«Η χειρότερη πολιτική κρίση που έχει ζήσει η Γαλλία τα τελευταία ίσως 40 χρόνια»: Συζήτηση με τον Ν.Σμυρναίο για τις γαλλικές εκλογές – The Press Project – Ειδήσεις, Αναλύσεις, Ραδιόφωνο, Τηλεόραση
«Αυτή τη στιγμή είναι η χειρότερη πολιτική κρίση που έχει ζήσει η χώρα τα τελευταία ίσως 40 χρόνια. Όσο είμαι εγώ δηλαδή εδώ, που είμαι 30 χρόνια, δεν έχω ξαναζήσει…
Ο Νίκος Σμυρναίος, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Ιστορίας και Κοινωνιολογίας των ΜΜΕ, στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζ, μιλάει στο TPP για τις γαλλικές βουλευτικές εκλογές, που θα διεξαχθούν στις 30 Ιουνίου και 7 Ιουλίου. Μια συζήτηση για την Ακροδεξιά της Λεπέν, την πολιτική του Μακρόν, το γαλλικό εκλογικό σύστημα, αλλά και την αριστερή μεγάλη συμμαχία του Νέου Λαϊκού Μετώπου, που εμφανίζεται δεύτερη στις δημοσκοπήσεις, εν μέσω «πρωτοφανούς προπαγάνδας από τα ΜΜΕ.»
Alexandros Michailidis / SOOC
O Nίκος Σμυρναίος ξεκίνησε με μία αναφορά στην ιστορία του «Εθνικού Συναγερμού» της Μαρί Λεπέν:
«O Εθνικός Συναγερμός είναι ένα κόμμα που δημιουργήθηκε πριν λίγα χρόνια πάνω στη βάση του Εθνικού Μετώπου. Το Εθνικό Μέτωπο είναι το κόμμα του Λεπέν, του πατέρα. Αυτό το κόμμα δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ’70 από συνεργάτες των Γερμανών, δωσίλογους, Waffen-SS, οι οποίοι ήταν Γάλλοι που δούλεψαν με τους Ναζί. Ο Ζαν Μαρί Λεπέν ήτανε ένας ρατσιστής πολιτικός ο οποίος εξέφρασε την ακραία ακροδεξιά μέσα στο πολιτικό σύστημα. Αυτός ουσιαστικά χρησιμοποιήθηκε, εργαλειοποιήθηκε την 10ετία του ’80 από τον Μιτεράν για να κόψει ψήφους από τη δεξιά. Υπάρχει δηλαδή και μια τέτοιου τύπου ιστορία. Τέλος πάντων, για να φτάσουμε στις μέρες μας, το 2011 αποσύρθηκε ο Ζαν Μαρί Λε Πεν και το κόμμα το πήρε η κόρη του η Μαρίν Λε Πεν, την οποία προφανώς και ξέρουμε και ξέρουν και οι ακροατές σας. Από εκεί και πέρα προσπάθησε η Λε Πεν, κατά κάποιο τρόπο να κάνει το κόμμα παρουσιάσιμο, με την έννοια ότι σταμάτησε να κάνει ρατσιστικά και αντισημιτικά ανοιχτά σχόλια όπως ο πατέρας της, έδιωξε και κάποιους πολύ ακραίους Ναζί από το κόμμα.»
Έκανε και μία πολιτική στροφή αν θέλετε, τουλάχιστον τα προηγούμενα χρόνια, με την έννοια ότι ο Ζαν Μαρί ήταν και νεοφιλελεύθερος ταυτόχρονα. Ήταν ακραία νεοφιλελεύθερος και φασίστας. Η Μαρίν Λε Πεν, τα τελευταία χρόνια έκανε και μία υποτιθέμενη κοινωνική στροφή προς τα εργατικά στρώματα, προτείνοντας κάποια υποτίθεται κοινωνικά μέτρα. Βέβαια προφανώς αυτά τα κοινωνικά μέτρα είναι πάντα εις βάρος των ξένων, των ανθρώπων που δεν μπαίνουν μέσα σ’ αυτόν τον ορισμό του Γάλλου, ας πούμε όπως τον θεωρεί αυτή. Αυτά όμως τα μέτρα τώρα στην προεκλογική περίοδο έχουν αποσυρθεί, όλα τα κοινωνικά μέτρα που είχε υποσχεθεί, για παράδειγμα η ακύρωση της απορρύθμισης του συνταξιοδοτικού που είχε περάσει ο Μακρόν. Έχει αλλάξει θέση για το συνταξιοδοτικό.»
