Για τη Ν.Δ. η αποτυχία δεν αποτελεί επιλογή
Η γενική κατακραυγή μετά την περίφημη συνέντευξη σε κυριακάτικη εφημερίδα και η υποστήριξη προς τον πρωθυπουργό για την διαγραφή Σαμαρά, διέψευσε όσους βιάστηκαν να ερμηνεύσουν τις εξελίξεις ως ένα ακόμη σημάδι κατάρρευσης της Ν.Δ. και της κυβέρνησης.
Η στήλη έχει πολλές φορές υποστηρίξει ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ένα μόνο αντίπαλο—τον ίδιο της τον εαυτό. Η απομπή Σαμαρά δεν αλλάζει ούτε στο ελάχιστο το πολιτικό σκηνικό.
Οι εξελίξεις στις ΗΠΑ δημιούργησαν την τάση να συλλαμβάνονται φανταστικές προεκτάσεις αντίστοιχων διαστάσεων και στην Ελλάδα, παραγνωρίζοντας όμως, πως οι άκριτες αντιστοιχίες είναι πολύ συχνά—αν όχι πάντα—παραπλανητικές.
Στις ΗΠΑ ο Τραμπ κέρδισε διότι έχασε ο Μπάιντεν και η Χάρις. Η δεύτερη διότι, ως αντιπρόεδρος δεν μπορούσε να υιοθετήσει ουσιαστικές αποστάσεις από τις πολιτικές Μπάιντεν. Βρέθηκε έτσι σε μία μορφή ουδέτερης ζώνης όπου προσπαθούσε να προβάλει νέες πολιτικές χωρίς να στραφεί κατά του αφεντικού της. Το αποτέλεσμα ήταν μία ασάφεια ιδιαίτερα στα θέματα του πληθωρισμού και της μετανάστευσης που τελικά την βύθισαν.
Ο Τραμπ έχει βέβαια τους πιστούς οπαδούς του. Και, χωρίς αμφιβολία, η woke culture έχει ξεπεράσει τα όρια της κοινωνικής ανοχής για την μεγάλη πλειοψηφία της αμερικανικής κοινωνίας, γεγονός που ο Τραμπ το εκμεταλλεύτηκε με επιτυχία. Ο συνδυασμός της απόρριψης της woke culture με την ασάφεια της Χάρις, συγκάλυψε τις αντιφάσεις και τις έωλες υποσχέσεις του Τραμπ. Οι Αμερικάνοι ονειρεύονται έτσι μία ρομαντική επιστροφή στην δεκαετία του 1960 – για πολλούς αυτή η έννοια του Make America Great Again.
To ξύπνημα θα είναι απότομο, επώδυνο, πλήγμα στην ψυχολογία και στην τσέπη της Αμερικής.
Τίποτα από αυτά δεν συμβαίνουν στην Ελλάδα. Οι προσπάθειες να ανακαλυφθούν ιδεολογικές, πολιτικές, κοινωνικές αντιστοιχίες είναι άκαιρες και καταδικασμένες σε αποτυχημένες προβλέψεις. Η μετανάστευση είναι υπό έλεγχο και είναι σίγουρο πως αν αυξηθούν οι ροές η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά τι πρέπει να κάνει και θα το κάνει. Ως προς την woke culture, το πολιτικό κόστος από τον αχρείαστο (για την Ελλάδα) γάμο των ομοφυλοφίλων θα έχει απορροφηθεί σε μεγάλο βαθμό μέχρι το 2027.
Η αντιπολίτευση βρίσκεται στα κάγκελα. Για το τσίρκο του ΣΥΡΙΖΑ δεν αξίζει καν να ασχοληθεί κανείς. Αν κι όταν επανεμφανιστεί ο Αλέξης Τσίπρας στο πολιτικό παλκοσένικο, τότε μόνο θα μπορούμε να μιλήσουμε για πιθανές ανακατατάξεις στον συγκεκριμένο χώρο.
Το ΠΑΣΟΚ πάντα ήταν, και πάλι είναι, υπολογίσιμη δύναμη. Κάτι το όνομα, κάτι η ιστορία, κάτι (πολύ περισσότερο) τα επιτεύγματά του, θα μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Η κατάρρευση του, όμως, στην περίοδο των μνημονίων και μέχρι πρόσφατα, δημιούργησε ένα χάσμα περίπου 15 ετών, όπου έχασε στελέχη με εμπειρία, σπαράχτηκε από εσωκομματικές αντιθέσεις, αναλώθηκε σε προσωπικές διαμάχες, απώλεσε τον ιδεολογικό του προσανατολισμό, έχασε την αυτόματη αναφορά στην μνήμη πολλών πολιτών—ιδιαίτερα των νέων. Το μεγάλο πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ, όμως, είναι πρόβλημα της σοσιαλδημοκρατίας παγκόσμια, κι αυτό θα δυσκολεύει την επαναφορά του στην εξουσία.
Για τους λόγους αυτούς η κυβέρνηση Μητσοτάκη πολεμά με τον εαυτό της. Και στον πόλεμο αυτόν η εμμονική πατριδοκαπηλία δεν είχε θέση. Αποτελούσε έναν ακόμη αχρείαστο αντίπαλο, οπότε πολύ ορθά ο Μητσοτάκης κινήθηκε εναντίον του γρήγορα και αποφασιστικά. Ελπίζει κανείς ότι τα ίδια αντανακλαστικά θα ισχύουν όταν θα διαπιστώνεται διαχειριστική ανεπάρκεια, αδυναμία εκπλήρωσης φιλόδοξων στόχων, έλλειμμα κατανόησης ως προς τις ανάγκες των πολιτών, φαινόμενα έπαρσης, ολιγωρία στην αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, παράβλεψη σκανδάλων – οι παγίδες είναι πολλές, όσες και οι ανθρώπινες αδυναμίες και τα λάθη.
Η Ν.Δ. βρίσκεται στην δυσάρεστη θέση όπου η αποτυχία δεν αποτελεί επιλογή. Αν δεν διατηρήσει την ιδεολογική, πολιτική και διαχειριστική στιβαρότητα της, η χώρα ενδέχεται να οδηγηθεί σε πολυσυλλεκτική και πολυπληθή Βουλή – δηλαδή σε ακυβερνησία ακριβώς στην εποχή όπου απαιτείται γνωστικός και διορατικός τιμονιέρης.
Διαβάστε επίσης
Το τρις εξαμαρτείν ενός μεσσιανικού συνδρόμου
Η γενική κατακραυγή μετά την περίφημη συνέντευξη σε κυριακάτικη εφημερίδα και η υποστήριξη προς τον πρωθυπουργό για την διαγραφή Σαμαρά, διέψευσε όσους βιάστηκαν να ερμηνεύσουν τις εξελίξεις ως ένα ακόμη σημάδι κατάρρευσης της Ν.Δ. και της κυβέρνησης.
Η στήλη έχει πολλές φορές υποστηρίξει ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ένα μόνο αντίπαλο—τον ίδιο της τον εαυτό. Η απομπή Σαμαρά δεν αλλάζει ούτε στο ελάχιστο το πολιτικό σκηνικό.
Οι εξελίξεις στις ΗΠΑ δημιούργησαν την τάση να συλλαμβάνονται φανταστικές προεκτάσεις αντίστοιχων διαστάσεων και στην Ελλάδα, παραγνωρίζοντας όμως, πως οι άκριτες αντιστοιχίες είναι πολύ συχνά—αν όχι πάντα—παραπλανητικές.
Στις ΗΠΑ ο Τραμπ κέρδισε διότι έχασε ο Μπάιντεν και η Χάρις. Η δεύτερη διότι, ως αντιπρόεδρος δεν μπορούσε να υιοθετήσει ουσιαστικές αποστάσεις από τις πολιτικές Μπάιντεν. Βρέθηκε έτσι σε μία μορφή ουδέτερης ζώνης όπου προσπαθούσε να προβάλει νέες πολιτικές χωρίς να στραφεί κατά του αφεντικού της. Το αποτέλεσμα ήταν μία ασάφεια ιδιαίτερα στα θέματα του πληθωρισμού και της μετανάστευσης που τελικά την βύθισαν.
Ο Τραμπ έχει βέβαια τους πιστούς οπαδούς του. Και, χωρίς αμφιβολία, η woke culture έχει ξεπεράσει τα όρια της κοινωνικής ανοχής για την μεγάλη πλειοψηφία της αμερικανικής κοινωνίας, γεγονός που ο Τραμπ το εκμεταλλεύτηκε με επιτυχία. Ο συνδυασμός της απόρριψης της woke culture με την ασάφεια της Χάρις, συγκάλυψε τις αντιφάσεις και τις έωλες υποσχέσεις του Τραμπ. Οι Αμερικάνοι ονειρεύονται έτσι μία ρομαντική επιστροφή στην δεκαετία του 1960 – για πολλούς αυτή η έννοια του Make America Great Again.
To ξύπνημα θα είναι απότομο, επώδυνο, πλήγμα στην ψυχολογία και στην τσέπη της Αμερικής.
Τίποτα από αυτά δεν συμβαίνουν στην Ελλάδα. Οι προσπάθειες να ανακαλυφθούν ιδεολογικές, πολιτικές, κοινωνικές αντιστοιχίες είναι άκαιρες και καταδικασμένες σε αποτυχημένες προβλέψεις. Η μετανάστευση είναι υπό έλεγχο και είναι σίγουρο πως αν αυξηθούν οι ροές η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά τι πρέπει να κάνει και θα το κάνει. Ως προς την woke culture, το πολιτικό κόστος από τον αχρείαστο (για την Ελλάδα) γάμο των ομοφυλοφίλων θα έχει απορροφηθεί σε μεγάλο βαθμό μέχρι το 2027.
Η αντιπολίτευση βρίσκεται στα κάγκελα. Για το τσίρκο του ΣΥΡΙΖΑ δεν αξίζει καν να ασχοληθεί κανείς. Αν κι όταν επανεμφανιστεί ο Αλέξης Τσίπρας στο πολιτικό παλκοσένικο, τότε μόνο θα μπορούμε να μιλήσουμε για πιθανές ανακατατάξεις στον συγκεκριμένο χώρο.
Το ΠΑΣΟΚ πάντα ήταν, και πάλι είναι, υπολογίσιμη δύναμη. Κάτι το όνομα, κάτι η ιστορία, κάτι (πολύ περισσότερο) τα επιτεύγματά του, θα μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Η κατάρρευση του, όμως, στην περίοδο των μνημονίων και μέχρι πρόσφατα, δημιούργησε ένα χάσμα περίπου 15 ετών, όπου έχασε στελέχη με εμπειρία, σπαράχτηκε από εσωκομματικές αντιθέσεις, αναλώθηκε σε προσωπικές διαμάχες, απώλεσε τον ιδεολογικό του προσανατολισμό, έχασε την αυτόματη αναφορά στην μνήμη πολλών πολιτών—ιδιαίτερα των νέων. Το μεγάλο πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ, όμως, είναι πρόβλημα της σοσιαλδημοκρατίας παγκόσμια, κι αυτό θα δυσκολεύει την επαναφορά του στην εξουσία.
Για τους λόγους αυτούς η κυβέρνηση Μητσοτάκη πολεμά με τον εαυτό της. Και στον πόλεμο αυτόν η εμμονική πατριδοκαπηλία δεν είχε θέση. Αποτελούσε έναν ακόμη αχρείαστο αντίπαλο, οπότε πολύ ορθά ο Μητσοτάκης κινήθηκε εναντίον του γρήγορα και αποφασιστικά. Ελπίζει κανείς ότι τα ίδια αντανακλαστικά θα ισχύουν όταν θα διαπιστώνεται διαχειριστική ανεπάρκεια, αδυναμία εκπλήρωσης φιλόδοξων στόχων, έλλειμμα κατανόησης ως προς τις ανάγκες των πολιτών, φαινόμενα έπαρσης, ολιγωρία στην αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, παράβλεψη σκανδάλων – οι παγίδες είναι πολλές, όσες και οι ανθρώπινες αδυναμίες και τα λάθη.
Η Ν.Δ. βρίσκεται στην δυσάρεστη θέση όπου η αποτυχία δεν αποτελεί επιλογή. Αν δεν διατηρήσει την ιδεολογική, πολιτική και διαχειριστική στιβαρότητα της, η χώρα ενδέχεται να οδηγηθεί σε πολυσυλλεκτική και πολυπληθή Βουλή – δηλαδή σε ακυβερνησία ακριβώς στην εποχή όπου απαιτείται γνωστικός και διορατικός τιμονιέρης.
Διαβάστε επίσης
Το τρις εξαμαρτείν ενός μεσσιανικού συνδρόμου