Δυσοίωνες οι προοπτικές για τη Γάζα
Η προσοχή του διεθνούς Τύπου παραμένει στραμμένη στις συγκρούσεις και τα γεωπολιτικά ζητήματα που αναπτύσσονται σε διάφορες περιοχές του κόσμου. Οι προοπτικές για την περιοχή της Γάζας παραμένουν δυσοίωνες, ακόμα και αν τερματιστούν οι κύριες μάχες, ενώ η αναγνώριση της Παλαιστίνης από κράτη όπως η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Νορβηγία προκαλεί συζητήσεις για το μέλλον της επίλυσης του παλαιστινιακού ζητήματος. Στην Ευρώπη, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να επιβάλει δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα φέρνει στην επιφάνεια την ένταση στις οικονομικές σχέσεις με την Κίνα.
Η προσοχή του διεθνούς Τύπου παραμένει στραμμένη στις συγκρούσεις και τα γεωπολιτικά ζητήματα που αναπτύσσονται σε διάφορες περιοχές του κόσμου. Οι προοπτικές για την περιοχή της Γάζας παραμένουν δυσοίωνες, ακόμα και αν τερματιστούν οι κύριες μάχες, ενώ η αναγνώριση της Παλαιστίνης από κράτη όπως η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Νορβηγία προκαλεί συζητήσεις για το μέλλον της επίλυσης του παλαιστινιακού ζητήματος.
Στην Ευρώπη, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να επιβάλει δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα φέρνει στην επιφάνεια την ένταση στις οικονομικές σχέσεις με την Κίνα. Στη Γαλλία, η πολιτική απόφαση του Εμανουέλ Μακρόν να διαλύσει τη Βουλή σηματοδοτεί μια επικίνδυνη στροφή στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό.
Ταυτόχρονα, ο Παγκόσμιος Δείκτης Ειρήνης αποτυπώνει μια ανησυχητική αύξηση στις παγκόσμιες συγκρούσεις, καταδεικνύοντας την επιδείνωση της διεθνούς ειρήνης και σταθερότητας.
Βαρύνουσας σημασίας είναι και η αμυντική συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας, η οποία στοχεύει στην ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων και των δύο χωρών, ενώ ρωσικά μέσα ενημέρωσης προσπαθούν να παραπληροφορήσουν σχετικά με τις πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία.
Ο δυτικός Τύπος
Ο David Ignatius, στο άρθρο του «Ο παράδοξος δρόμος που ανοίγεται για τη Γάζα: Ένα μεταπολεμικό σκηνικό όπου ο πόλεμος συνεχίζεται», που δημοσιεύτηκε στην Washington Post στις 11 Ιουνίου, περιγράφει το πολύπλοκο και δυσοίωνο μέλλον που αντιμετωπίζει η Γάζα, ακόμα και αν τερματιστούν οι κύριες μάχες. Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι προβλέπουν μια παρατεταμένη και βίαιη μεταπολεμική περίοδο, καθώς το Ισραήλ παραμένει αμετακίνητο στην απόφασή του να αφοπλίσει την Χαμάς. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, με την υποστήριξη της ηγεσίας των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, πιέζει για την εφαρμογή ενός πλαισίου ασφαλείας που στοχεύει στη μείωση της βίας και των θυμάτων. Οι προσπάθειες του υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν επικεντρώνονται στη διασφάλιση της κατάπαυσης του πυρός και την απελευθέρωση των ομήρων, με την ελπίδα ότι η Χαμάς θα αποδεχτεί το αμερικανικό σχέδιο ειρήνης. Παρ’ όλα αυτά, οι προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας και της ανοικοδόμησης, παραμένουν. Το Ισραήλ από τη μεριά του επιθυμεί να τελειώνει με τη Γάζα το συντομότερο ώστε να στραφεί στην αντιμετώπιση άλλων απειλών όπως η Χεζμπολάχ. Αυτή η κίνηση περιλαμβάνει τη δημιουργία ελεγχόμενων ζωνών που θα διαχειρίζονται από τοπικά συμβούλια και θα υποστηρίζονται από διεθνείς δυνάμεις. Ωστόσο, υπάρχει σκεπτικισμός σχετικά με τη βιωσιμότητα αυτού του σχεδίου, το οποίο στοχεύει στην υπονόμευση της επιρροής της Χαμάς και την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα «Η ΕΕ θα επιβάλει δασμούς έως και 48% στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα» του Andy Bounds και της Alice Hancock, που δημοσιεύτηκε στην Financial Times στις 12 Ιουνίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει να επιβάλει δασμούς έως και 48% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα (EV) από τον επόμενο μήνα. Αυτή η απόφαση βασίζεται σε έρευνα που αποκάλυψε μεγάλες κινεζικές επιδοτήσεις για τα ηλεκτρικά οχήματα, γεγονός που τα καθιστά απειλή για τη βιομηχανία της Ε.Ε. Στους υπάρχοντες δασμούς του 10% θα προστεθούν και οι νέοι δασμοί που κυμαίνονται μεταξύ 17 με 38%. Μεγάλοι κινεζικοί εξαγωγείς όπως οι BYD και Geely, και ακόμη και η Tesla, θα κληθούν να επωμιστούν αυτούς τους δασμούς. Μπορεί η ΕΕ να στοχεύει να στοχεύει στην εξισορρόπηση του ανταγωνισμού αλλά διακινδυνεύει να προκαλέσει εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, η οποία ήδη επιβάλλει 15% δασμό στα ευρωπαϊκά ηλεκτρικά οχήματα. Παρά τις ενστάσεις από τη Γερμανία, τη Σουηδία και την Ουγγαρία, και τις προειδοποιήσεις για αρνητικές επιπτώσεις στους καταναλωτές και πιθανή κινεζική αντίποινα, η Επιτροπή, με την υποστήριξη της Γαλλίας και της Ισπανίας, παραμένει αμετακίνητη. Οι δασμοί, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποφέρουν δισεκατομμύρια ετησίως για την ΕΕ, αντικατοπτρίζουν τις ανησυχίες της Ευρώπης για θεμιτό ανταγωνισμό. Η Κίνα από τη μεριά της χαρακτηρίζει την απόφαση της ΕΕ ως προστατευτισμό και προειδοποιεί για διατάραξη της αγοράς. Τα κράτη μέλη θα κληθούν να ψηφίσουν για την υιοθέτηση των δασμών πριν τις 2 Νοεμβρίου.
Στο άρθρο γνώμης με τίτλο «Για τον Μακρόν η διάλυση της βουλής αποτελεί την τελευταία προσπάθεια για να εκμεταλλευτεί το μομέντουμ», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Le Monde στις 11 Ιουνίου, η Françoise Fressoz αναλύει την υψηλού ρίσκου στρατηγική που ακολουθεί ο Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν διαλύοντας τη Εθνοσυνέλευση. Αυτή η κίνηση θα μπορούσε δυνητικά να δώσει στο ακροδεξιό Rassemblement National μια απόλυτη πλειοψηφία, και να οδηγήσει τον Μακρόν στο ηθικό δίλημμα αν θα μπορέσει να συνυπάρξει με ένα ακραίο κόμμα. Ιστορικά, στην Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία, η διάλυση των βουλών είχε ποικίλα αποτελέσματα. Η διάλυση του 1962 από τον Ντε Γκωλ αναζωογόνησε τον γκωλλισμό και ενίσχυσε τη σταθερότητα της εκτελεστικής εξουσίας για δεκαετίες. Αντίθετα, η διάλυση του 1997 από τον Ζακ Σιράκ ενίσχυσε τη δυναμική της Βουλής, επιτρέποντας σε ένα αριστερό συνασπισμό υπό τον Λιονέλ Ζοσπέν να κυβερνήσει για τέσσερα χρόνια. Η απόφαση του Μακρόν έρχεται εν μέσω ενός ασταθούς πολιτικού τοπίου όπου τα παραδοσιακά κόμματα είναι κατακερματισμένα ή αποδυναμωμένα, και η ακροδεξιά κερδίζει πρωτοφανή δυναμική. Η προηγούμενη επανεκλογή του Μακρόν δεν είχε την υποστήριξη της πλειοψηφίας, ενώ η Συνέλευση δεν κατάφερε να σταθεροποιηθεί λόγω της δυναμικής των ακραίων παρατάξεων. Μέσα ένα περιβάλλον εσωτερικής πολιτικής αναταραχής, η προσπάθεια του Μακρόν να ανακατέψει την πολιτική τράπουλα χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα και μοιάζει με απεγνωσμένη κίνηση από το παρελθόν.
Σύμφωνα με το άρθρο της Alejandra Agudo «Οι συγκρούσεις φτάνουν στο αποκορύφωμα τους παγκοσμίως για πρώτη φορά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», που δημοσιεύτηκε στη El Pais στις 11 Ιουνίου, σήμερα υπάρχουν έως και 56 ενεργές συγκρούσεις παγκοσμίως, που εμπλέκουν 92 χώρες, κάνοντας αυτό το ποσοστό το υψηλότερο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα εν λόγω στοιχεία προέρχονται από τον πρόσφατο Παγκόσμιο Δείκτη Ειρήνης που εκδίδεται από το Ινστιτούτο Οικονομίας & Ειρήνης (IEP). Σύμφωνα με τον εκτελεστικό διευθυντή του IEP, Michael Collins, ενώ οι κοινωνικοοικονομικοί δείκτες δείχνουν βελτίωση, τα επίπεδα ειρήνης παγκοσμίως έχουν επιδεινωθεί, με 97 χώρες να σημειώνουν χειρότερα ποσοστά σε σχέση με το 2023. Η έκθεση δείχνει αύξηση του εξοπλισμού, των εξαγωγών και των εισαγωγών όπλων. Ο Collins προειδοποιεί για τον αυξημένο κίνδυνο κλιμάκωσης των χαμηλής έντασης εχθροπραξιών. Ο οικονομικός αντίκτυπος της βίας το 2023 έφτασε τα 17,5 τρισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή το 13,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Οι συγκρούσεις οδήγησαν σε 162.000 θανάτους και 95 εκατομμύρια εκτοπισμένα άτομα το 2023. Η Ευρώπη παραμένει η πιο ειρηνική περιοχή παρά τη σύγκρουση στην Ουκρανία, ενώ άλλες περιοχές παρουσιάζουν σημαντική επιδείνωση. Η έκθεση υπογραμμίζει την ανάγκη για παγκόσμια προσπάθειαεπίλυσης των μικρότερων συγκρούσεων για την πρόληψη μεγάλων κρίσεων.
Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής
Ο Ramzy Baroud, στο άρθρο του «Πέρα από τη λύση των δύο κρατών: Γιατί η αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης είναι σημαντική», που ήταν δημοσιευμένο στην Al Ahram στις 13 Ιουνίου, υποστηρίζει ότι για να κατανοήσουμε πλήρως την απόφαση της Ιρλανδίας, της Ισπανίας και της Νορβηγίας να αναγνωρίσουν την Παλαιστίνη, είναι απαραίτητο να λάβουμε υπόψη το ιστορικό πλαίσιο. Στις 15 Νοεμβρίου 1988, ο Γιάσερ Αραφάτ, τότε πρόεδρος της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), κήρυξε την ανεξαρτησία της Παλαιστίνης εν μέσω της εξέγερσης του Δεκεμβρίου 1987 και της αυξανόμενης παγκόσμιας συμπάθειας. Αρχικά, η αναγνώριση ήρθε από αραβικές, μουσουλμανικές χώρες και χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Ωστόσο, το γεωπολιτικό τοπίο άλλαξε δραματικά με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, την αύξηση της κυριαρχίας της Δύσης και την απομόνωση της Παλαιστίνης. Η ΟΑΠ, επέλεξε τότε τις πολιτικές διαπραγματεύσεις, γεγονός που οδήγησε στις Συμφωνίες του Όσλο και τη δημιουργία της Παλαιστινιακής Αρχής, η οποία τελικά υπονόμευσε την πολιτική δύναμη των Παλαιστινίων. Παρά την σταδιακή παγκόσμια αναγνώριση, οι Παλαιστίνιοι παρέμειναν περιθωριοποιημένοι στη διεθνή πολιτική σκηνή. Τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου και ο επακόλουθος πόλεμος προκάλεσαν μια παγκόσμια επανεκτίμηση των γεωπολιτικών δυναμικών οι οποίες επηρεάζονται και από την άνοδο δυνάμεων όπως η Ρωσία και η Κίνα. Ως αποτέλεσμα, νέες ευκαιρίες ανέκυψαν για τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες να αναγνωρίσουν την Παλαιστίνη. Κλείνοντας, το άρθρο του ο Baroud ελπίζει ότι οι Παλαιστίνιοι θα εκμεταλλευτούν αυτή την ιστορική στιγμή.
Ο Neville Teller, στο άρθρο του «Ένα πιθανό μεταπολεμικό σενάριο: Θα απομακρύνει ο Ισραηλινός Στρατός τη Χαμάς από τη Γάζα;» που δημοσιεύτηκε στην Jerusalem Post στις 11 Ιουνίου, υποστηρίζει ότι η Χαμάς, ενισχυμένη από το Ιράν, υπολόγισε λανθασμένα τις συνέπειες των επιθέσεών της στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου. Η ηγεσία της Χαμάς, τόσο στη Γάζα όσο και στο εξωτερικό, ανέμενε ευρεία αραβική υποστήριξη και προέβλεπε μια μεγάλης κλίμακας σύγκρουση που θα περιλάμβανε πολλαπλά μέτωπα. Ωστόσο, αυτός ο ευρύς αντι-ισραηλινός συνασπισμός δεν υλοποιήθηκε. Παρά την πρωτοφανή άμεση αεροπορική επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ, η επίθεση απέτυχε λόγω των αποτελεσματικών συστημάτων άμυνας και της υποστήριξης από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Χαμάς αντιμετωπίζει τώρα σημαντικές αντιξοότητες, με τα περισσότερα τάγματά της να έχουν αποδιοργανωθεί και τις υπόλοιπες δυνάμεις της να βρίσκονται υπό την πίεση του Ισραηλινού Στρατού. Η πρόταση κατάπαυσης του πυρός του Προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, που προσφέρει σταδιακή ειρήνη και προσπάθειες ανοικοδόμησης, βρίσκεται υπό εξέταση. Το σχέδιο περιλαμβάνει αρχικά την κατάπαυση του πυρός, την απόσυρση του Ισραήλ από τη Γάζα και ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ανοικοδόμησης, που θα αποκλείει τη Χαμάς από τη διακυβέρνηση ώστε να διευκολυνθεί μια λύση δύο κρατών. Από την μεριά της η Χαμάς είναι πιθανόν να συνεχίσει τον δημόσιο διάλογο σχετικά με το σχέδιο ειρήνευσης ενώ την ίδια στιγμή να έχει ήδη λάβει την απόφαση να εγκαταλείψει τη διακυβέρνηση της Γάζας και την εξακολούθηση του αγώνα της κατά του Ισραήλ από μια άλλη θέση.
Ο Τύπος της Ασίας
«Οι ΗΠΑ στρέφονται στην Ιαπωνία για βοήθεια στην ενίσχυση της παραγωγής όπλων» είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος του Gabriel Dominguez που δημοσιεύτηκε από την Japan Times στις 11 Ιουνίου. Το δημοσίευμα αναλύει την πρόσφατη αμυντικο-βιομηχανική συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας στο πλαίσιο του νεοσύστατου Φόρουμ Αμυντικής Βιομηχανικής Συνεργασίας, Απόκτησης και Συντήρησης (DICAS). Το φόρουμ στοχεύει στην ενοποίηση των αμυντικο-βιομηχανικών βάσεων και των δύο χωρών, εστιάζοντας στην από κοινού παραγωγή και συντήρηση στρατιωτικών στοιχείων, όπως πύραυλοι και πολεμικά πλοία. Αυτή η πρωτοβουλία οδηγείται εν μέρει από την ανάγκη ενίσχυσης της αμυντικής ικανότητας των ΗΠΑ, η οποία έχει επιβαρυνθεί από τις υποχρεώσεις της χώρας στην Ουκρανία, το Ισραήλ και αλλού. Ο Πρέσβης των ΗΠΑ στην Ιαπωνία, Rahm Emanuel, περιέγραψε τις μηχανολογικές ικανότητες της Ιαπωνίας ως λύση στα προβλήματα παραγωγής των ΗΠΑ, και δήλωσε ότι η λήψη άμεσης δράσης είναι ζωτικής σημασίας. Το φόρουμ καθόρισε τις κατευθυντήριες αρχές για την αμοιβαία υλοποίηση έργων με στόχο την υπέρβαση κοινών προκλήσεων, και αναφέρθηκε σε ιαπωνικές εταιρείες που θα βοηθήσουν στην παραγωγή συστημάτων όπλων τα οποία οι ΗΠΑ δυσκολεύονται να προμηθεύσουν. Οι συζητήσεις αγγίζουν και τον πιθανό ρόλο της Ιαπωνίας στην επιτόπου επισκευή αμερικανικών ναυτικών σκαφών, για εξοικονόμηση χρόνου και πόρων. Ωστόσο, υπάρχουν ανησυχίες ότι η Ιαπωνία μπορεί να καταστεί απλώς υπεργολάβος λόγω του μικρότερου αμυντικού της τομέα και των δομικών προκλήσεων που υπάρχουν. Παρ΄όλα αυτά, ειδικοί όπως ο Jeffrey Hornung βλέπουν οφέλη για τον αμυντικό τομέα της Ιαπωνίας, και υπογραμμίζουν την δυναμική που πιθανόν να αναπτυχθεί μέσω της συνεργασίας.
Το άρθρο της People’s Daily με τίτλο «Το καλύτερο σχέδιο της ΕΕ για οικονομική άνθηση είναι η συνεργασία με την Κίνα», που δημοσιεύτηκε στις 13 Ιουνίου 2024, συζητά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να επιβάλει προσωρινούς δασμούς έως και 38,1% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα (EV). Αυτή η κίνηση υπονομεύει τη συνεργασία Κίνας-ΕΕ στον οικονομικό τομέα, παρά την υπόσχεση της ΕΕ για ελεύθερο εμπόριο. Η ανακοίνωση των δασμών, που έγινε μετά τις ευρωεκλογές, θεωρείται ότι έχει πολιτικά κίνητρα και έχει προκαλέσει την αντίθεση κορυφαίων ευρωπαίων κατασκευαστών αυτοκινήτων αλλά και πολιτικών προσώπων όπως ο Γερμανός Καγκελάριος Olaf Scholz. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι οι δασμοί έρχονται σε αντίθεση με τη στάση της ΕΕ για ανοιχτό εμπόριο και βλάπτουν και τις δύο οικονομίες. Η Κίνα και η ΕΕ, ως σημαντικοί εμπορικοί εταίροι με αλληλένδετες αλυσίδες εφοδιασμού, επωφελούνται από τη συνεργασία, ιδίως στον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων όπου η Κίνα έχει το τεχνολογικό προβάδισμα. Οι προστατευτικοί δασμοί της ΕΕ πιθανόν να επιβαρύνουν οικονομικά τους ευρωπαίους πολίτες που θέλουν να αγοράσουν ηλεκτρικά αυτοκίνητα και να εμποδίσουν την υλοποίηση των πράσινων πρωτοβουλιών και των παγκόσμιων προσπαθειών για το κλίμα. Το άρθρο προτείνει ότι η ΕΕ θα πρέπει να αξιοποιήσει την εμπειρία της Κίνας στα ηλεκτρικά οχήματα για να ενισχύσει τη δική της βιομηχανία, τονίζοντας ότι μια μακροπρόθεσμη στρατηγική είναι προτιμότερη έναντι του βραχυπρόθεσμου προστατευτισμού.
Ο ρωσικός και ουκρανικός Τύπος
Το άρθρο γνώμης του Kirill Strelnikov, «Οι Αμερικανοί μίλησαν για το κύριο μυστικό τους στην Ουκρανία», που δημοσιεύτηκε από το RIA Novosti στις 13 Ιουνίου, κριτικάρει τα κίνητρα της Δύσης στη σύγκρουση στην Ουκρανία. Παρά τις αφηγήσεις της Δύσης που πλαισιώνουν τη σύγκρουση ως ηθική σταυροφορία για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο Strelnikov ισχυρίζεται ότι ο πραγματικός κινητήριος μοχλός είναι το οικονομικό όφελος, ειδικά ο έλεγχος των τεράστιων ορυκτών πόρων της Ουκρανίας. Επικαλείται τη δήλωση του Γερουσιαστή Lindsey Graham ότι ο ορυκτός πλούτος της Ουκρανίας (αξίας 12 τρισεκατομμυρίων δολαρίων) είναι ζωτικής σημασίας για τις ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας τα στρατηγικά οικονομικά συμφέροντα που διακυβέβονται. Ο Strelnikov αναφέρει ενδεικτικά τα πλούσια αποθέματα της Ουκρανίας σε ορυκτά όπως το λίθιο και το τιτάνιο τα οποία είναι κρίσιμης σημασίας για τις βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας και πράσινης ενέργειας. Το άρθρο σημειώνει ότι και πριν το ξέσπασμα του πολέμου υπήρχαν τέτοιου είδους δυτικές επενδύσεις στους φυσικούς πόρους της Ουκρανίας μέρος των οποίων βρίσκεται σήμερα υπό τον έλεγχο της Ρωσίας. Ο Strelnikov υποστηρίζει ότι η συμμετοχή των δυτικών εθνών σε αυτό τον πόλεμο υποκινείται από το κέρδος και όχι από τις αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Οι δυτικοί χρησιμοποιούν τον πόλεμο για να προστατεύσουν τις επενδύσεις τους ενώ η Ρωσία πολεμά για να εξασφαλίσει την επιβίωσή της και για αυτό θα νικήσει.
Το άρθρο «Πώς η Μόσχα προσπαθεί να απαξιώσει τη Σύνοδο Κορυφής για την Ειρήνη» που δημοσιεύθηκε από την ιστοσελίδα UKRINFORM στις 13 Ιουνίου, συζητά τις προσπάθειες της Ρωσίας να υπονομεύσει την επερχόμενη Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής για την Ειρήνη στο Bürgenstock της Ελβετίας, στις 15-16 Ιουνίου. Κατά τη διάρκεια αυτής της συνόδου κορυφής και εν μέσω της συνεχιζόμενης επιθετικότητας της Ρωσίας, η Ουκρανία και σχεδόν εκατό διεθνείς εκπρόσωποι θα συζητήσουν το πώς θα επιτευχθεί μια δίκαιη ειρήνη και η ασφάλεια. Η ειρηνευτική φόρμουλα 10 σημείων του Προέδρου Volodymyr Zelenskyy, η οποία περιλαμβάνει την πυρηνική ασφάλεια, την επισιτιστική ασφάλεια και την απελευθέρωση κρατουμένων, θα αποτελέσει κεντρικό σημείο της συνόδου κορυφής. Από τη μεριά της, η Ρωσία επιδιώκει να απαξιώσει τη σύνοδο κορυφής και να παραπληροφορήσει τη διεθνή κοινή γνώμη. Πιο συγκεκριμένα, η Ρωσία αμφισβητεί την εγκυρότητα της συνόδου κορυφής λόγω της μη συμμετοχής της ίδιας, της μη νομιμοποίησης της ηγεσίας της Ουκρανίας και της μη ουδετερότητας της Ελβετίας. Η προπαγάνδα της Ρωσίας αποσκοπεί στην αποτροπή της διεθνούς υποστήριξης προς την Ουκρανία, ιδίως μεταξύ των εθνών του Παγκόσμιου Νότου. Απέναντι στην παραπληροφόρηση της Μόσχας, η Ουκρανία θα πρέπει να προωθήσει άμεσες και οριζόντιες συνδέσεις τις κοινωνίες της Δύσης και να εντάξει τον αγώνα της εντός του ευρύτερου διεθνούς πλαισίου.