Κ. Σωτηρόπουλος (Mondelēz International): Η Ελλάδα περιφερειακό κέντρο για την πολυεθνική των σνακ
Στη χώρα μας λειτουργεί το Παγκόσμιο Κέντρο Κυβερνοασφάλειας του ομίλου, ενώ στο εργοστάσιο της Λαμίας έχει δημιουργηθεί ένα κέντρο Ερευνας και Ανάπτυξης για προϊόντα bakery
© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η Ελλάδα μπορεί να αποτελεί κέντρο εξελίξεων και βάση μιας ξένης πολυεθνικής παρά το σχετικά μικρό μέγεθός της σε μία κατά τα άλλα ιδιαίτερα ανταγωνιστική Ευρώπη;
Για τον κ. Κωσταντίνο Σωτηρόπουλο, τον διευθύνοντα σύμβουλο της ελληνικής θυγατρικής της Mondelēz International, αυτό δεν αποτελεί ένα θεωρητικό ντιμπέιτ, αλλά ένα μεγάλο στοίχημα.
Και αυτό καθώς ο πολυεθνικός όμιλος, μετά το deal εξαγοράς της Chipita, έχει λάβει τη στρατηγική απόφαση να καταστήσει την Ελλάδα περιφερειακό κέντρο για την παγκόσμια λειτουργία της αλλά και για την ανάπτυξη νέων προϊόντων, ακολουθώντας ένα φιλόδοξο πλάνο επενδύσεων.
Hδη στο πλαίσιο αυτό στα κεντρικά γραφεία της άλλοτε Chipita, όπου πλέον έχουν μεταφερθεί η διοίκηση της θυγατρικής αλλά και του Cluster της Νότιας – Κεντρικής Ευρώπης, ξεκίνησε τη λειτουργία του το Παγκόσμιο Κέντρο Κυβερνοασφάλειας, το οποίο είναι υπεύθυνο τόσο για την κυβερνοασφάλεια όσο και για την ανάπτυξη ψηφιακών εφαρμογών για τις λειτουργίες του ομίλου διεθνώς. Επίσης, στο εργοστάσιο της Λαμίας, όπως λέει ο κ. Σωτηρόπουλος, έχει δημιουργηθεί ένα κέντρο Eρευνας και Ανάπτυξης για προϊόντα bakery (αρτοποιίας, ζύμες, σφολιάτες κ.ο.κ.) απ’ όπου θα ξεκινά και η προσπάθεια για τη δημιουργία καινοτόμων προϊόντων στην κατηγορία για το σύνολο των διεθνών αγορών.
Με άλλα λόγια, πώς ο συνδυασμός της «κληρονομιάς» της Chipita με αυτή του πολυεθνικού ομίλου με τεράστια παγκόσμια brands όπως Milka, Oreo, Cadbury, Tuc, Philadelphia, Toblerone κ.ο.κ. ή ελληνικά εμβληματικά όπως Παυλίδης και Lacta μπορούν να μετουσιωθούν σε νέα, καινοτόμα προϊόντα που θα βοηθήσουν τελικά στην επίτευξη που έχει θέσει ο πολυεθνικός όμιλος, να καταστεί παγκοσμίως ηγέτιδα δύναμη των σνακ έως το 2030! Μία πρώτη γεύση του «γάμου» αυτού και των προσπαθειών που γίνονται, όπως λέει ο κ. Σωτηρόπουλος, θα έχουν την ευκαιρία να δουν σε λίγες εβδομάδες οι καταναλωτές στην Κεντρική Ευρώπη, καθώς επίκειται η ευρεία κυκλοφορία σειράς κρουασάν σε συνδυασμό με τις σοκολάτες Milka.
Η συζήτησή μας γίνεται στα κεντρικά γραφεία της Mondelēz International στη χώρα μας, όπου πέραν της ελληνικής θυγατρικής είναι και η βάση του Cluster Νότιας – Κεντρικής Ευρώπης.
