Κώστας Χρυσόγονος: «Οι εκλογές της Κυριακής είναι η αφετηρία για την πολιτική αλλαγή που χρειαζόμαστε»
Γράφει ο Κώστας Χρυσόγονος* Η κατάσταση της οικονομίας είναι ο κύριος καθοριστικός παράγοντας για την έκβαση των εκλογικών αναμετρήσεων και οι…
Γράφει ο Κώστας Χρυσόγονος*
Η κατάσταση της οικονομίας είναι ο κύριος καθοριστικός παράγοντας για την έκβαση των εκλογικών αναμετρήσεων και οι επικείμενες ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου δεν θα αποτελέσουν εξαίρεση. Η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει ότι φέρνει την Ελλάδα σταθερά πιο κοντά στην Ευρώπη, μεταξύ άλλων και από οικονομική άποψη, αλλά στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. Η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων μειώνεται σταθερά και έχει φθάσει πια να είναι η 2η χειρότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (μετά τη γειτονική μας Βουλγαρία).
Το χειρότερο όμως είναι ότι οι πολιτικές που εφαρμόζονται δεν μας δίνουν καμία προοπτική για αντιστροφή της μακρόχρονης καθοδικής μας τάσης (πριν από τρεις περίπου δεκαετίες βρισκόμασταν κάπου στη μέση των σημερινών 27 κρατών – μελών από άποψη αγοραστικής δύναμης). Οι επενδύσεις, που συνιστούν προφανώς τον κύριο μοχλό για την άνοδο της εθνικής οικονομίας, βρίσκονται μόλις στο 13% του ΑΕΠ, απέχοντας δραματικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 23%, ενώ δίπλα μας στην Τουρκία βρίσκονται ακόμα ψηλότερα, στο 30%. Τούτο σημαίνει ότι η ανάκαμψη του εθνικού μας εισοδήματος (ΑΕΠ), η οποία εμφανίζεται στα χρόνια μετά τον Covid-19, είναι πλασματική, στηριγμένη στην ανάλωση από μια προνομιούχα μειοψηφία της κοινωνίας μας (αφού η πλειοψηφία έτσι κι αλλιώς δοκιμάζεται σκληρά από την άνοδο των τιμών) των ενωσιακών χρηματοδοτήσεων (ΕΣΠΑ, Ταμείο Ανάκαμψης, κλπ). Με άλλες λέξεις, όπως έλεγε ο Γεώργιος Παπανδρέου στα προδικτατορικά χρόνια, «οι αριθμοί ευημερούν αλλά οι άνθρωποι πάσχουν» και το μέλλον προμηνύεται ακόμα χειρότερο.
Το βασικό πρόβλημα, που εμποδίζει τη χώρα να ορθοποδήσει από οικονομική και όχι μόνο άποψη, είναι το πελατειακό σύστημα, η πολυνομία, η αναξιοκρατία, η παραβίαση των κανόνων και τα προβλήματα στο κράτος δικαίου, οι καθυστερήσεις τόσο στις διοικητικές διαδικασίες όσο και στην απονομή της δικαιοσύνης, καθώς και ο υδροκεφαλισμός του κράτους στο Λεκανοπέδιο Αττικής. Η κυβέρνηση της «Νέας Δημοκρατίας», παρά την επικοινωνιακή της προσπάθεια να εμφανισθεί ως μεταρρυθμιστική δύναμη, στην πραγματικότητα δεν κάνει τίποτα ουσιαστικό για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα αυτά και μάλιστα τα επιδεινώνει, αφού ο υπερσυγκεντρωτικός πρωθυπουργός με το «επιτελικό» κράτος του επιδιώκει να μονοπωλήσει ο ίδιος την κρατική εξουσία γενικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τοποθέτησή του εκ μέρους της Κομισιόν στη συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο την 17η Ιανουαρίου 2024 σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα ο Επίτροπος D. Reyndersεπισήμανε το έλλειμμα δικαστικής ανεξαρτησίας (με σημείο αιχμής την πλήρη απουσία των ίδιων των δικαστών από την επιλογή της ηγεσίας των ανώτατων δικαστηρίων], την περιορισμένη πρόοδο στην καταπολέμηση της διαφθοράς, την ελλιπή διαβούλευση με τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας, τις επιθέσεις και απειλές κατά δημοσιογράφων κ.α.
Χρειαζόμαστε πολιτική αλλαγή στις επόμενες εθνικές εκλογές του 2027 και αφετηρία για τούτο μπορεί να είναι οι ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου. Εάν το ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ καταλάβει σ΄ αυτές τη 2η θέση με ουσιαστική αύξηση του ποσοστού του, τότε ανοίγει ο δρόμος ώστε η σταθερή έτσι κι αλλιώς εκλογική άνοδός του από το ιστορικό χαμηλό του περίπου 4,5% τον Ιανουάριο του 2015 στο 11,8% τον Ιούνιο του 2023 να επιταχυνθεί και έτσι να μπορέσει το 2027 να αμφισβητήσει την πρώτη θέση της «Νέας Δημοκρατίας» και να τερματίσει την προσωποκεντρική, κοινωνικά άδικη, θεσμικά προβληματική και τελικά βλαπτική για τη χώρα εξουσιαστική πρακτική της σημερινής κυβέρνησης.
*Ο Κώστας Χρυσόγονος είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ-πρώην ευρωβουλευτής-υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