Μικρή βελτίωση στην κατάταξη ανταγωνιστικότητας
Η Κύπρος κατέγραψε μικρή βελτίωση στην κατάταξη ανταγωνιστικότητας του IMD World Competitiveness Center, ανεβαίνοντας από την 45η θέση στην 43η ανάμεσα σε 67 χώρες που αξιολογούνται.Η φετινή άνοδος οφείλεται κυρίως στη σημαντική βελτίωση σε όρους οικονομικής επίδοσης, πρωτίστως ως αποτέλεσμα αυξημένων ροών άμεσων ξένων επενδύσεων προς τη χώρα.Παράλληλα, οι μεγάλες διακυμάνσεις στις ροές άμεσων επενδύσεων από έτος σε έτος, αλλά και το ύψος των επενδυτικών ροών σε σχέση με το μέγεθος της Κυπριακής οικονομίας επιδρούν στην κατάταξη της χώρας (μέσω της οικονομικής επίδοσης), καθιστώντας την σχετικ
Η Κύπρος κατέγραψε μικρή βελτίωση στην κατάταξη ανταγωνιστικότητας του IMD World Competitiveness Center, ανεβαίνοντας από την 45η θέση στην 43η ανάμεσα σε 67 χώρες που αξιολογούνται.
Η φετινή άνοδος οφείλεται κυρίως στη σημαντική βελτίωση σε όρους οικονομικής επίδοσης, πρωτίστως ως αποτέλεσμα αυξημένων ροών άμεσων ξένων επενδύσεων προς τη χώρα.
Παράλληλα, οι μεγάλες διακυμάνσεις στις ροές άμεσων επενδύσεων από έτος σε έτος, αλλά και το ύψος των επενδυτικών ροών σε σχέση με το μέγεθος της Κυπριακής οικονομίας επιδρούν στην κατάταξη της χώρας (μέσω της οικονομικής επίδοσης), καθιστώντας την σχετικά ευμετάβλητη.
Επισημαίνεται ότι οι αξιολογήσεις της χώρας σε πτυχές πέραν των διεθνών επενδύσεων αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, αφού επηρεάζονται λιγότερο από εξωγενείς παράγοντες.
Παράγοντες που συνέβαλαν στη βελτιωμένη επίδοση
Στη βελτιωμένη οικονομική επίδοση της Κύπρου κατά τη φετινή αξιολόγηση συνέβαλαν επίσης ο υψηλός ρυθμός αύξησης επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου, οι εξαγωγές υπηρεσιών, η μείωση του πληθωρισμού, το χαμηλό κόστος ζωής συγκριτικά με άλλες χώρες της κατάταξης, αλλά και οι διαχρονικά ισχυρές επιδόσεις της χώρας αναφορικά με το απόθεμα άμεσων επενδύσεων.
Σε όρους αποδοτικότητας του κράτους, η αξιολόγηση της Κύπρου βελτιώθηκε ελαφρώς το 2024 λόγω ισχυρών δημοσιονομικών επιδόσεων, καθώς επίσης και λόγω του διαχρονικού πλεονεκτήματος της χώρας σε θέματα φορολογίας.
Στις υπόλοιπες κατηγορίες που συνθέτουν τη συνολική κατάταξη της ανταγωνιστικότητας, οι αξιολογήσεις της Κύπρου το 2024 παρέμειναν το ίδιο χαμηλές όπως και το 2023. Για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, η χαμηλή αποδοτικότητα των επιχειρήσεων αποτελεί τον πιο επιβαρυντικό παράγοντα της κατάταξης, εξαιτίας κυρίως αδυναμιών στις διοικητικές πρακτικές και στην εικόνα της χώρας στο εξωτερικό.
Ελλείψεις στις βασικές υποδομές
Επίσης, στη φετινή αξιολόγηση αποτυπώνονται εντονότερα απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια, ελλείψεις στη βασική υποδομή της χώρας (π.χ. ενεργειακή υποδομή) και αδυναμίες στον τομέα της εκπαίδευσης. Ωστόσο, ελλείψεις που είχαν εντοπιστεί στο παρελθόν σε πτυχές όπως η τεχνολογική υποδομή, ο ψηφιακός μετασχηματισμός στις επιχειρήσεις και η ανάληψη κοινωνικής ευθύνης από τις επιχειρήσεις φαίνεται να διορθώνονται σταδιακά.