«Η Mondelēz έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια μετά την εξαγορά της Chipita. Καταρχάς άλλαξε το αποτύπωμα της εταιρείας στην Ελλάδα. Ηταν μια μεγάλη πολυεθνική επιχείρηση, που με τη συγχώνευσή της με την Chipita κατέστη η μεγαλύτερη εταιρεία snacking εδώ. Επειτα, άλλαξε η δομή της στην ελληνική αγορά. Πήραμε τις συνέργειες με την Chipita και φτιάξαμε ένα απευθείας δίκτυο διανομής που μας δίνει τη δυνατότητα να βλέπουμε το 100% της μικρής λιανικής και του οργανωμένου λιανεμπορίου άμεσα, άρα αλλάξαμε πολύ τις δυνατότητες που έχουμε στην αγορά. Και βέβαια το τρίτο στοιχείο είναι ότι πλέον η Ελλάδα κατέστη ένα σημαντικό κομμάτι για τη Mondelez σε παγκόσμια κλίμακα παρά το γεγονός ότι ο τζίρος των περίπου 250 εκατ. στην ελληνική αγορά εξακολουθεί να αποτελεί ένα μικρό κομμάτι στα περίπου 38 δισ. δολ. που κάνει ο Ομιλος παγκοσμίως ή ακόμα και τα 11 δισ. δολ. που κάνει στην Ευρώπη», λέει ο κ. Σωτηρόπουλος.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, το Cluster Νότιας – Κεντρικής Ευρώπης που εδρεύει σήμερα στην Αθήνα καλύπτει 12 ευρωπαϊκές αγορές (Ελλάδα, Ρουμανία, Βουλγαρία, Κύπρο, τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας κ.ο.κ.). Εχει υπό την ομπρέλα του έξι εργοστάσια, δύο hubs, πάνω από 4.000 εργαζομένους και έσοδα συνολικού ύψους 930 δισ. δολ. το 2023. Στην Ελλάδα βρίσκονται τρία εργοστάσια, της ιστορικής σοκολατοβιομηχανίας Παυλίδη, καθώς και τα δύο εργοστάσια που είχε η Chipita, στη Λαμία και τη Λάρισα, και απασχολούνται 1.000 άτομα στο σύνολο.
«Αυτό λοιπόν που καταφέραμε», συνεχίζει ο κ. Σωτηρόπουλος, «ήταν να πείσουμε ότι εδώ υπάρχει αρκετό ταλέντο, υπάρχει ήδη μια εταιρεία με δομή, οργάνωση και καθιερωμένους τρόπους εργασίας, επίσης έχουμε μια κυβέρνηση που θέλει να φέρει επενδύσεις και θέλει την ανάπτυξη, έχουμε μια χώρα που μπορεί να προσελκύσει ταλέντο απ’ όλο τον κόσμο, γιατί εδώ έχεις πια όλες τις υποδομές, ασφάλεια, παιδεία, υγεία για να μπορείς να προσκαλέσεις ταλέντο απ’ το εξωτερικό, και άρα εδώ καταφέραμε να πείσουμε να έχει μία μεγάλη βαρύτητα και σημασία η Ελλάδα στο σύνολο του ομίλου της Mondelez! Αυτό λοιπόν πέραν του μετασχηματισμού, που ούτως ή άλλως θα γινόταν μετά την πλήρη ενοποίηση και απορρόφηση της Chipita, έχει απτά αποτελέσματα με νέες επενδύσεις που ενισχύουν τον ρόλο της Ελλάδας στον όμιλο. Καταρχάς φέραμε το Παγκόσμιο Κέντρο Κυβερνοασφάλειας για το οποίο πρωτοστάτησε ο Κώστας Γεωργακόπουλος, διευθυντής Τεχνολογίας (CTO) για όλο τον όμιλο της Mondelēz International. Και έπειτα φέραμε το παγκόσμιο R&D center για τα προϊόντα bakery στην Ελλάδα, ένα φανταστικό κέντρο-πρότυπο που φτιάξαμε στο εργοστάσιο της Λαμίας».