«Την εκτελεστική εξουσία την έχει ο Πρωθυπουργός. Δεν την έχει ο Πρόεδρος.»
Περιγράφοντας την κατάσταση, τόνισε ότι «αυτήν τη στιγμή είναι η χειρότερη πολιτική κρίση που έχει ζήσει η χώρα τα τελευταία ίσως 40 χρόνια. Όσο είμαι εγώ δηλαδή εδώ, που είμαι 30 χρόνια, δεν έχω ξαναζήσει τέτοιο πράγμα. Γιατί αυτήν τη στιγμή η ακροδεξιά της Λεπέν που είναι σκληρή ακροδεξιά, δηλαδή έχει ρατσιστικά στοιχεία, έχει αντισημίτες, έχει νεοναζιστές κ.τ.λ, υπάρχει ένας σοβαρός κίνδυνος να αποκτήσει την εξουσία της χώρας. Δηλαδή ο πρωθυπουργός ο επόμενος να είναι από το κόμμα τους.»
Εξήγησε στη συνέχεια ότι «την εκτελεστική εξουσία την έχει ο Πρωθυπουργός. Δεν την έχει ο Πρόεδρος. Ο Πρόεδρος έχει ειδικές αρμοδιότητες σε ό,τι έχει να κάνει με την Άμυνα και την Εξωτερική Πολιτική. Το γαλλικό σύστημα λειτουργεί συνήθως με πολιτική συμφωνία πολιτική μεταξύ Προέδρου και Πρωθυπουργού. Δηλαδή γίνονται πρώτα οι Προεδρικές εκλογές και μετά οι βουλευτικές και συνήθως το κόμμα του Προέδρου έχει και την πλειοψηφία. Υπήρχαν δύο φορές στο παρελθόν που έχει υπάρξει αντίθεση μεταξύ Πρωθυπουργού και Προέδρου. Για παράδειγμα από το 1997 μέχρι το 2001 Πρόεδρος ήταν ο δεξιός Σιράκ και Πρωθυπουργός ήταν ο σοσιαλιστής Ζοσπέν. Η πολιτική ήταν του Πρωθυπουργού. Άρα λοιπόν, αν νικήσουν πράγματι σε αυτές τις εκλογές, που είναι πολύ πιθανόν, θα μπορέσουν να έχουν την εκτελεστική εξουσία στην χώρα, με ρατσιστικά μέτρα κλπ.»
Σε διευκρινιστική ερώτηση για το αν μπορεί ο Πρωθυπουργός να ασκεί εξουσία, ενώ ο Πρόεδρος να έχει αντίθετη θέση, απάντησε ότι «ο Πρόεδρος έχει κάποια εργαλεία που μπορεί να παρεμποδίσει την πολιτική μιας κυβέρνησης με βουλευτική πλειοψηφία, αλλά την εκτελεστική εξουσία την έχει ο Πρωθυπουργός και η πλειοψηφία της Βουλής.»
Πώς φτάσαμε ως εδώ
Σχολιάζοντας τη διαρκή άνοδο της Ακροδεξιάς, αλλά και τον μόνιμο τα τελευταία χρόνια φόβο ότι θα καταφέρει να πάρει εξουσία το κόμμα της Λεπέν, σημείωσε αρχικά ότι η άνοδος «είναι αποτέλεσμα πολιτικών των τελευταίων χρόνων. Ουσιαστικά είναι σκληρές νεοφιλελεύθερες και αυταρχικές πολιτικές. Αυτές οι πολιτικές άρχισαν επί Ολάντ. Δηλαδή του σοσιαλιστή Προέδρου πριν από τον Μακρόν. Ο Μακρόν ήταν υπουργός του Ολάντ. Δηλαδή υπάρχει μία σύνδεση εκεί πέρα».
«Αυτοί οι άνθρωποι κάνανε τουλάχιστον τρία πράγματα» εξήγησε στη συνέχεια.
