Μαρινάκης για Τέμπη: Η Δικαιοσύνη θα δώσει τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα
«Σας μιλάω και ως ένας άνθρωπος που έχει αυτή την ευθύνη, του κυβερνητικού εκπροσώπου, κι ως ένας άνθρωπος που ασχολείται με το Ποινικό Δίκαιο από τότε που πήρε το πτυχίο του ως δικηγόρος, αλλά και ως πολίτης», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στον REAL FM.
«Σας μιλάω και ως ένας άνθρωπος που έχει αυτή την ευθύνη, του κυβερνητικού εκπροσώπου, κι ως ένας άνθρωπος που ασχολείται με το Ποινικό Δίκαιο από τότε που πήρε το πτυχίο του ως δικηγόρος, αλλά και ως πολίτης. Είναι αδιανόητο να δικάζει, να καταδικάζει ή να αθωώνει η κοινή γνώμη σε οποιαδήποτε υπόθεση και, ειδικά, σε μία τέτοια τραγωδία με 57 νεκρούς, σε ένα τέτοιο τραγικό δυστύχημα, όπως ήταν το δυστύχημα των Τεμπών. Πενήντα επτά ψυχές περιμένουν δικαίωση, 57 οικογένειες περιμένουν να λάμψει η αλήθεια. Ας αφήσουμε τη Δικαιοσύνη -μάλιστα σε ανώτερο επίπεδο, σε επίπεδο εφετών, εφέτη ανακριτή και εισαγγελέα εφετών- να πάρει τις αποφάσεις της, να κάνει την έρευνά της, να πάρει καταθέσεις, απολογίες. Να καταθέσουν οι μάρτυρες, να καταθέσουν οι κατηγορούμενοι, να απολογηθούν. Να συλλέξει στοιχεία. Αλίμονο αν δικάζουμε στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις. Αλίμονο αν δικάζουν οι παρουσιαστές, οι πολιτικοί, οι πανελίστες. Δικάζει μόνο η Δικαιοσύνη», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στον REAL FM.
Υπογράμμισε πως «αλίμονο αν δικάζει ο οποιοσδήποτε πέραν της Δικαιοσύνης. Η Δικαιοσύνη αθωώνει, η Δικαιοσύνη παραπέμπει, η Δικαιοσύνη καταδικάζει. Και να σας πω και κάτι, επειδή έχουμε υποχρέωση να απαντάμε: Προσπαθούν κάποιοι να χτίσουν ένα αφήγημα περί συγκάλυψης που, δυστυχώς, αναπαράγεται και από κάποιους δημοσιογράφους, αναπαράγεται και από απλούς ανθρώπους, οι οποίοι, προφανώς, παραπλανώνται από την προπαγάνδα της Αντιπολίτευσης, η οποία προσπαθεί να κάνει πολιτική πάνω στις πλάτες πονεμένων ανθρώπων. Αυτή τη στιγμή μιλάμε για μια κυβέρνηση και για μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η οποία δεν έχει αρνηθεί, όπως έχει καθήκον, τίποτα από τη Δικαιοσύνη. Ουδέν κατηγορητήριο έχει έρθει στη Βουλή, ουδέν αίτημα έχει απορριφθεί από την κυβέρνηση, κανένας από αυτούς που λένε ότι συγκαλύπτεται δεν έχει κατηγορηθεί και έχουμε φτάσει προληπτικά, να χτίζουμε ένα αφήγημα συγκάλυψης και, μάλιστα, να μπερδεύουμε τη βουλευτική ασυλία με το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Τον οποίο νόμο περί ευθύνης υπουργών τον χρησιμοποίησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έντεκα φορές και η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη τον άλλαξε και εξομοίωσε την παραγραφή ενός απλού πολίτη με την παραγραφή ενός υπουργού. Αυτή είναι η πραγματικότητα».
Με αφορμή σχετική ερώτηση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε στη συνέχεια πως «η διαδικασία της Εξεταστικής Επιτροπής είναι μία σημαντική κοινοβουλευτική διαδικασία η οποία, όμως, έχει πολιτικά χαρακτηριστικά. Και το είχε πει από την πρώτη στιγμή ο πρωθυπουργός. Γιατί ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι ένας πρωθυπουργός ο οποίος παίζει με τις εντυπώσεις, παίζει με τα λόγια, προσπαθεί να κερδίζει με λαϊκιστικές αναφορές και επίκληση σε έναν λαϊκισμό άλλων εποχών. Το είχε πει από την πρώτη στιγμή: “Θα σεβαστούμε απολύτως μια κοινοβουλευτική διαδικασία κορυφαία”. Τη σεβαστήκαμε. Από εκεί και πέρα, δεν περιμέναμε από μία διαδικασία με πολιτικά χαρακτηριστικά να υποκαταστήσει τη Δικαιοσύνη. Η Δικαιοσύνη θα δώσει τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα. Από εκεί και πέρα, ο Κώστας Καραμανλής, ο πρώην υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, σε μία πολύωρη, όπως αναμενόταν, κατάθεση, έδωσε τα στοιχεία του, έδωσε τις απαντήσεις τις οποίες αυτός επέλεξε να δώσει, όλες δηλαδή, αλλά με τον τρόπο που ο ίδιος επέλεξε, όπως όλοι οι μάρτυρες, σε μία Εξεταστική Επιτροπή η οποία είχε τους περισσότερους μάρτυρες στην ιστορία των Εξεταστικών Επιτροπών και πλην ενός, ήταν όλοι κατόπιν αιτημάτων της αντιπολίτευσης. Από εκεί και πέρα, ήταν ένας μάρτυρας, εκ των βασικών μαρτύρων της Εξεταστικής Επιτροπής, αυτό τον ρόλο έχει στην Εξεταστική Επιτροπή. Το αν έπρεπε να είναι παρών ή απών στην Ολομέλεια, αυτό ήταν μία δική του απόφαση. Νομίζω, όμως, να πάμε στην ουσία της υπόθεσης, η οποία ουσία ποια είναι; Η αλήθεια. Να μάθουν την αλήθεια οι συγγενείς. Αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι χάθηκαν τόσο τραγικά, τόσο άδικα, να μην υπάρχει η οποιαδήποτε σκιά για τον τρόπο που έφυγαν εκείνο το μοιραίο βράδυ στο δυστύχημα των Τεμπών. Αυτή είναι η ουσία. Η ουσία είναι η Δικαιοσύνη».
Σχετικά με το αν ο κόσμος είναι αδίκως καχύποπτος «για το πώς κατευθύνει η πολιτική κάποια πράγματα και ενδεχομένως να έχει και μια καχυποψία για τη Δικαιοσύνη», ο κ. Μαρινάκης απάντησε πως «ο κόσμος εισπράττει, δυστυχώς, ένα τοξικό κλίμα από την αντιπολίτευση». Από κει και πέρα «είναι πολύ δικαιολογημένο να υπάρχει καχυποψία. Είναι δικαιολογημένο. Και έχουμε καθήκον εμείς, με τις πράξεις μας, να απαντάμε στους πολίτες και όχι στην τοξική Αντιπολίτευση. Το καθήκον μας είναι να απαντάμε στους πολίτες, να απαντάμε στην κοινωνία και όχι στις συκοφαντίες. Στις συκοφαντίες, απλώς, απαντάς με την αλήθεια. Και θα σας πω και κάτι. Αν σε κάτι έχουμε ευθύνη, είναι ότι πολλές φορές λόγω του λαϊκισμού, λόγω της τοξικότητας που υπάρχει από την άλλη πλευρά, δεν απαντάμε με τα επιχειρήματά μας και με σεβασμό πάντοτε στους συγγενείς των θυμάτων, με την αλήθεια. Υπάρχουν φορές που μπορεί να μην έχουμε απαντήσει όσο σθεναρά πρέπει να απαντήσουμε, γιατί ξέρουμε, αλλά να λέμε και την αλήθεια. Είναι μία θέση η οποία μπορεί αρχικά να είναι αντιδημοφιλής, αλλά στο τέλος της ημέρας η αλήθεια, είτε αρχικά είναι δημοφιλής είτε όχι, είναι το μόνο καθήκον ενός ανθρώπου που έχει ένα δημόσιο αξίωμα. Ξέρετε πόσο εύκολο είναι, σε μία τέτοια τραγική υπόθεση, να βγεις να λαϊκίσεις, να μιλήσεις για δολοφόνους, να μιλήσεις για συγκάλυψη, να μιλήσεις για οτιδήποτε; Πολύ εύκολο είναι για έναν πολιτικό να είναι αρεστός».
Στο σημείο αυτό απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν είναι στα σχέδια της κυβέρνησης η ηγεσία της Δικαιοσύνης να μην ορίζεται από το υπουργικό συμβούλιο αλλά να αυτοορίζεται, ο κ. Μαρινάκης επεσήμανε ότι «έχει καταθέσει και στο παρελθόν πρόταση, στις προηγούμενες συνταγματικές αναθεωρήσεις, η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας». Και πρόσθεσε: «Εμείς, προφανώς, θα συζητήσουμε, θα μπούμε και σε αυτή τη συζήτηση συνολικά για τα προς αναθεώρηση άρθρα του Συντάγματος. Αυτή τη στιγμή εγώ δεν μπορώ να σας πω, για να μην δημιουργούμε προσδοκίες ή να μην απορρίπτουμε αιτήματα. Εγώ, αυτή τη στιγμή, δεν γνωρίζω την τελική λίστα των άρθρων που θα είναι προς αναθεώρηση, όμως, προφανώς, εμείς δεν είμαστε δογματικοί. Και στο παρελθόν, μάλιστα, έχουμε κάνει αυτή τη συζήτηση και έχουμε καταθέσει αντίστοιχα αιτήματα και είναι γνωστό. Και, επίσης, το ξαναλέω: Το άρθρο 86 του Συντάγματος εμείς ήμασταν αυτοί που το αλλάξαμε ως προς την αποσβεστική προθεσμία και πλέον ένας υπουργός έχει την ίδια παραγραφή με τον οποιονδήποτε πολίτη. Αυτό έγινε επί των ημερών της Νέας Δημοκρατίας».
Κλείνοντας και κληθείς να σχολιάσει μηνύματα ακροατών του ραδιοφωνικού σταθμού σχετικά με το αν η ΝΔ δεν εκμεταλλεύθηκε πολιτικά με αντίστοιχο τρόπο την τραγωδία στο Μάτι, ο κ. Μαρινάκης τόνισε: «Η Νέα Δημοκρατία δεν ανέβασε ποτέ πανό για το Μάτι στα γραφεία της, δεν μίλησε ποτέ για συγκάλυψη, δεν καταδίκασε ή αθώωσε κανέναν εν δυνάμει κατηγορούμενο, δεν έκανε ποτέ πορεία κατά της τότε κυβέρνησης, ούτε χρησιμοποίησε χυδαίες εκφράσεις κατά της τότε κυβέρνησης, δεν έστησε ποτέ επικοινωνιακό σόου στις πλάτες πονεμένων ανθρώπων, δεν πήγε να κάτσει δίπλα σε πονεμένους ανθρώπους για να πάρει πολιτικά οφέλη. Αν μου βρείτε έστω και μισή τέτοια περίπτωση, εγώ πραγματικά θα απαντήσω. Και, προφανώς, σε καμία περίπτωση, αυτό δεν έχει γίνει από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, από κορυφαία στελέχη. Αλλά το ξαναλέω: Πήγε ποτέ ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας να αποκομίσει πολιτικά οφέλη δίπλα σε μία πονεμένη μάνα, όπως κατά κόρον κάνουν συγκεκριμένοι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ; Ανεβάσαμε ποτέ εμείς πανό για να εκμεταλλευτούμε μία τραγωδία; Ποτέ δεν το κάναμε αυτό, ούτε πρόκειται να το κάνουμε. Δεν είμαστε ίδιοι. Ούτως ή άλλως, να σας πω και κάτι; Αυτή τη φιλοσοφία του λαϊκισμού και της εκμετάλλευσης καταδίκασαν οι πολίτες και ακόμα και τώρα που μπορεί να υπάρχει μία φθορά σε κάποιες δημοσκοπήσεις. Εμείς δεν απορρίπτουμε τις δημοσκοπήσεις αναλόγως αν είναι τέλειες ή λιγότερο καλές, εμείς ακούμε όλες τις δημοσκοπήσεις. Ακόμα και τώρα, βλέπετε, ότι ακόμα και στις δημοσκοπήσεις που είναι χειρότερες από τις άλλες για εμάς, είναι μακράν δεύτερος ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί πολύ απλά είναι το ίδιο έργο, ξαναπαίζεται το έργο του 2019 και το έργο του 2023. ‘Αρνηση σε όλα, τοξικότητα και λαϊκισμός. Το σιχάθηκε αυτό ο κόσμος. Δεν μπορεί άλλο να βλέπει μία αντιπολίτευση να εργαλειοποιεί τα πάντα. Θέλει να ακούσει μία αντιπρόταση».
ΑΠΕ ΜΠΕ