Αυτή τη στιγμή η Mondelēz για το κομμάτι τεχνολογίας και cybersecurity απασχολεί 31 άτομα στην Αθήνα, εκ των οποίων τα 13 είναι ειδικοί στην κυβερνοασφάλεια και οι 18 μηχανικοί που αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν τα νέα συστήματα του ομίλου, όπως π.χ. τελευταία το SAP για το σύνολο της ευρωπαϊκής δραστηριότητας του πολυεθνικού ομίλου. Στόχος του κ. Γεωργακόπουλου, του Ελληνα ομογενή που έχει ως βάση την Ατλάντα των ΗΠΑ αλλά επισκέπτεται πλέον αρκετά συχνά την Αθήνα, είναι η ομάδα στην Ελλάδα να φθάσει τα 50 άτομα εντός της επόμενης διετίας.
Σε ό,τι αφορά το R&D Center για bakery προϊόντα στη Λαμία, αυτό έχει στελεχωθεί ήδη με 25 άτομα και είναι συνδεδεμένο με αντίστοιχη δομή που υπάρχει στην Πολωνία. «Ολο το μέλλον του bakery σε παγκόσμιο επίπεδο για τον όμιλο, είτε αυτό σημαίνει καινοτομία είτε ανάπτυξη σε νέες αγορές, ξεκινάει από την Ελλάδα! Και αυτό θα φανεί ξεκάθαρα όταν θα δείτε πλέον το λανσάρισμα που ετοιμάζουμε σε καινούριες αγορές των προϊόντων κρουασάν, ζύμης κ.ά. Ολο αυτό το κομμάτι σε επίπεδο ομίλου θα ξεκινάει από την Ελλάδα», λέει ο κ. Σωτηρόπουλος.
Η μεγάλη πρόκληση για τον ίδιο είναι αυτή η επένδυση που σήμερα κάνει ο όμιλος να μπορεί να φέρνει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, με σκοπό να δημιουργούνται οι συνθήκες ώστε οι επενδύσεις να αυξάνονται ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας.
«Οι πολυεθνικές έχουν αξίες, στόχους και οράματα. Παρ’ όλα αυτά, έχουμε βάλει και τοπικά κάποιους στόχους. Οραμά μας είναι η Ελλάδα να γίνει ένα Κέντρο Αριστείας. Και αυτό είναι ωραίο να το λέει κανείς, δύσκολο να το αποδεικνύει. Σημαίνει ότι κάθε φορά που παίρνουμε έναν πόρο πρέπει να επιστρέφουμε κάποια υπεραξία. Πρέπει καθημερινά, ανεξάρτητα το τμήμα και την ευθύνη καθενός, να μπορούμε να αποδεικνύουμε ότι εδώ έχουμε ταλέντο, νοοτροπία, αξία, ικανότητες ώστε να μπορούμε να προσελκύουμε τις επενδύσεις. Δεν είναι εύκολο, γιατί ένας οργανισμός σαν τη Mondelez κοιτάει σε όλο τον κόσμο από πού θα έρθει η ανάπτυξη και πού είναι το σωστό για να κάνει τις κατάλληλες επενδύσεις. Αλλά σε όλες τις επιχειρήσεις ψάχνουν για ταλέντο. Πιστεύω ότι έχουμε φτιάξει μια εξαιρετικά καλή βάση και αυτό κάθε χρόνο το χτίζουμε. Και η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια πάντα διακρίνεται.
