Κυρ. Μητσοτάκης στο Bloomberg: Η ΝΔ παραμένει η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στην Ελλάδα
«Η Νέα Δημοκρατία πράγματι κέρδισε τις εκλογές με 28% και αυτό το ποσοστό είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα του δεύτερου και του τρίτου κόμματος.
«Η Νέα Δημοκρατία πράγματι κέρδισε τις εκλογές με 28% και αυτό το ποσοστό είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα του δεύτερου και του τρίτου κόμματος. Επομένως, παραμένουμε σταθερά η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στην Ελλάδα. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι εκλογές αυτές έγιναν έναν χρόνο μετά από διπλές εθνικές εκλογές, οπότε υπήρξε σημαντική εκλογική κόπωση. Η συμμετοχή ήταν σημαντικά χαμηλότερη σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, γύρω στο 40%», δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για το εκλογικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών σε συνέντευξή του στο Bloomberg.
Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε: «Ωστόσο, είμαι βέβαιος ότι υπήρξε επίσης κάποιος βαθμός δυσαρέσκειας για ζητήματα όπως το κόστος ζωής, τα οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Έχουμε εκλεγεί για να εφαρμόσουμε ένα τολμηρό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στα εναπομείναντα τρία χρόνια της θητείας μας. Και αυτό πρέπει να κάνουμε. Έχουμε τώρα τρία χρόνια χωρίς άλλες εκλογές και θα κριθούμε ξανά με βάση τις επιδόσεις μας το 2027. Πιστεύω, όμως, ότι πήγαμε ενάντια στην τάση που είδε κυβερνώντες σε πολλές άλλες σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες να υφίστανται βαριές ήττες. Εμείς το αποφύγαμε αυτό και εξακολουθούμε να είμαστε η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στην Ελλάδα».
Σε ερώτηση για τη στροφή προς τα δεξιά στη Γαλλία και τη Γερμανία και αν πρόκειται για ψήφο διαμαρτυρίας ή για κάτι πιο ουσιαστικό σημείωσε: «Καταρχάς, αν κοιτάξετε τα ποσοτικά στοιχεία στο σύνολό τους, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, το κύριο κεντροδεξιό ευρωπαϊκό κόμμα, αύξησε τον αριθμό των ευρωβουλευτών του. Ο κύριος συνασπισμός που συγκροτούν το ΕΛΚ, οι Σοσιαλιστές και οι Φιλελεύθεροι, ο οποίος ουσιαστικά κυβέρνησε την Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες, παραμένει ο κυρίαρχος συνασπισμός στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».
Και επισήμανε: «Θα έλεγα, λοιπόν, ότι το ευρωπαϊκό κέντρο άντεξε, ίσως αποδείχτηκε ισχυρότερο από ό,τι πολλοί προσδοκούσαν, και ότι αυτή η άνοδος της δεξιάς έλαβε χώρα στις δύο πιο σημαντικές χώρες της Ευρώπης, αλλά όχι σε ολόκληρη την ήπειρο. Επομένως, πιστεύω ότι ίσως υπάρχει ένας βαθμός υπερβολής όσον αφορά αυτή τη δεξιά μετατόπιση στην ευρωπαϊκή ήπειρο, στο σύνολό της. Αν κοιτάξετε τους αριθμούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, νομίζω ότι οι σημαντικές αποφάσεις θα συνεχίσουν να λαμβάνονται από τις τρεις μεγάλες πολιτικές οικογένειες».
Επιπλέον τόνισε: «Και βέβαια, πρέπει να επισημάνω ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει χωρίς το ΕΛΚ, το οποίο ουσιαστικά έχει πλέον αναστέλλουσα μειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Θεωρώ λοιπόν ότι, συνολικά, η κατάσταση είναι μάλλον λίγο καλύτερη από ό,τι ανέμεναν πολλοί. Και πιστεύω ότι υπάρχει μια δυναμική για την προώθηση σημαντικών αλλαγών στην Ευρώπη τα επόμενα πέντε χρόνια».
Ο πρωθυπουργός ρωτήθηκε και για την απόφαση του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να προκηρύξει βουλευτικές εκλογές: «Σέβομαι ιδιαίτερα τον Πρόεδρο Mακρόν. Έχουμε συνεργαστεί πολύ καλά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Έχουμε μια ισχυρή στρατηγική εταιρική σχέση με τη Γαλλία, οπότε θεωρώ ότι θα ήταν μάλλον απρεπές εκ μέρους μου να σχολιάσω τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία.
Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να διασφαλιστεί ότι η γαλλική φωνή ακούγεται δυνατά και καθαρά στο τραπέζι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ότι η Γαλλία παραμένει μια φιλοευρωπαϊκή δύναμη. Για παράδειγμα, με τον Πρόεδρο Μακρόν συμφωνούμε σε ζητήματα όπως η ανάγκη ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας. Όπως πιθανώς γνωρίζετε, υπήρξα μεγάλος υπέρμαχος της ιδέας να καταλήξουμε σε ένα εμβληματικό ευρωπαϊκό αμυντικό project. Θα μπορούσε να είναι μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία αντιπυραυλικής άμυνας που θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί μέσω κοινού ευρωπαϊκού δανεισμού και η Γαλλία έχει υποστηρίξει τέτοιου είδους πρωτοβουλίες.
Επομένως, με ενδιαφέρει ποιος εκπροσωπεί τη Γαλλία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και ο Πρόεδρος Μακρόν θα συνεχίσει να το κάνει αυτό. Αλλά, θα το ξαναπώ, δεν είναι ιδιαίτερα πρέπον εκ μέρους μου να σχολιάζω τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία».
Ερωτηθείς αν η Γαλλία είναι τώρα πηγή πολιτικού κινδύνου στην ευρωζώνη, ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε ότι εναπόκειται στον γαλλικό λαό να αποφασίσει και στις αγορές να αξιολογήσουν τα ρίσκα όσον αφορά στα γαλλικά ομόλογα. «Επικεντρώνομαι πολύ περισσότερο στην πρόοδο που έχει σημειώσει η Ελλάδα. Μπορώ να σας πω ότι με χαροποιεί ιδιαίτερα πως η Ελλάδα δεν αποτελεί πλέον πηγή ανησυχίας στην ευρωζώνη. Η οικονομία μας υπεραποδίδει σημαντικά σε σχέση με την υπόλοιπη ευρωζώνη. Το χρέος μας βρίσκεται σε καθοδική πορεία. Για μια χώρα που ήταν για πολύ, πολύ καιρό το «μαύρο πρόβατο» της ευρωζώνης, όλα αυτά φανερώνουν σημαντική πρόοδο, κατά την άποψή μου. Ας μείνουμε λοιπόν σε αυτό όταν πρόκειται για σχόλια σχετικά με το τι συμβαίνει στη Γαλλία», συμπλήρωσε.
Για την υποψηφιότητα της Ούρσουλας Φον Ντε Λάιεν για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσε πως «είναι η βασική μας υποψήφια, και είμαστε με διαφορά η μεγαλύτερη πολιτική οικογένεια». Εκτίμησε δε ότι θα έχει τη συντριπτική, αν όχι την ομόφωνη υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και θα καταφέρει να εξασφαλίσει ξανά την πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
«Ο βασικός συνασπισμός θα πρέπει να αποτελείται από τις τρεις πολιτικές οικογένειες που κυριαρχούν ουσιαστικά στο κέντρο: Την κεντροδεξιά, το κέντρο και την κεντροαριστερά. Και πάλι, εάν υπάρχουν κόμματα ή κυβερνήσεις που θέλουν να στηρίξουν την υποψηφιότητά της, είναι ευπρόσδεκτοι να το πράξουν, αλλά δεν θα υπάρξουν επίσημες διαπραγματεύσεις με άλλες πολιτικές οικογένειες στα δεξιά του ΕΛΚ. Συνεπώς, θεωρώ δεδομένη την επανεκλογή της Ούρσουλας Φον Ντε Λάιεν . Είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό. Ήμουν ένας από τους πρώτους που υπέγραψαν την επιστολή υποστήριξής της όταν παρουσίασε την υποψηφιότητά της. Πιστεύω ότι είναι καλό για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υπάρξει συνέχεια στην προεδρία της ευρωπαϊκής εκτελεστικής εξουσίας», πρόσθεσε.
Σε ερώτηση αν θα συνεργαστεί η Ελλάδα με τη Γαλλία για την αποστολή μαχητικών αεροσκαφών Mirage στην Ουκρανία, ο πρωθυπουργός απάντησε πως δεν συζητούμε δημοσίως επιχειρησιακές επιλογές και πρόσθεσε: «Αυτό που έχω πει και θα επαναλάβω είναι ότι δεν θα κάνουμε τίποτα που θα υποβάθμιζε τις αμυντικές δυνατότητες της Ελλάδας. Έχουμε παράσχει μεγάλη στήριξη στην Ουκρανία από το πλεονάζον αμυντικό υλικό μας και στον βαθμό που μπορούμε να συνεχίσουμε να το κάνουμε αυτό, θα το κάνουμε. Αλλά όταν αρχίζουμε να μιλάμε για μαχητικά αεροσκάφη, η συζήτηση πάει σε άλλο επίπεδο. Δεν είμαστε εκεί».
Ερωτηθείς αν είναι η ελληνική οικονομία και η ανάκαμψη υπερβολικά εξαρτημένες από τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο πρωθυπουργός δήλωσε πως είναι σημαντικό για μια χώρα σαν την δική μας να λαμβάνει υποστήριξη από την Ε.Ε και πως είναι ιδιαίτερα ικανοποιημένος με την απόδοση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
«Πιστεύω ότι έχουμε αξιοποιήσει τα κεφάλαια αυτά στην προώθηση παραγωγικών επενδύσεων για την πράσινη μετάβαση, την ψηφιακή μετάβαση, τις δεξιότητες, την κατάρτιση και τη δημόσια υγεία. Πρόκειται για σημαντικές ευρωπαϊκές συνεισφορές. Πιστεύω ότι όταν αξιολογήσουμε τον αντίκτυπο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ήταν ένα πάρα πολύ επιτυχημένο μέτρο. Θα έλεγα, όμως, ότι η ελληνική οικονομία είναι καλά διαφοροποιημένη, ικανή να επιτυγχάνει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης μέσω της ενθάρρυνσης σημαντικών ιδιωτικών επενδύσεων. Δεν πρόκειται μόνο για ευρωπαϊκά χρήματα, αλλά για επενδύσεις από όλο τον κόσμο: από τον τομέα του τουρισμού μέχρι τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας -όπου είμαστε πλέον ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από αιολική και ηλιακή ενέργεια στον κόσμο-, τα logistics, τις υποδομές, την υψηλή τεχνολογία, όπου η Ελλάδα αναπτύσσει ένα ανθηρό οικοσύστημα εταιρειών υψηλής τεχνολογίας. Συνεπώς, χαίρομαι για το γεγονός ότι δεν πρόκειται πλέον για μια οικονομία που εξαρτάται πλήρως από τον τουρισμό, αλλά για μια καλά διαφοροποιημένη, αναπτυσσόμενη οικονομία», συμπλήρωσε.
Για το οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι χρειάζεται να διοχετεύσουμε περισσότερες επενδύσεις στην παραγωγικότητα, την έρευνα και την ανάπτυξη, καθώς και να διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη που επιτυγχάνουμε είναι βιώσιμη, είναι φιλική προς το περιβάλλον.
«Για παράδειγμα, οι επενδύσεις που ενθαρρύνουμε τώρα στον τουρισμό έχουν ως γνώμονα τη βιωσιμότητα. Δεν μπορούμε να επιβαρύνουμε την υπέροχη χώρα μας στην αναζήτηση της ανάπτυξης. ‘Αρα, από την άποψη αυτή, πολλές από τις θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις που υλοποιούμε, από τη μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης, μέχρι ζητήματα που αφορούν στις ενεργητικές πολιτικές στην αγορά εργασίας, αποβλέπουν στην αλλαγή του μείγματος της ελληνικής οικονομίας, ώστε να διασφαλίσουμε την προσαρμογή σε έναν κόσμο με πολύ περισσότερες προκλήσεις. Αυτή είναι ουσιαστικά η πρόκληση της δεύτερης θητείας μας. Δεν πρόκειται μόνο για τους αριθμούς ανάπτυξης, αλλά για τη μείωση της ανεργίας, για την αύξηση των μισθών. Αυτά είναι τα μεγάλα στοιχήματα, αυτά είναι τα πράγματα που ο κόσμος θα προσέξει πραγματικά, διότι το μέγεθος της μακροοικονομικής ανάπτυξης δεν είναι αντιπροσωπευτικό της συνολικής εικόνας, αν δεν αυξηθούν οι πραγματικοί μισθοί και αν δεν μειωθεί η ανεργία», επισήμανε.