Fitch: Επιβεβαίωσε το BBB- της Ελλάδας, διατήρησε σταθερές τις προοπτικές – Βλέπει ανάπτυξη 2,4% το 2025
Στην επιβεβαίωση της αξιολόγησης BBB- της Ελληνικής οικονομίας, διατηρώντας σταθερές τις προοπτικές, προχώρησε το βράδυ της Παρασκευής η Fitch.
Υπενθυμίζεται πως η Fitch είχε αναβαθμίσει σε ΒΒΒ- την Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2023.
Σύμφωνα με τη Fitch, «οι αξιολογήσεις της Ελλάδας υποστηρίζονται από τα επίπεδα του κατά κεφαλήν εισοδήματος που υπερβαίνουν και τους δείκτες διακυβέρνησης που συνάδουν με τη διάμεση τιμή «ΒΒΒ», καθώς και από ένα αξιόπιστο πλαίσιο πολιτικής που υποστηρίζεται από τη συμμετοχή στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Η δημοσιονομική και μακροοικονομική προσαρμογή έχει επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια, με βάση τη βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών και την αξιοπιστία της πολιτικής.
Τα πλεονεκτήματα αυτά αντιπαραβάλλονται με τις παρακαταθήκες της κρίσης δημόσιου χρέους, ιδίως το πολύ υψηλό, αλλά σταθερά μειούμενο δημόσιο χρέος, καθώς και τη σημαντική απώλεια οικονομικής παραγωγής, το χαμηλό ποσοστό επενδύσεων, τις επίμονες εξωτερικές ανισορροπίες και τις παλαιές ενδεχόμενες υποχρεώσεις του τραπεζικού τομέα».
«Αναμένουμε ότι η υγιής δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης θα συνεχιστεί το 2025 και το 2026. Η Ελλάδα έχει επιτύχει μια ισχυρή δημοσιονομική θέση μετά την πανδημία και τα ενεργειακά σοκ, με ένα δημοσιονομικό έλλειμμα που εκτιμάται γύρω στο 1% του ΑΕΠ φέτος. Αυτό είναι πιο ευνοϊκό από το σημερινό μέσο έλλειμμα «ΒΒΒ» του 2,6% και κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 3,1%. Τα έσοδα ενισχύονται από τη βελτίωση της είσπραξης φόρων, ενώ οι δαπάνες βρίσκονται υπό αυστηρό κυβερνητικό έλεγχο. Προβλέπουμε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα παραμείνει πάνω από το 2% του ΑΕΠ μέχρι τουλάχιστον το 2026.»
«Ο συνδυασμός σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων, χαμηλού και σταθερού κόστους επιτοκίων και ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ γύρω στο 4% θα εξασφαλίσει τη συνεχή μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ. Σύμφωνα με το βασικό μας σενάριο, το χρέος θα μπορούσε να μειωθεί κάτω από το 140% του ΑΕΠ έως το 2028 από 164% στο τέλος του 2023 και από την κορύφωση του 207% το 2020. Η Ελλάδα έχει επιτύχει μία από τις μεγαλύτερες μεταπανδημικές μειώσεις χρέους στην Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά, το χρέος εξακολουθεί να είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από τη διάμεση τιμή του «ΒΒΒ» που είναι 56% και πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης που είναι 90%».
Η Fitch προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,4% το επόμενο έτος, παρόμοια με το 2024 και το 2023. Η ανάπτυξη υποστηρίζεται από τη σταθερή επιτάχυνση των επενδύσεων και τη μέτρια αύξηση της κατανάλωσης, η οποία υποστηρίζεται από την αύξηση των πραγματικών μισθών και την περαιτέρω μείωση της ανεργίας.
«Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 9,3% τον Σεπτέμβριο του 2024, το χαμηλότερο από το 2009 και ο πληθωρισμός έχει σταθεροποιηθεί γύρω στο 3% τους τελευταίους μήνες. Η διευκόλυνση για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα (RRF) στήριξε τις επενδύσεις, με την Ελλάδα να επιτυγχάνει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά απορρόφησης της συνιστώσας επιχορήγησης μεταξύ των μελών της ΕΕ. Αναμένουμε επίσης κάποιες θετικές δευτερογενείς επιδράσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης στις ιδιωτικές επενδύσεις και την κατανάλωση».
Σύμφωνα με τη Fitch, οι παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αρνητική δράση/υποβάθμιση αξιολόγησης της Ελλάδας είναι οι εξής:
-Δημόσια οικονομικά: Ανανεωμένη ανοδική τάση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, για παράδειγμα, λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης ή υλοποίησης σημαντικών ενδεχόμενων υποχρεώσεων.
-Μακροοικονομικά/εξωτερικά: Σοβαρό δυσμενές σοκ που θα επηρέαζε το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας ή/και θα επιδείνωνε τις εξωτερικές ανισορροπίες.
Αντίθετα, παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε θετική δράση/αναβάθμιση της αξιολόγησης:
-Δημόσια οικονομικά: Εμπιστοσύνη για περαιτέρω σημαντική μείωση του χρέους/ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης μεσοπρόθεσμα, η οποία οφείλεται, για παράδειγμα, σε παρατεταμένα πρωτογενή πλεονάσματα.
-Μακροοικονομικά: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων, για παράδειγμα, λόγω υψηλότερων επενδύσεων ή/και εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Διαβάστε επίσης
Καμία αλλαγή στους δείκτες FTSE Russell για τις ελληνικές μετοχές
Στην επιβεβαίωση της αξιολόγησης BBB- της Ελληνικής οικονομίας, διατηρώντας σταθερές τις προοπτικές, προχώρησε το βράδυ της Παρασκευής η Fitch.
Υπενθυμίζεται πως η Fitch είχε αναβαθμίσει σε ΒΒΒ- την Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2023.
Σύμφωνα με τη Fitch, «οι αξιολογήσεις της Ελλάδας υποστηρίζονται από τα επίπεδα του κατά κεφαλήν εισοδήματος που υπερβαίνουν και τους δείκτες διακυβέρνησης που συνάδουν με τη διάμεση τιμή «ΒΒΒ», καθώς και από ένα αξιόπιστο πλαίσιο πολιτικής που υποστηρίζεται από τη συμμετοχή στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Η δημοσιονομική και μακροοικονομική προσαρμογή έχει επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια, με βάση τη βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών και την αξιοπιστία της πολιτικής.
Τα πλεονεκτήματα αυτά αντιπαραβάλλονται με τις παρακαταθήκες της κρίσης δημόσιου χρέους, ιδίως το πολύ υψηλό, αλλά σταθερά μειούμενο δημόσιο χρέος, καθώς και τη σημαντική απώλεια οικονομικής παραγωγής, το χαμηλό ποσοστό επενδύσεων, τις επίμονες εξωτερικές ανισορροπίες και τις παλαιές ενδεχόμενες υποχρεώσεις του τραπεζικού τομέα».
«Αναμένουμε ότι η υγιής δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης θα συνεχιστεί το 2025 και το 2026. Η Ελλάδα έχει επιτύχει μια ισχυρή δημοσιονομική θέση μετά την πανδημία και τα ενεργειακά σοκ, με ένα δημοσιονομικό έλλειμμα που εκτιμάται γύρω στο 1% του ΑΕΠ φέτος. Αυτό είναι πιο ευνοϊκό από το σημερινό μέσο έλλειμμα «ΒΒΒ» του 2,6% και κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 3,1%. Τα έσοδα ενισχύονται από τη βελτίωση της είσπραξης φόρων, ενώ οι δαπάνες βρίσκονται υπό αυστηρό κυβερνητικό έλεγχο. Προβλέπουμε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα παραμείνει πάνω από το 2% του ΑΕΠ μέχρι τουλάχιστον το 2026.»
«Ο συνδυασμός σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων, χαμηλού και σταθερού κόστους επιτοκίων και ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ γύρω στο 4% θα εξασφαλίσει τη συνεχή μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ. Σύμφωνα με το βασικό μας σενάριο, το χρέος θα μπορούσε να μειωθεί κάτω από το 140% του ΑΕΠ έως το 2028 από 164% στο τέλος του 2023 και από την κορύφωση του 207% το 2020. Η Ελλάδα έχει επιτύχει μία από τις μεγαλύτερες μεταπανδημικές μειώσεις χρέους στην Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά, το χρέος εξακολουθεί να είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από τη διάμεση τιμή του «ΒΒΒ» που είναι 56% και πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης που είναι 90%».
Η Fitch προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,4% το επόμενο έτος, παρόμοια με το 2024 και το 2023. Η ανάπτυξη υποστηρίζεται από τη σταθερή επιτάχυνση των επενδύσεων και τη μέτρια αύξηση της κατανάλωσης, η οποία υποστηρίζεται από την αύξηση των πραγματικών μισθών και την περαιτέρω μείωση της ανεργίας.
«Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 9,3% τον Σεπτέμβριο του 2024, το χαμηλότερο από το 2009 και ο πληθωρισμός έχει σταθεροποιηθεί γύρω στο 3% τους τελευταίους μήνες. Η διευκόλυνση για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα (RRF) στήριξε τις επενδύσεις, με την Ελλάδα να επιτυγχάνει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά απορρόφησης της συνιστώσας επιχορήγησης μεταξύ των μελών της ΕΕ. Αναμένουμε επίσης κάποιες θετικές δευτερογενείς επιδράσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης στις ιδιωτικές επενδύσεις και την κατανάλωση».
Σύμφωνα με τη Fitch, οι παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αρνητική δράση/υποβάθμιση αξιολόγησης της Ελλάδας είναι οι εξής:
-Δημόσια οικονομικά: Ανανεωμένη ανοδική τάση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, για παράδειγμα, λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης ή υλοποίησης σημαντικών ενδεχόμενων υποχρεώσεων.
-Μακροοικονομικά/εξωτερικά: Σοβαρό δυσμενές σοκ που θα επηρέαζε το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας ή/και θα επιδείνωνε τις εξωτερικές ανισορροπίες.
Αντίθετα, παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε θετική δράση/αναβάθμιση της αξιολόγησης:
-Δημόσια οικονομικά: Εμπιστοσύνη για περαιτέρω σημαντική μείωση του χρέους/ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης μεσοπρόθεσμα, η οποία οφείλεται, για παράδειγμα, σε παρατεταμένα πρωτογενή πλεονάσματα.
-Μακροοικονομικά: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων, για παράδειγμα, λόγω υψηλότερων επενδύσεων ή/και εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Διαβάστε επίσης
Καμία αλλαγή στους δείκτες FTSE Russell για τις ελληνικές μετοχές