Είναι πάντα στις τρεις κορυφαίες θέσεις εσωτερικά του ομίλου δείχνοντας αριστεία σε ό,τι κάνει», λέει ο ίδιος. «Με βάση τα σημερινά δεδομένα θα υπάρξουν και νέες επενδύσεις στην ελληνική δομή;» τον ρωτάμε. «Χωρίς να έχω κάτι συγκεκριμένο να αναφέρω, θα σας πω απλά ότι η στρατηγική μας βασίζεται σε τρεις πυλώνες. Ο πρώτος είναι να συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε τα brands μας και τη θέση μας στην αγορά. Ο δεύτερος είναι να συνεχίσουμε να επενδύουμε στα εργοστάσια και τις υποδομές μας. Και ο τρίτος είναι να προσκαλούμε νέες επενδύσεις στην ελληνική αγορά. Είτε αυτές θα αφορούν τμήματα του οργανισμού που θα αποκτούν βάση στην Ελλάδα, όπως έγινε στην περίπτωση του R&D Center στη Λαμία και του Παγκόσμιου Κέντρου Κυβερνοασφάλειας στην Αθήνα, είτε αυτό θα μπορούσε να αφορά δυνητικά κάποιες εξαγορές. Και πάλι, όμως, δεν έχω να πω κάτι συγκεκριμένο επ’ αυτού», απαντά.
Σε επίπεδο οικονομικών επιδόσεων, πάντως, οι στόχοι επιτυγχάνονται παρά τις προκλήσεις που υπάρχουν στο γενικότερο οικονομικό περιβάλλον, όπως π.χ. τη μεγάλη αύξηση των τιμών του κακάο, που επηρεάζει σημαντικά τα κόστη όλου του ομίλου.
«Πάει καλά. Σε επίπεδο αύξησης της προτίμησης του καταναλωτή, συνεχίζουμε να κερδίζουμε μερίδια. Δεν βλέπουμε την ίδια τάση στις αγορές, άρα βλέπουμε το σύνολο των κατηγοριών να μην αναπτύσσεται τόσο υψηλά όσο το ’23. Θα έλεγα όμως ότι υπάρχουν πολλές παράμετροι γι’ αυτό. Τα προϊόντα μας είναι κατά βάση προϊόντα γλυκά. Είχαμε πάρα πολύ υψηλές θερμοκρασίες, γεγονός που δεν βοηθάει. Τα γλυκά προϊόντα πάνε εξαιρετικά καλά έως τους 30 βαθμούς Κελσίου. Ηδη φέτος από τον Μάιο ήμασταν πάνω από τους 30 βαθμούς Κελσίου. Αρα βλέπουμε τις αγορές να μην αναπτύσσονται με τον ίδιο τρόπο. Νομίζω όμως ότι θα έχουμε ένα διαφορετικό β’ εξάμηνο. Αρα, εάν πρέπει να κρίνω την επίδοσή μας με την υπόλοιπη αγορά πάμε καλά, συνεχίζουμε να κερδίζουμε μερίδια σε όλες τις κατηγορίες. Εάν δω όμως το σύνολο της ανάπτυξης των κατηγοριών, είναι μικρότεροι οι ρυθμοί απ’ αυτούς που περιμέναμε, κυρίως όμως λόγω του καιρού.
Το αποτύπωμά μας στην ελληνική αγορά βελτιώνεται. Αναπτυχθήκαμε σημαντικά, κερδίσαμε μερίδια και συνεχίζουμε σε αυτόν τον δρόμο. Ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος έχει κάπως υποχωρήσει, όμως γι’ αυτό υπάρχουν πολλοί παράγοντες και σε αυτούς θα συμπεριλάβω το ιδιαίτερα θερμό καλοκαίρι φέτος, το οποίο μάλιστα ξεκίνησε και νωρίς. Πιστεύω όμως ότι στο υπόλοιπο της χρονιάς θα αλλάξει το σκηνικό. Μπροστά μας έχουμε κάποιες δυσκολίες, κυρίως με το οικονομικό περιβάλλον και τις πρώτες ύλες, βλέπουμε ότι ένα κομμάτι των προϊόντων μας επηρεάζεται από τις τιμές του κακάο, ωστόσο εξακολουθώ να θεωρώ ότι θα πετυχαίνουμε τους στόχους να αναπτυσσόμαστε, να κερδίζουμε μερίδια και εντέλει να αυξάνουμε σε μέγεθος τις κατηγορίες μας. Γιατί αυτό αποτελεί και ευθύνη του market leader. Να καινοτομεί ώστε να αυξάνει σε μέγεθος η κατηγορία, ειδάλλως απλά θα κανιβαλίζει ο ένας τα μερίδια του άλλου! Κι εμείς είμαστε ηγετική δύναμη στις 8 από τις 10 προϊοντικές κατηγορίες μας…». Στο πλαίσιο αυτό, η εταιρεία ετοιμάζεται να λανσάρει νέα προϊόντα σε διάφορες κατηγορίες το επόμενο διάστημα, ακόμα και στη σοκολάτα όπου από πέρυσι υπάρχουν μεγάλες πιέσεις στο κόστος λόγω της εκτίναξης της τιμής του κακάο σε επίπεδα-ρεκόρ. Με δεδομένο ότι το υπουργείο Ανάπτυξης είχε επιβάλει απαγορεύσεις στις προσφορές προϊόντων που ανατιμώνται, ξαφνικά οι εταιρείες με προϊόντα σοκολάτας βρέθηκαν εγκλωβισμένες σε ό,τι αφορά την εμπορική τους πολιτική.
