Αρθρο του Στέφανου Κασσελάκη στην «Κ»: Τι θα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξωτερική πολιτική
Από την πρώτη στιγμή της παρουσίας μου στο πολιτικό σκηνικό της χώρας θέλησα να βάλω μπροστά από την Αριστερά δύο λέξεις: «Σύγχρονη», γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να κερδίσει το στοίχημα του εκσυγχρονισμού του.
Από την πρώτη στιγμή της παρουσίας μου στο πολιτικό σκηνικό της χώρας θέλησα να βάλω μπροστά από την Αριστερά δύο λέξεις: «Σύγχρονη», γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να κερδίσει το στοίχημα του εκσυγχρονισμού του. Και «πατριωτική», γιατί παρά την καπηλεία του πατριωτισμού από τη συντηρητική παράταξη, η Αριστερά ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή της υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος.
Σε αυτή τη νέα, λοιπόν, αφετηρία, χτίζοντας τον «δικό μας ΣΥΡΙΖΑ», τον ΣΥΡΙΖΑ της βάσης και των πολιτών, με βασικούς σταθμούς το Συνέδριο και τις εσωκομματικές εκλογές του Νοεμβρίου, επιτρέψτε μου να περιγράψω τι θα έκανε διαφορετικά η Πατριωτική Αριστερά στη μείζονα κρίση της Μέσης Ανατολής, η οποία βρίσκεται πιο κοντά μας από ό,τι πιστεύουμε.
Βρισκόμαστε σε μια εποχή αστάθειας και συστημικών κρίσεων, όπου απαιτούνται προσεκτικοί χειρισμοί από την ελληνική διπλωματία. Αυτούς τους χειρισμούς δεν μπορεί να τους παράσχει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με την ανεύθυνη πολιτική της. Είναι επομένως καθήκον των προοδευτικών δυνάμεων να συγκροτήσουν το δικό τους αφήγημα για την ελληνική εξωτερική πολιτική.
Για να διατυπωθεί μια σοβαρή πρόταση για αποκλιμάκωση στη Μέση Ανατολή, πρέπει πρώτα να τεθούν τα ζητούμενα:
– Η επίλυση του Παλαιστινιακού βρίσκεται στον πυρήνα του Μεσανατολικού, προκειμένου να σταματήσει η αιματοχυσία δεκάδων χιλιάδων αμάχων από τις ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις, κατά παράβαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
Με την κοντόφθαλμη πολιτική της η κυβέρνηση αποδυναμώνει τη γεωπολιτική ισχύ της χώρας και μας οδηγεί σε έναν νέο ιδιότυπο απομονωτισμό.
– Κλειδί για την ειρήνη αποτελεί και το δίκαιο αίτημα του Ισραήλ για ασφάλεια του κράτους και των πολιτών του από τις επιθέσεις του Ιράν και των συμμάχων του (Χεζμπολάχ, Χούθι, κτλ.), αλλά και της Χαμάς.
– Η διεθνής κοινότητα διαθέτει περιορισμένες δυνατότητες. Αυτό αποδεικνύεται από την αδυναμία του ΟΗΕ, της Ε.Ε., αλλά και δυνάμεων όπως οι ΗΠΑ να παρεμποδίσουν τους θανάτους αμάχων στη Γάζα, την παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας του Λιβάνου από το Ισραήλ, τις συνεχείς επιθέσεις του Ιράν και των συμμάχων του εναντίον του Ισραήλ.
Στο Μεσανατολικό, όπως και στο Ουκρανικό, η κυβέρνηση φέρεται σαν να προσπαθεί να επιδώσει διαπιστευτήρια «καλής συμπεριφοράς», υιοθετώντας μια αόριστη μονόπλευρη στάση υπέρ του Ισραήλ, χωρίς να αναλαμβάνει ουσιαστικές πρωτοβουλίες για την ειρήνη και χωρίς να σταθμίζει τις σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες μιας νέας πιθανής προσφυγικής κρίσης λόγω του Μεσανατολικού. Η ανευθυνότητα της κυβέρνησης είναι τέτοια, που δεν καταδικάζεται ούτε καν η παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας του Λιβάνου, την ίδια στιγμή που παραμένει ανοικτή η πληγή της Κύπρου. Δυστυχώς, η στάση της κυβέρνησης αφήνει χώρο σε αναθεωρητικές δυνάμεις, όπως η Τουρκία, να επιδιώκουν τον ρόλο του «μεσολαβητή», στην προσπάθειά της να αναλάβει ρόλο «προστάτη» στη Μέση Ανατολή.
Στον αντίποδα, μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα αξιοποιούσε τον παραδοσιακά προνομιακό και πολυδιάστατο ρόλο της Ελλάδος στη Μέση Ανατολή, επιδιώκοντας την ειρήνη. Βασιζόμενος στα τριμερή σχήματα με την Κύπρο, που συγκροτήθηκαν επί ΣΥΡΙΖΑ με Ισραήλ, Παλαιστίνη, Αίγυπτο και Ιορδανία, ο Eλληνας πρωθυπουργός όφειλε ήδη να έχει συγκαλέσει μια πολυμερή ειρηνευτική διάσκεψη για το Μεσανατολικό, αντί να έχει το βλέμμα στραμμένο αποκλειστικά και μόνο στις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον. Παράλληλα, θα φροντίζαμε να παρασχεθεί η μέγιστη δυνατή ανθρωπιστική αρωγή, ιδίως στους χειμαζόμενους χριστιανικούς πληθυσμούς της Μέσης Ανατολής, όπως διαπίστωσα κατά τη συνάντησή μου με την ελληνορθόδοξη κοινότητα της Βηθλεέμ, επισκεπτόμενος την Παλαιστίνη. Η ειρηνευτική Διάσκεψη θα ήταν και μία ευκαιρία να καταγραφούν εκ νέου οι πάγιες εθνικές θέσεις τόσο όσον αφορά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, σύμφωνα με τη Σύμβαση UNCLOS, αλλά και όσον αφορά την ανάγκη για μία δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό, στη βάση των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ειδικά για την Κύπρο, η Διάσκεψη θα αναδείκνυε περαιτέρω και την υποχρέωση της Ε.Ε. να στηρίξει εμπράκτως ένα κράτος-μέλος της, το οποίο εκτός από την παράνομη τουρκική κατοχή τμημάτων της επικράτειάς του, συνυπολογίζει στους κινδύνους ασφαλείας και τις πρόσφατες απειλές της Χεζμπολάχ.
Βασική διαφοροποίηση των προοδευτικών δυνάμεων με τις συντηρητικές ως προς το Μεσανατολικό, είναι όχι μόνο ο ρόλος, αλλά και το αποτέλεσμα που επιδιώκουμε. Ζητούμε να θεμελιωθεί ειρήνη με δικαιοσύνη, με άμεση κατάπαυση του πυρός, αναγνώριση του Παλαιστινιακού Κράτους και επανέναρξη του διαλόγου με στόχο δύο βιώσιμα και ασφαλή κράτη στα σύνορα του 1967, με την Ανατολική Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα της Παλαιστίνης. Την ίδια στιγμή, δεν μπορούμε να δεχθούμε τη δράση ισλαμιστικών οργανώσεων σε βάρος του Ισραήλ.
Με την κοντόφθαλμη πολιτική της, η κυβέρνηση αποδυναμώνει τη γεωπολιτική ισχύ της χώρας και μας οδηγεί σε έναν νέο ιδιότυπο απομονωτισμό. Θα ήθελα να υπενθυμίσω στην κυβέρνηση ότι όλοι κρινόμαστε. Και η πιο σκληρή κρίση αφορά πάντα το εάν εξυπηρετούμε το εθνικό συμφέρον.