«Το πρώτο ήταν να οξύνουν τις κοινωνικές αδικίες με πολιτική υπέρ των πλουσίων και φτωχοποίηση των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων. Ποδοπάτησαν όλες τις αρχές της δημοκρατίας, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια. Δηλαδή πέρασαν νόμους όπως το Συνταξιοδοτικό με διατάγματα χωρίς να ψηφιστούν από την Βουλή καν, ενώ υπήρχαν τεράστια κοινωνικά κινήματα και τεράστια αντίθεση ακόμα και στις μετρήσεις κοινής γνώμης. Άρα λοιπόν είναι σαν να έλεγε ότι δεν υπάρχει δημοκρατία. Μπορείτε να ψηφίζετε ό,τι θέλετε, μπορείτε να βγαίνετε στον δρόμο, μπορείτε να έχετε πλειοψηφία στην κοινή γνώμη, εγώ θα περάσω αυτό που θέλω, αυτήν την αντιλαϊκή πολιτική. Το τρίτο χαρακτηριστικό της πολιτικής του Μακρόν ιδιαίτερα τα τελευταία δύο χρόνια, είναι η υιοθέτηση μίας κοινής ρητορικής με την ακροδεξιά.»
«Επίσης», πρόσθεσε, «ένα μεγάλο χαρακτηριστικό είναι ότι επειδή υπάρχει αυτή η λογική του δεύτερου γύρου στη Γαλλία, δηλαδή οι δύο πρώτοι στις Προεδρικές εκλογές αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον και ο νικητής γίνεται Πρόεδρος. Και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις και το ’17 και το ’22 ο Μακρόν κέρδισε με τους ψήφους της Aριστεράς και της Kεντροαριστεράς και στη συνέχεια έκανε τη δική του πολιτική χωρίς να το λάβει υπόψη του αυτό. Και αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα».
«Όλο το κατεστημένο, από το πρωί μέχρι το βράδυ χτυπάει την Αριστερά»
Σχετικά με το πώς εξελίχθηκε η προεκλογική εκστρατεία στη χώρα, ο Νίκος Σμυρναίος τονίζει:
«Η καμπάνια όπως εξελίσσεται τώρα είναι μια καμπάνια στην οποία ο ίδιος ο Μακρόν, τα κυρίαρχα ΜΜΕ, όλο το καπιταλιστικό κατεστημένο της χώρας, από το πρωί μέχρι το βράδυ χτυπάει την Αριστερά. Δεν χτυπάει τον Εθνικό Συναγερμό. Στις πολιτικές επιστήμες είναι ένα κλασικό φαινόμενο αυτό. Και τη δεκαετία του ’30 το έχουμε δει. Και στην Ελλάδα το είδαμε με τη Χρυσή Αυγή. Η άρχουσα τάξη είναι έτοιμη να προδώσει τις ίδιες τις φιλελεύθερες υποτίθεται πεποιθήσεις της για να προστατεύσει το πορτοφόλι της. Ουσιαστικά κάπως έτσι εξηγείται»..
Ενώ σε ερώτηση σχετικά με το γιατί ο Εμανουέλ Μακρόν, μετά τη μεγάλη του ήττα στις Ευρωεκλογές, προκήρυξε τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές, σχολιάζει ότι «ο στόχος του, υποθέτουν οι πολιτικοί αναλυτές, ήταν επειδή καθ’ όλη την διάρκεια των Ευρωεκλογών η Aριστερά και η Kεντροαριστερά αλληλοχτυπιόντουσαν ο υπολογισμός του ήταν ότι θα καταφέρει να πάρει ένα κομμάτι της Kεντροαριστεράς μαζί του και να ξαναθέσει πάλι το ίδιο δίλημμα όπως και στις προεδρικές, ότι “ή εγώ ή ο Εθνικός Συναγερμός”».
Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο – Ενωτικό κλίμα αλλά και εντάσεις
Αμέσως μετά τις Ευρωεκλογές, 24 ώρες μετά την προκήρυξη των βουλευτικών εκλογών, η Αριστερά, οι Οικολόγοι, οι Σοσιαλιστές, το γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα αλλά και πολλά μικρότερα κόμματα δημιούργησαν το «Νέο Λαϊκό Μετωπο». Με όνομα που παραπέμπει στη νικηφόρα συμμαχία της Αριστεράς στις εκλογές του 1936 και στα πρότυπα της συμμαχίας «NUPES» του 2022, που όμως αντιμετώπισε πολλά προβλήματα στη συνέχεια, οι ηγέτες των κομμάτων πολύ γρήγορα αποφάσισαν κοινή κάθοδο και το κοινό πρόγραμμα. Αριστερές εφημερίδες, όπως η Liberation και η Humanite, με πρωτοσέλιδά τους απεικόνισαν άμεσα το κοινωνικό αίσθημα από τα κάτω για ενωτική πρωτοβουλία.
«Ουσιαστικά, προγραμματικές διαφορές μεταξύ αυτών των κομμάτων δεν υπάρχουν» αναφέρει ο Νίκος Σμυρναίος. «Υπάρχει διαφορά σε βαθμό. Η Ανυπόταχτη Γαλλία είναι πολύ πιο αριστερή, το σοσιαλιστικό κόμμα είναι πιο κεντρώο αλλά τέλος πάντων η γενική κατεύθυνση, πολιτικά αν το δούμε, σε ό,τι έχει να κάνει με την οικονομία, τη φορολογία, τον αντιρατσισμό κ.τ.λ. δεν έχει μεγάλες διαφορές. Οι διαφορές είναι λεπτομέρειες σε σχέση με τα διακυβεύματα της χώρας. Υπάρχει η διαφορά στη θέση για την Ουκρανία στην οποία η Ανυπόταχτη Γαλλία τείνει περισσότερο προς την πρόταση ειρηνευτικών συζητήσεων, ενώ το Σοσιαλιστικό κόμμα ζητάει βοήθεια χωρίς όρους προς την Ουκρανία. Και η θέση γύρω από το Παλαιστινιακό στην οποία, το Σοσιαλιστικό κόμμα προσπαθεί να εξισορροπήσει μεταξύ των δύο, ενώ η Ανυπόταχτη Γαλλία είναι πολύ πιο καθαρά υπέρ της λύσης δύο κρατών, την ανεξαρτησία, την αναγνώριση του Παλαιστινιακού Κράτους κλπ.»
Αναγνωρίζει όμως ότι η συμμαχία έχει σημαντικές προκλήσεις μπροστά της, καθώς «είναι συμμαχία η οποία εμπεριέχει πολλές εντάσεις για την πρωτοκαθεδρία. Αυτό έχει να κάνει με στρατηγικές προσώπων. Δηλαδή ποιος θα είναι ο Πρωθυπουργός, ποιος θα έχει περισσότερους βουλευτές. Ουσιαστικά το διακύβευμα είναι ο συσχετισμός δυνάμεων μέσα σ’ αυτό το μπλοκ, αν θα είναι η ριζοσπαστική αριστερά ή κάτι που θα τείνει προς τη σοσιαλδημοκρατία. Και κυρίως ποια θα είναι τα πρόσωπα που θα ασκούνε την εξουσία στην κοινοβουλευτική ομάδα και, αν κερδίσουν τις εκλογές, ποιος θα είναι ο Πρωθυπουργός».
Στη βάση όμως «δηλαδή τους ανθρώπους σαν και μένα, σαν τον οποιοδήποτε που είναι απλοί πολίτες, τέλος πάντων, πολιτικοποιημένοι, που παρακολουθούν τι γίνεται, υπάρχει το ενωτικό κλίμα. Εκεί που το πράγμα χαλάει, είναι στις υψηλές σφαίρες των κομμάτων, όπου εφαρμόζονται αυτές οι στρατηγικές, τις οποίες εξήγησα, και μέσα σε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί από ένα καταιγισμό προπαγάνδας στα ΜΜΕ, πράγμα το οποίο δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου εδώ πέρα σ’ αυτή τη χώρα.»
«Μια πολύ σημαντική παράμετρος είναι ότι ο Ζαν Λικ Μελανσόν ο οποίος έχει μεγάλη πέραση στα λαϊκά στρώματα είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει εκφράσει αρκετά ριζοσπαστική υποστήριξη προς τους Παλαιστίνιους κλπ» προσθέτει. Αλλά, «όλο αυτό έχει εργαλειοποιηθεί από τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας και έχει γίνει μια κατηγορία αντισημιτισμού, το οποίο βέβαια είναι γελοίο ως κατηγορία, αλλά αν θυμάστε, και τον Κόρμπιν κάπως έτσι τον τελειώσανε στην Αγγλία. Οπότε αυτό το πράγμα χρησιμοποιείται στα ΜΜΕ ως κατηγορία, όταν ας πούμε πάει ένας αντιπρόσωπος των Οικολόγων, οι δημοσιογράφοι του λένε: “μα πώς μπορείτε να συμμαχείτε με τους αντισημίτες;” Κάτι το οποίο είναι εντελώς παράλογο, γιατί προφανώς και αντισημίτες είναι οι Ναζί, οι φασίστες και οι ακροδεξιοί που βρίσκονται στον Εθνικό Συναγερμό, και οι οποίοι δε δέχονται τέτοιου τύπου ερωτήσεις.»
Τα κόμματα του συνασπισμού δεν αντιπροσωπεύουν τα ίδια κοινωνικά στρώματα. «Κάτι το οποίο δημιουργεί αντιπαλότητα, αλλά είναι και στρατηγικά ενδιαφέρον, και αυτό ίσως έχει και κάποιο νόημα σε σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Δηλαδή η Ανυπότακτη Γαλλία έχει βαθιά επιρροή στα λαϊκά στρώματα, στους ανθρώπους που είναι ξένης καταγωγής, στους ανθρώπους που ζούνε στα γκέτο… άνθρωποι δηλαδή και κοινωνικές ομάδες που είχαν χαθεί για την Κεντροαριστερά. Η Κεντροαριστερά, οι Οικολόγοι συγκεκριμένα, μπορεί να φαίνεται παράδοξο, αλλά έχουν μεγάλη επιρροή στα μικρά στρώματα υψηλής μόρφωσης και στους νέους, και το Σοσιαλιστικό κόμμα έχει επίσης κι αυτό επιρροή σε ανθρώπους υψηλής μόρφωσης κεντροαριστερούς, αλλά επίσης και σε κάποια κομμάτια της υπαίθρου που δεν έχει επιρροή η Ανυπότακτη Γαλλία. Άρα λοιπόν αυτά. Πολιτικά ως στρατηγική είναι πολύ έξυπνη, γιατί ο καθένας φέρνει ένα κομμάτι της κοινωνίας, μία κοινωνική ομάδα, που ο άλλος δεν είχε απήχηση. Απ’ την άλλη όμως, προφανώς, το ίδιο χαρακτηριστικό σημαίνει και αυτοί οι άνθρωποι, ότι τα κόμματα εκφράζουν και άλλα κοινωνικά συμφέροντα επίσης. Άρα μπορεί να υπάρχει και εσωτερική σύγκρουση».
Οι προβλέψεις
«Αυτήν τη στιγμή, στις τελευταίες μετρήσεις, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο είναι γύρω στο 30%, λίγο κάτω από το 30% και ο Εθνικός Συναγερμός είναι πολύ πάνω από το 30%, δηλαδή μεταξύ 32%, 33%, κάποιες μετρήσεις τον δίνουν και στο 35%, 36%. Ο Μακρόν είναι γύρω στο 20%, κάτω από το 20%. Άρα λοιπόν η πρώτη δύναμη που θα βγει σε αυτές τις εκλογές κατά πάσα πιθανότητα σε ποσοστά θα είναι ο Εθνικός Συναγερμός. Τώρα το ερώτημα που τίθεται είναι αν ο Εθνικός Συναγερμός θα καταφέρει να έχει πλειοψηφία. Αν δεν είχε δημιουργηθεί η συμμαχία της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς , θα ήταν σίγουρο ότι θα είχε πλειοψηφία. Άρα λοιπόν έχουμε ένα θετικό καταρχάς, μία θετική εξέλιξη με την έννοια ότι κόβεται αυτή η δυναμική» τονίζει.
«Πολύ δύσκολα μπορούμε να προβλέψουμε τον πραγματικό αριθμό εδρών που θα έχει το κάθε κόμμα, γιατί στις γαλλικές εκλογές, οι έδρες δεν είναι ποσοστιαίες ανάλογα με το ποσοστό του κόμματος. Είναι πάλι πλειοψηφικό σύστημα δύο γύρων». Πρόκειται για μονοεδρικές περιφέρειες, όπου στον δεύτερο γύρο, κερδίζει ο πρώτος την έδρα. «Το ποσοστό του πρώτου γύρου αποτυπώνει μια εκλογική επιρροή σε ποσοστό στη χώρα. Αλλά σε δεύτερη φάση έχουμε τη διάσπαση των μονοεδρικών στο κάθε κόμμα. αυτό είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί, γιατί θα εξαρτηθεί από το τι θα ψηφίσει ο τρίτος, ο τέταρτος, αν θα υπάρξει αποχή…»
«Ακριβώς επειδή κατά μεγάλη πιθανότητα, στις περισσότερες περιφέρειες, θα είναι αντιμέτωποι στον δεύτερο γύρο η Ακροδεξιά με τον συνασπισμό της Αριστεράς, θα εξαρτηθεί από τη θέση που θα πάρουν και τον ψήφο που θα ρίξουν οι υπόλοιποι. Δηλαδή ουσιαστικά οι Μακρονιστές. Και εδώ δημιουργείται το πρόβλημα, γιατί αυτή τη στιγμή οι Μακρονιστές ουσιαστικά δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο».
«Αυτό που ζούμε στα κανάλια, μου θυμίζει περίοδο 2012-15 στην Ελλάδα»
Ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Ιστορίας και Κοινωνιολογίας των ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζ κάνει και ειδική αναφορά στη μιντιακή προπαγάνδα, κατά την προεκλογική περίοδο:
«Είμαι τριάντα χρόνια εδώ, δεν το έχω ξαναδεί ποτέ. Δηλαδή αυτό που ζούμε στα κανάλια, μου θυμίζει περίοδο 2012-15 στην Ελλάδα. Όταν στον ΣΥΡΙΖΑ ξαφνικά ήτανε… λενινιστές, μαρξιστές, αντάρτες που θα βγούνε με όπλα στους δρόμους. Εδώ δηλαδή έχει βαπτιστεί αυτή η συμμαχία ως αντισημίτες, ακροαριστεροί, φίλοι της Χαμάς, φιλοτρομοκράτες… Kι αυτό το βλέπουμε καθημερινά στα κυρίαρχα ΜΜΕ. Επίσης, τα τελευταία χρόνια, κάτι που πιστεύω θα ενδιαφέρει τους ακροατές, τα ΜΜΕ τα γαλλικά έχουν αλλάξει. Ειδικά με την παρουσία δισεκατομμυριούχων που έχουν αγοράσει πολλά ΜΜΕ και συγκεκριμένα ενός, του Βενσάν Μπολορέ, που είναι καθολικός ακροδεξιός, έχει αγοράσει πάρα πολλά ΜΜΕ τελευταία. Δεν του έχει μπει κανένα εμπόδιο, ενώ θα μπορούσαν να του βάλουν ρυθμιστικά εμπόδια, και έχει δημιουργήσει ένα κανάλι το οποίο είναι το αντίστοιχο Fox News της Γαλλίας. Το οποίο απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ, ενώ υποτίθεται ότι πρέπει να έχει, ως τηλεοπτικό κανάλι που χρησιμοποιεί δημόσια συχνότητα, μία μίνιμουμ αν θέλετε δεοντολογίας, έχει γίνει προπαγανδιστικός μηχανισμός, με στόχο τη νίκη της Ακροδεξιάς. Αυτό για τη Γαλλία είναι κάτι το οποίο είναι σοκαριστικό. Δεν το ’χουμε ξαναζήσει ποτέ και δυσκολευόμαστε να το αντιμετωπίσουμε» εξηγεί.
«Επίσης η Ακροδεξιά έχει πολύ καλή στρατηγική. Ιδιαίτερα ο Πρόεδρος του κόμματος της Ακροδεξιάς, που είναι 29 χρονών, ο Ζορντάν Μπαρντελά, που ίσως να έχετε δει κάπου, ένας νέος, ωραίος, μπόντι μπίλντερ, έχει ένα ενάμιση εκατ. φόλουερς στο Τικ Τοκ κι ανεβάζει βίντεο για την προσωπική του ζωή» συνεχίζει.
Ενώ τονίζει επίσης την «ευθυγράμμιση της αστικής και της μεγαλοαστικής τάξης με την Ακροδεξιά, ούτως ώστε να μην χάσουν κάποια από τα προνόμια που έχουν. Δηλαδή αυτό είναι κάτι το οποίο έχουμε ξαναζήσει ιστορικά. Είναι ένα φαινόμενο που το έχουμε δει, αλλά όταν το ζεις στην πραγματικότητα και τόσο σκληρά και σε μία χώρα όπως η Γαλλία, που έχει τέλος πάντων και κάποιες δομές και κάποια ιστορία δημοκρατική, είναι πραγματικά σοκαριστικό.»
Τα σενάρια
Κλείνοντας, ο κ.Σμυρναίος αναφέρθηκε στα τέσσερα, κατά την άποψή του, σενάρια για το αποτέλεσμα της κάλπης:
«Να ξεκινήσουμε απ’ το κακό. Το πιο κακό προφανώς είναι να έχει 289 βουλευτές μόνος του, ή με τους συμμάχους του, ο Εθνικός Συναγερμός. Εκεί ανοίγεται ένας δρόμος ο οποίος δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει και σε τι θα καταλήξει, τι θα γίνει… Κάποιες υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε, ότι θα είναι ένα σενάριο αλά Μελόνι, δηλαδή κανονικοποίηση κατά κάποιον τρόπο της ακροδεξιάς, αλλά αν είσαι Άραβας, αν είσαι ξένος, αν είσαι γκέι, θα έχεις τεράστιο πρόβλημα. Έχει αρχίσει και στον δρόμο αυτό, ο άλλος μπορεί να σε προσβάλει, επειδή έχει ένα ξένο όνομα, κλπ. Ήδη δηλαδή έχουν αρχίσει απειλές κατά δημοσιογράφων. Γιατί νομιμοποιεί μια τέτοια στάση το γεγονός ότι υπάρχει αυτή η πολιτική δύναμη. Αυτό λοιπόν είναι το πολύ κακό σενάριο.
Το δεύτερο σενάριο που είναι λιγότερο πιθανό απ’ ό,τι βλέπω στις μετρήσεις, είναι να καταφέρει ο Μακρόν να δημιουργήσει μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, παίρνοντας λίγο από τη Δεξιά και λίγο από την Κεντροαριστερά. Αυτό όμως μου φαίνεται πολύ δύσκολο, γιατί αυτήν τη στιγμή ο Μακρόν είναι το πιο μισητό πρόσωπο στη Γαλλική πολιτική σκηνή. Δηλαδή όποιος τον πλησιάζει καίγεται. Και στο μέτωπο της Αριστεράς, της Κεντροαριστεράς, υπάρχουνε πρόθυμοι εκεί μέσα. Τώρα αν θα είναι αρκετοί, δεν ξέρουμε.
Το τρίτο σενάριο είναι απλά ακυβερνησία. Εκεί πάλι ανοίγεται ένας δρόμος που δεν τον ξέρουμε. Υπάρχει μία παράγραφος στο γαλλικό Σύνταγμα που δίνει στον Πρόεδρο υπερεξουσίες. Μπορεί ο Πρόεδρος να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να κυβερνάει χωρίς το Κοινοβούλιο.
Το τέταρτο σενάριο είναι να κερδίσουμε εμείς, αλλά αυτό μου φαίνεται πάρα πολύ χλωμό. Εγώ σε κάτι που έγραψα στα γαλλικά και είχε κάποια ανταπόκριση στους συντρόφους εδώ στη Γαλλία., τους εξήγησα πώς γίνανε τα πράγματα στην Ελλάδα μεταξύ 2012-15, αυτό που είπαμε. Αυτό που κατά εμέ επέτρεψε στο ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει το ’15 – δε σχολιάζουμε τη συνέχεια, έτσι; – ήταν ότι έμεινε σταθερός σε κάποιες αξίες, παρ’ όλη την επίθεση που δέχθηκε. Αν λοιπόν σε όλα τα προαναφερόμενα σενάρια, έστω και αν δεν κερδίσουμε τώρα, αυτή η συμμαχία καταφέρει να κρατηθεί όρθια και να συνεχίσει να είναι συνεπής σε κάποιες βασικές αρχές – κοινωνική δικαιοσύνη, αντιρατσισμός, αντιφασισμός – υπάρχουν πιθανότητες σε ένα, δύο, τρία χρόνια στις επόμενες Βουλευτικές, στις επόμενες Προεδρικές να κερδίσουμε. Δηλαδή αυτό που είπα και συζητιέται στους κύκλους, είναι ότι η 7η Ιουλίου δεν είναι το τέλος, είναι η αρχή αυτής της διαδικασίας, η οποία δεν ξέρουμε βέβαια πού θα καταλήξει.»