«Ενα κομμάτι του κόστους μας αναγκαστικά πρέπει να μετακυληθεί στον καταναλωτή. Πάντα προσπαθούμε αυτό να είναι το χαμηλότερο δυνατό. Και βέβαια θα ακολουθήσουμε οποιονδήποτε περιορισμό ή οποιαδήποτε κατεύθυνση δίνει το κράτος σε αυτό. Εδώ όμως πρέπει να επισημάνω το εξής. Η έννοια της προσιτής τιμής στα προϊόντα μας είναι σημαντική. Οπότε δεν περιμένουμε το κράτος ώστε να έχουμε μια καλή πρόταση προϊόντος και τιμής για τα δικά μας προϊόντα. Ο ίδιος ο ανταγωνισμός το επιβάλλει αυτό. Και όταν θέλεις να κάνεις πρωταθλητισμό, όπως θέλουμε εμείς, το πρώτο που σκέφτεσαι είναι πώς θα μπορέσω να ικανοποιήσω καλύτερα τις ανάγκες του καταναλωτή και του πελάτη μου. Συμμετέχουμε βέβαια με χαρά σε κάθε μέτρο που έχει λάβει έως τώρα η κυβέρνηση, καλάθι του νοικοκυριού, μείωση τιμής κ.ο.κ. Και έπειτα, όπου μπορούμε, μειώνουμε τις τιμές των προϊόντων για μεγάλα χρονικά διαστήματα, πέραν των προσφορών που μπορεί να κάνουμε σε κάποιες κατηγορίες. Ηδη μειώσαμε τις τιμές σε πάνω από 35 προϊόντα κατά το α’ εξάμηνο και έχουμε σχέδιο και γι’ άλλα. Σε μια εταιρεία σαν και εμάς το κέρδος δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι μία συνεχόμενη προσπάθεια εξισορρόπησης μεταξύ τού προσπαθώ να ελέγξω το κόστος μου, ώστε να μπορώ να είμαι βιώσιμος, να επενδύω, να δημιουργώ θέσεις εργασίας και του να κερδίζω την προτίμηση του καταναλωτή».
Ο κ. Σωτηρόπουλος, πάντως, απορρίπτει τις φωνές ότι ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά δεν λειτουργεί. «Στα καταναλωτικά προϊόντα ο ανταγωνισμός λειτουργεί. Δεν υπάρχουν κατηγορίες με μονοπώλια και ο καταναλωτής έχει πληθώρα επιλογών. Οπότε θα έλεγα ότι λειτουργεί και ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών, αλλά και μεταξύ του εμπορίου. Και εκεί υπάρχει πληθώρα μικρών και μεγάλων καταστημάτων και αλυσίδων. Επειτα υπάρχει και η πληροφόρηση στο κοινό», σημειώνει.
Τον ρωτάμε για την υπόθεση του προστίμου 337,5 εκατ. ευρώ που επιβλήθηκε την περασμένη άνοιξη στον όμιλο από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν για παρεμπόδιση του διασυνοριακού εμπορίου σοκολάτας, ώστε να μη διατεθούν προϊόντα της από άλλο ευρωπαϊκό κανάλι πωλήσεων σε αγορές όπου τα προϊόντα της τιμολογούνταν πιο ακριβά, όπως π.χ. η διακοπή της προμήθειας προϊόντων ταμπλέτας σοκολάτας στην Ολλανδία για να αποτραπεί η εισαγωγή τους στο Βέλγιο, όπου η Mondelez πουλούσε αυτά τα προϊόντα σε υψηλότερες τιμές. «Καταρχάς όλο αυτό δεν ακουμπούσε την Ελλάδα. Ηταν κάποια μεμονωμένα περιστατικά που συνέβησαν στο παρελθόν. Εγώ στέκομαι στο ότι οι πολυεθνικές κοιτάνε πρωτίστως να είναι σύννομες. Οπότε νομίζω πως ό,τι μαθήματα και ό,τι διορθωτικές κινήσεις έπρεπε να γίνουν έχουν γίνει και αυτά που συζητάμε αφορούν γεγονότα του παρελθόντος. Η Ε.Ε. είναι μια ενιαία αγορά όπου τα προϊόντα πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα. Οποιοσδήποτε περιορισμός στον ανταγωνισμό μόνο βλαπτικός μπορεί να είναι στην αγορά και την οικονομία. Οποιοδήποτε μέτρο προς τον ελεύθερο ανταγωνισμό θεωρώ ότι είναι θετικό για την ίδια την αγορά και στο τέλος για τον καταναλωτή».
«Ηταν όμως μία υπόθεση που ενίσχυσε την επιχειρηματολογία περί “κακών πολυεθνικών”», σχολιάζουμε. «Η γενίκευση του τύπου “οι πολυεθνικές είναι κακές” δεν βοηθάει», αποκρίνεται ο κ. Σωτηρόπουλος. «Από τη μία θέλουμε να προσελκύουμε επενδύσεις και αυτές πρέπει να έρθουν από ξένους επενδυτές, και από την άλλη μια ρητορική του τύπου ότι οι πολυεθνικές μάς κλέβουν, μας κοροϊδεύουν δημιουργεί μια πεποίθηση στους καταναλωτές ότι “μάλλον με κοροϊδεύουν”. Και το πρώτο που κάνεις αυτόματα όταν νιώθεις κάτι τέτοιο είναι να σταματάς να καταναλώνεις. Οι γενικότητες δεν βοηθούν στο συνολικό οικονομικό κλίμα και στην αυτοπεποίθηση που έχουν οι καταναλωτές. Εάν πάλι υπάρχουν παραστρατήματα, αυτός είναι ο ρόλος του κράτους. Πιστεύω πολύ σε ένα αυστηρό κράτος που βάζει αυστηρούς κανόνες και τους επιβάλλει. Δεν πιστεύω στον τιμωρητικό λόγο, στον προληπτικά τιμωρητικό λόγο και δεν πιστεύω ότι υπάρχει τόσο μεγάλη ανάγκη δημοσιοποίησης όλων αυτών των πραγμάτων. Κάποιος έσφαλε, οφείλει να πληρώσει.
Πρέπει να έχει κανείς την αυτοπεποίθηση ότι εδώ υπάρχει ένα Κράτος Δικαίου, στο οποίο υπάρχουν ελεγκτικοί μηχανισμοί και στο οποίο όποιος κάνει παράπτωμα θα πληρώσει. Αυτό δεν μπορεί να είναι βάση ρητορικής γιατί δημιουργεί μια ανασφάλεια στους καταναλωτές που τους μαζεύει».
Διαβάστε ακόμη
ΣΥΡΙΖΑ – Τρολάρισμα από Κασσελάκη: Κατέθεσε υποψηφιότητα με… 87 υπογραφές της Κεντρικής Επιτροπής
Η κινεζική αγορά ακινήτων χρειάζεται περισσότερη τόνωση σύμφωνα με τους ειδικούς (πίνακες)
Γιατί οι νέοι εγκαταλείπουν τις εφαρμογές online dating (tweet)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα