωση της νέας περιφερειακής τάξης πραγμάτων στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο είχε «παγώσει» μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023 και τους επακόλουθους πολέμους. Οι Συμφωνίες του Αβραάμ, το σχήμα «3+1» και ο Οικονομικός Διάδρομος Ινδίας – Μέσης Ανατολής – Ευρώπης (IMEC) έμοιαζαν να ανήκουν στο μακρινό παρελθόν. Το Ισραήλ βρισκόταν υπό αυξανόμενη διπλωματική πίεση, ενώ οι σύμμαχοι του Ιράν έδειχναν να κερδίζουν έδαφος.
Το Ιράν μπορεί να ξεκίνησε τη χρονιά με την αυτοπεποίθηση του Ξέρξη πριν από τη μάχη των Θερμοπυλών, αλλά την ολοκληρώνει με την ίδια αίσθηση φόβου που κατέλαβε τους Πέρσες κατά την υποχώρησή τους μετά τη μάχη των Πλαταιών. Η Χαμάς και η Χεζμπολάχ έχουν, σε μεγάλο βαθμό, εξουδετερωθεί. Ο Ασαντ δεν βρίσκεται πλέον στην εξουσία. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις έχουν δεσμεύσει στρατιωτικές δυνάμεις για την ανάσχεση των Χούθι. Ο πρόεδρος του Ιράν έχασε τη ζωή του σε ατύχημα που κατέδειξε την ανικανότητα του καθεστώτος. Ο νέος «μεταρρυθμιστής» πρόεδρος βρίσκεται αντιμέτωπος με σοβαρές οικονομικές προκλήσεις, ενώ η ασφάλεια και η διαδοχή του 85χρονου ανώτατου ηγέτη αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ προκαλούν ανησυχία στην Ισλαμική Δημοκρατία.
Το στρατόπεδο Τραμπ έχει στείλει το μήνυμα ότι ίσως υπάρχει περιθώριο για μια νέα πυρηνική συμφωνία. Εχοντας χαρακτηρίσει τη συμφωνία του Ομπάμα τη «χειρότερη όλων των εποχών», ο Τραμπ θα παρουσίαζε μια νέα συμφωνία ως επίτευγμα αντάξιο ενός βραβείου Νομπέλ Ειρήνης.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει το ενδεχόμενο το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Η Τεχεράνη επιδιώκει να ανακτήσει τη χαμένη επιρροή της μέσω μιας πιθανής συμφωνίας, ενώ ο αγιατολάχ παραμένει αμετακίνητος σκληροπυρηνικός. Οι πρόσφατες επιθέσεις του Ισραήλ στο Ιράν προκάλεσαν σημαντικές ζημιές στα συστήματα αεράμυνας και θεωρήθηκαν προάγγελος επιθέσεων σε πυρηνικές εγκαταστάσεις. Η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, που απαρτίζεται από ένθερμους υποστηρικτές της σκληρής γραμμής κατά του Ιράν, ενδέχεται να ενθαρρύνει το Ισραήλ να θεωρήσει ότι θα έχει την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ σε περίπτωση μιας τέτοιας επίθεσης.
Σε κάθε περίπτωση, οι ηγεμονικές φιλοδοξίες του Ιράν θα περιοριστούν ακόμη περισσότερο. Η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ θα είναι σίγουρα μεταξύ των κερδισμένων. Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ θα χρειαστεί να διαχειριστεί τις προκλήσεις που θα προκύψουν από έναν άλλον κερδισμένο.
Αν η Ελλάδα δεν αναλάβει ενεργό ρόλο και η Τουρκία ανακτήσει την προνομιακή σχέση με την Ουάσιγκτον που είχε στις απαρχές της Αραβικής Aνοιξης, η Aγκυρα θα αποκομίσει οφέλη εις βάρος της Αθήνας.
Η κατάρρευση του καθεστώτος Ασαντ στη Συρία και η κυρίαρχη επιρροή των συμμάχων της Αγκυρας στην περιοχή θα μπορούσαν να καταστήσουν την Τουρκία το μεγαλύτερο εμπόδιο για τη σταθερότητα και την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, παίρνοντας τη θέση του Ιράν. Ο Ερντογάν διατηρεί τον ανεπίσημο ρόλο του ηγέτη των ομάδων που συνδέονται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, αποτελεί τον κύριο υποστηρικτή και απολογητή της Χαμάς στον σουνιτικό κόσμο, στέκεται απέναντι στο Ισραήλ και έχει αποδείξει την προθυμία του να χρησιμοποιήσει στρατιωτική ισχύ σε συγκρούσεις από τη Συρία και το Ιράκ έως τη Λιβύη.
Η αποδυνάμωση του ιρανικού «αξονα αντίστασης» αποτελεί αναμφίβολα λόγο ικανοποίησης, αλλά είναι άραγε προτιμότερη η εμφάνιση ενός νέου «άξονα» υπό την ηγεσία της Αγκυρας, που θα περιελάμβανε οργανώσεις –όπως η HTS και η SNA της Συρίας, η Χαμάς–, το Κατάρ και το καθεστώς της δυτικής Λιβύης; Θα μπορούσε η άνοδος ενός τέτοιου «άξονα» να ενθαρρύνει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο και σε άλλες περιοχές; Θα μπορούσαν η Αγκυρα και οι σύμμαχοί της να στραφούν στη συνέχεια εναντίον των Κούρδων της Συρίας, και ποια θα ήταν η επίπτωση μιας τέτοιας κίνησης στον συνασπισμό κατά του ISIS;
Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης και περιορισμού αυτών των παγίδων είναι η αναβίωση των θεσμών που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια –και υπό την ηγεσία– της προηγούμενης διακυβέρνησης Τραμπ: το σχήμα «3+1», οι Συμφωνίες του Αβραάμ και το Φόρουμ Φυσικού Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου (EMGF). Με την ενεργοποίηση της πρωτοβουλίας IMEC (Οικονομικός Διάδρομος Ινδίας – Μέσης Ανατολής – Ευρώπης), οι γραμμές της περιφερειακής τάξης που διαμορφώθηκαν μετά τις 7 Οκτωβρίου 2023 γίνονται πιο ξεκάθαρες.
Σε αυτό το νέο σκηνικό αναδύεται μια ευκαιρία για την Ελλάδα. Η χώρα προσφέρει απτά πλεονεκτήματα (όπως απέδειξε με την παρουσία της στην Ερυθρά Θάλασσα), διπλωματικό κεφάλαιο ως μέλος του ΝΑΤΟ, της Ε.Ε. και του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, καθώς και ήπια ισχύ, που απορρέει από τις μακροχρόνιες σχέσεις της με χώρες και χριστιανικές κοινότητες της περιοχής. Παράλληλα διαθέτει σημαντικές υποδομές και δυναμική διπλωματία στον τομέα της ενέργειας.
Η κυβέρνηση Τραμπ –όπως και οι προηγούμενες αμερικανικές κυβερνήσεις– θα επιδιώξει, αναμφίβολα, να αναδιαμορφώσει τη Μέση Ανατολή. Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει καίριο ρόλο σε αυτή την προσπάθεια και πρέπει να προβάλει άμεσα και με σαφήνεια τη στρατηγική αξία που μπορεί να προσφέρει. Αν η Ελλάδα δεν αναλάβει ενεργό ρόλο και η Τουρκία ανακτήσει την περιφερειακή επιρροή και την προνομιακή σχέση με την Ουάσιγκτον που είχε στις απαρχές της Αραβικής Aνοιξης, η Aγκυρα θα αποκομίσει οφέλη εις βάρος της Αθήνας.
Μια νέα τάξη πραγμάτων διαμορφώνεται στη Μέση Ανατολή, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Το ερώτημα είναι αν η Ελλάδα είναι έτοιμη να ανταποκριθεί.
Ο κ. Εντι Ζεμενίδης είναι εκτελεστικός διευθυντής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC).