Ελλάδα 2009-2024: Το σύνδρομο των τούνελ
Στο κείμενο αυτό o Δημήτρης Χριστόπουλος χρησιμοποιεί την παραβολή των τούνελ ως νοητικό σχήμα για την απόδοση αυτού που συμβαίνει στη χώρα την τελευταία δεκαπενταετία: από την αρχή της κρίσης ως σήμερα. Αφορμή η μονογραφία του Θωμά Σιώμου, Το νόημα της Κρίσης (Επίκεντρο, 2023).
Στο κείμενο αυτό o Δημήτρης Χριστόπουλος χρησιμοποιεί την παραβολή των τούνελ ως νοητικό σχήμα για την απόδοση αυτού που συμβαίνει στη χώρα την τελευταία δεκαπενταετία: από την αρχή της κρίσης ως σήμερα. Αφορμή η μονογραφία του Θωμά Σιώμου, Το νόημα της Κρίσης (Επίκεντρο, 2023).
Γιατί τα τούνελ;
Υπάρχουν τούνελ στα οποία εισέρχεσαι και εξέρχεσαι με σήμανση. Γνωρίζεις δηλαδή πότε μπαίνεις, πόσο βρίσκεσαι και πότε βγαίνεις. Πριν από αυτά υπάρχουν προειδοποιητικές πινακίδες που ενημερώνουν τον οδηγό για την είσοδο στη σήραγγα. Οι πινακίδες αναφέρουν το μήκος τους, ενημερώνοντας τους οδηγούς για τη διάρκεια της δυσκολίας. Τη στιγμή της εισόδου, ακαριαία, ο οδηγός εκτίθεται στο σοκ της απώλειας του φυσικού φωτός, για τον λόγο αυτό οι πολλαπλές προειδοποιήσεις του ζητούν να ανάψει τα φώτα του αυτοκινήτου και να χαμηλώσει ταχύτητα. Οι στραβοτιμονιές εκεί πληρώνονται ακριβότερα.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, άπαξ μπει, ο οδηγός έχει ένα δρόμο: εντός της σήραγγας δεν υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές. Αυτές προσφέρονται συνήθως αρκετή ώρα προτού ο οδηγός φτάσει στην είσοδο. Ανάλογα με την ταχύτητα, την προσοχή και την προνοητικότητά του μπορεί να τις ακολουθήσει αν θέλει να προλάβει να μη μπει στο τούνελ. Ο απερίσκεπτος οδηγός όμως θα τις χάσει. Έτσι τότε, αναγκαστικά θα υποστεί τον αυστηρό έλεγχο της σήραγγας και θα το πληρώσει: πριν ή μετά έχει διόδια. Και ακριβά μάλιστα. Αυτό έπαθε η Ελλάδα το 2010.
Ας σκεφτούμε τώρα μια νέα κατάσταση. Ο οδηγός έχει διαβεί το πρώτο τούνελ, το επίσημο, το πανάκριβα φωτισμένο, και εξαντλημένος από την οδήγηση εντός βγαίνει από τη σήραγγα, οδηγώντας πλέον στο σκοτάδι. Σταδιακά και ανεπαίσθητα, ο δρόμος στενεύει και τα τοιχώματα από τις δύο πλευρές υψώνονται. Τόσο, ώστε ο οδηγός, από ένα σημείο και ύστερα, σταδιακά να μη γνωρίζει πια αν οδηγεί σε τούνελ ή όχι. Τελικά, όταν μπαίνει στο δεύτερο που δεν έχει σήμανση, δεν το έχει πολυκαταλάβει. Έτσι συνεχίζει να οδηγεί εντός του, μη γνωρίζοντας ακριβώς τις συνθήκες και την κατάσταση του δρόμου μπροστά του.
Αρχίζει όμως κάποια στιγμή να αντιλαμβάνεται ότι βρίσκεται σε σήραγγα, μολονότι δεν υπέστη το σοκ της εισόδου, όπως προηγουμένως. Αναγκαστικά ευθυγραμμίζεται με τις επιταγές της. Οι προσδοκίες για την επαναφορά στην οδική ομαλότητα έχουν νεκρώσει. Ουσιαστικά, έχει ξεχάσει την «κανονική» οδήγηση.
Ενώ αρχικά το σημείο εξόδου από το πρώτο τούνελ του είχε γίνει εμμονή, σταδιακά έγινε αντιληπτό ότι το αυτό έχει περισσότερο ψυχολογική παρά πραγματική σημασία. Βγήκε πανηγυρικά από το πρώτο, αλλά ανεπαισθήτως σε τούνελ ξαναμπήκε. Το τούνελ διαχέεται και παγιώνεται ως μια νέα κανονικότητα.
Η σήραγγα έγινε καθεστώς.
Ας σκεφτούμε την κρίση ως τούνελ, όπως μας καλεί ο Θωμάς Σιώμος. Το πρώτο, το επίσημο, το προφανές, είναι τα Μνημόνια. Το δεύτερο, αδιόρατο και πιο δυσδιάγνωστο, είναι η συγκυρία μετά τα Μνημόνια. Αυτή είναι η αντινομία της μεταμνημονιακής εποχής των κρίσεων που εκκολάπτονται η μια μέσα στην άλλη: τυπική έξοδος απ’ τη μία, άτυπη εδραίωση από την άλλη.
Η κρίση ως V και ως L.
Η κρίση εφεξής δεν είναι το γράμμα V της λατινικής αλφαβήτου, όπου η μία γραμμή συναντιέται με την άλλη στη βάση του γράμματος, πέφτει δηλαδή και αμέσως ξανασηκώνεται. Η κρίση αποκτά χαρακτηριστικά του γράμματος L. Πέφτεις και συνεχίζεις εκεί που βρέθηκες. Ώσπου κάποια στιγμή παύεις πλέον να μιλάς για κρίση.
Και αυτό διότι η προ σήραγγας κατάσταση έχει περάσει στη λήθη ή στη νοσταλγία. Κανείς δε μιλάει πλέον για κρίση. Η Ελλάδα του 2024 διανύει το δεύτερο τούνελ: προχωράει χαμηλά χωρίς ελπίδα με ανυπαρξία κοινωνικών αναχωμάτων, πολιτικών αντιστάσεων και θεσμικών αντιβάρων.
Μια κατάσταση όμως που δεν είναι προϊόν μιας τομής, αλλά μιας βραδείας και επώδυνης συνέχειας. Ο εκφυλισμός αυτός δεν έχει τα χαρακτηριστικά μιας αναπάντεχης καταστροφής. Είναι η σταδιακή εξοικείωση των ανθρώπων με τη νοσηρότητα που μέχρι πρότινος θα φάνταζε εκτός ορίων. Η καταστροφή δεν είναι μόνο τομή αλλά κυρίως η συνέχεια. Το κακό λοιπόν δεν είναι μόνο η ανάδυση του αγνώστου αλλά η συνέχεια αυτού που γνωρίζαμε πολύ καλά και που δεν μπορέσαμε να αποφύγουμε.
Η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία γιορτάζει τα πενήντα της χρόνια σε μια κυβερνητικά καθοδηγούμενη φαντασίωση success story μέσα στο τούνελ. Οι υποκλοπές; Κανονικότητα. Η ιδιωτική ζωή σμπαραλιάζεται και η ζωή συνεχίζεται.
Οι φυσικές καταστροφές επαναλαμβάνονται σε βαθμό που πλέον έχουν γίνει μια μόνιμη έκτακτη ανάγκη. Οι κοινωνικές υποδομές μαραζώνουν. Η αγοραστική δύναμη κατακρημνίζεται χαμηλότερα από τα 2/3 του ευρωπαϊκού μέσου όρου και μετά διερωτόμαστε γιατί οι άνθρωποι φεύγουν… Πλέον, μόνο η Βουλγαρία είναι κάτω από την πάλαι ποτέ «ισχυρή Ελλάδα», στην ΕΕ των 27. Όλη η υπόλοιπη Ευρώπη είναι πλέον μακριά μπροστά μας.
Η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία γιορτάζει τα πενήντα της χρόνια σε μια κυβερνητικά καθοδηγούμενη φαντασίωση success story μέσα στο τούνελ. Οι υποκλοπές; Κανονικότητα. Η ιδιωτική ζωή σμπαραλιάζεται και η ζωή συνεχίζεται. Αν εξοργίζουν μία φορά οι υποκλοπές, η απροκάλυπτη συγκάλυψή τους χίλιες. Αν δημιουργούν μία φορά αγανάκτηση τα Τέμπη, το μπάζωμα τους –κυριολεκτικά και μεταφορικά, το πραγματικό και θεσμικό τους μπάζωμά τους– μας αποτελειώνει.
Μια σιδερένια δημοκρατία αποφάσεων. Όχι κανόνων. Ένα τούνελ στο οποίο έχουμε πλέον μπει ανεπαίσθητα, σε αντίθεση με το πρώτο των Μνημονίων του οποίου το σημείο εισόδου ήταν στιγμή πένθους και της εξόδου ανακούφιση. Πλέον, ούτε πένθος υπάρχει, όπως στην αρχή, αλλά ούτε ανακούφιση. Για χειραφέτηση ούτε λόγος. Η ελάχιστη προσδοκία πλέον βαπτίστηκε κανονικότητα.
Η «κρίση» όμως έχει δύο νοήματα
Η Ελλάδα ωστόσο δεν είναι μόνη της. Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες φαίνεται να διάγουν διαδρομή στο δεύτερο τούνελ. Καμία άλλη όμως δεν βιώνει σωρευτικά και διαδοχικά την παθολογία των δύο τούνελ. Αυτό είναι ελληνικό σύμπτωμα.
«Κρίση» ωστόσο, στα ελληνικά είναι δύο πράγματα: είναι η απότομη όξυνση ενός προβλήματος, αλλά είναι και η νοητική ενέργεια για την αντιμετώπισή του. Είναι αυτή που οδηγεί σε μια απόφαση και μια επιλογή.
Από αυτή την επιλογή της πολιτικής κοινότητας θα κριθεί για πόσο καιρό θα βρισκόμαστε στο δεύτερο τούνελ.