Goldman Sachs: Διπλό… credit στην Ελλάδα για επενδύσεις και Χρηματιστήριο
Ανώτερος οικονομολόγος και αναλυτής της Goldman Sachs, δίνει διπλή ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα, τόσο για την πορεία των επενδύσεων όσο και για αυτή του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Ο Filippo Taddei Ε…
Ο Filippo Taddei Εκτελεστικός Διευθυντής της Goldman Sachs, επικεφαλής για τη Νότια Ευρώπη, περιμένει πως η ελληνική οικονομία θα εδραιώσει την αναπτυξιακή της δυναμική φέτος και θα επιταχύνει το ρυθμό προέλκυσης και υλοποίησης των επενδύσεων, σε επίπεδα υψηλότερα έναντι της υπόλοιπης Ευρωζώνης.
Όπως επισημαίνει ο Taddei, η απασχόληση και η βιομηχανική παραγωγή συνέχισαν να ανεβάζουν ρυθμούς από το τέλος της πανδημίας και απέχουν πλέον μόλις, κατά 3% και 10%, αντίστοιχα, από τα υψηλά που είχαν καταγραφεί πριν την GFC. Εν τω μεταξύ, το ποσοστό απασχόλησης έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 25 ετών. Από την άλλη βέβαια, οι επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων τόσο του οικιστικού όσο και του βιομηχανικού κλάδου, παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες, καθώς εξακολουθούν να βρίσκονται κατά 30% χαμηλότερα από το μέσο όρο της Ευρωζώνης και από τα τέλη της δεκαετίας του 2000, ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, οι επενδύσεις στην παραγωγική ικανότητα θα αυξηθούν σημαντικά φέτος στην Ελλάδα. Οι εκταμιεύσεις από το RRF (Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας) αναμένεται να φτάσουν σε κορυφωθούν φέτος, φτάνοντας δυνητικά τα 9 δισ. ευρώ (4% του ΑΕΠ), ενώ και ο ευρύτερος προγραμματισμός θα στραφεί όλο και περισσότερο προς τη στήριξη των επενδύσεων από φέτος και έπειτα. Υπό το σενάριο της πλήρους υλοποίησης των στόχων και υιοθέτησης μιας σειράς μεταρρυθμίσεων που οδηγούν σε εκταμίευση των πόρων, η Goldman Sachs εκτιμά ότι η ώθηση που θα μπορούσε να προκύψει θα είναι τόσο ισχυρή που θα μπορούσε να φτάσει τις 1,7 ποσοστιαίες μονάδες. Υπό μια πιο προσεκτική παραδοχή (80% υλοποίηση), οι επενδύσεις σε μη οικιστικά οικήματα και οι διάφορες άλλες θα μπορούσαν να αυξηθούν με διπλάσιο ρυθμό από την υπόλοιπη Ευρωζώνη, τόσο το 2024 όσο και το 2025.
Χρηματιστήριο
Ένα τέτοιο διαρκές, επίμονο και ενισχυμένο επενδυτικό έργο διαμορφώνει ένα υποστηρικτικό πλαίσιο για την επανένταξη του Χρηματιστηρίου Αθηνών στο «χάρτη» ανεπτυγμένων αγορών, σύμφωνα με τους αναλυτές του οίκου. Τον Ιούνιο του 2013, στον απόηχο της κρίσης του δημόσιου χρέους, η εγχώρια αγορά έγινε η πρώτη, ανεπτυγμένης οικονομίας που υποβαθμίστηκε στο καθεστώς της αναδυόμενης αγοράς. Ο Taddei βλέπει ωστόσο, τη δυνατότητα επανένταξης και αναβάθμισης, στη βάση της επενδυτικής ανθεκτικότητας, πιθανότατα μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού.
«Η αποκατάσταση ενός επιπέδου ετήσιων επενδύσεων που να ευθυγραμμίζονται με την υπόλοιπη Ευρωζώνη παραμένει κατά την άποψή μας ένα κεντρικό σημείο για τη διασφάλιση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Ο μόνιμος πληθυσμός της χώρας έχει μειωθεί σχεδόν κατά 5% την τελευταία δεκαετία και η ευθραυστότητα του δημογραφικού παραμένει ένα βασικό «αγκάθι» όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, χάρη σε μια ανθεκτική αγορά εργασίας, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων έχει βελτιωθεί αισθητα την τελευταία δεκαετία. Αναμένουμε ότι οι δημόσιες συνταξιοδοτικές δαπάνες θα μειωθούν, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μέχρι το τέλος της δεκαετίας προτού επιδεινωθούν πέρα από αυτή την περίοδο και θα παραμείνουν σχετικά κοντά στον μέσο όρο της Ευρωζώνης μακροπρόθεσμα», αναφέρει ο Taddei.
Ο ίδιος εκτιμά επίσης ότι οι εποικοδομητικές μακροοικονομικές προοπτικές θα μειώσουν τον αρνητικό αντίκτυπο της δημογραφικής επιδείνωσης, με σημαντικά οφέλη και στο σκέλος του δημόσιου χρέους. Στην πραγματικότητα, με δεδομένο ότι η στήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να επιταχυνθεί φέτος, οι αναλυτές αναμένουν ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους θα παραμείνει σε φθίνουσα τροχιά και αναμένεται να μειωθεί κατά περισσότερο από 30 ποσοστιαίες μονάδες μέχρι το τέλος της δεκαετίας, επίπεδα χαμηλότερα από αυτά που ανέμεναν προηγουμένως. Επιπλέον, δεδομένου ότι περίπου το 70% του δημόσιου χρέους είναι «κλειδωμένο» και αφορά σε λίγα ευρωπαϊκά προγράμματα διάσωσης πολύ μεγάλης ωρίμανσης και συνεπακόλουθα η περιορισμένη έκθεση αυτού στις αγορές, «θωρακίζει» τις κινήσεις του ΟΔΔΗΧ (μέσω του κόστους δανεισμού) από την υψηλή μεταβλητότητα των yields και συμβάλλει στη διατήρηση ενός κόστους δανεισμού σε επίμονα χαμηλά επίπεδα.