Τα αποτελέσματα αναλυτικά
Η άνοδος της θέσης της Κύπρου ήταν κυρίως αποτέλεσμα της σημαντικά βελτιωμένης αξιολόγησης της χώρας στην κατηγορία της οικονομικής επίδοσης. Στην κατηγορία της αποδοτικότητας του κράτους, η αξιολόγηση της Κύπρου βελτιώθηκε ελαφρώς, ενώ στις υπόλοιπες υπό εξέταση κατηγορίες που συνθέτουν τη συνολική κατάταξη, οι αξιολογήσεις παρέμειναν στα ίδια επίπεδα με το 2023.
Ανάμεσα στις πιο αξιοσημείωτες βελτιώσεις στη συνολική λειτουργία της οικονομίας, που εντοπίστηκαν κατά τη φετινή αξιολόγηση, περιλαμβάνονται η αύξηση των επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου (σε πραγματικούς όρους), η μείωση του πληθωρισμού και η ενίσχυση του δημοσιονομικού πλεονάσματος (ως ποσοστό του ΑΕΠ).
Αντίθετα, η επιβράδυνση του ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ (συνολικού και κατά κεφαλή), αλλά και η δυσαρέσκεια των επιχειρήσεων σχετικά με (α) το νομοθετικό πλαίσιο απασχόλησης ξένου εργατικού δυναμικού και (β) τις περιβαλλοντικές νομοθεσίες, συγκαταλέγονται ανάμεσα στα κριτήρια που χειροτέρευσαν έντονα σε σχέση με την περσινή αξιολόγηση.
Πέντε παράγοντες που κάνουν την Κύπρο ελκυστική
Σε όρους οικονομικής επίδοσης η Κύπρος κατατάσσεται 28η ανάμεσα στις 67 χώρες, ενισχύοντας σημαντικά τη θέση της σε σχέση με πέρσι (47η). Η άνοδος στη φετινή κατάταξη προήλθε κατά κύριο λόγο από τη σημαντικά βελτιωμένη αξιολόγηση της Κύπρου στην υποκατηγορία των διεθνών επενδύσεων, εξαιτίας κυρίως αυξημένων ροών άμεσων ξένων επενδύσεων προς τη χώρα τα προηγούμενα χρόνια.
Σημειώνεται ότι τα στοιχεία για τις ροές άμεσων επενδύσεων χαρακτηρίζονται από μεγάλη μεταβλητότητα από έτος σε έτος, με το ύψος των επενδύσεων σε κάποια έτη να είναι πολλαπλάσιο του ΑΕΠ.
Ως εκ τούτου, οι ετήσιες αλλαγές στις επενδυτικές ροές επηρεάζουν σημαντικά την αξιολόγηση της χώρας σε όρους διεθνών επενδύσεων και, σε κάποιο βαθμό, τη συνολική κατάταξη ανταγωνιστικότητας της Κύπρου. Μεγάλες μεταβολές στις ροές επενδύσεων από και προς τη χώρα, είχαν αντίκτυπο στην κατάταξη της Κύπρου το 2020 (αξιοσημείωτη άνοδος) και το 2022 (μεγάλη πτώση).
Παρά ταύτα, η Κύπρος καταγράφει ισχυρές επιδόσεις διαχρονικά σε σχέση με το απόθεμα άμεσων επενδύσεων που ευνοούν τη θέση της στην κατάταξη.
Βελτιώσεις στις υποκατηγορίες της εγχώριας οικονομίας
Στην άνοδο της θέσης της Κύπρου σε όρους οικονομικής επίδοσης, συνέβαλαν επίσης βελτιώσεις στις υποκατηγορίες της εγχώριας οικονομίας (π.χ. υψηλός ρυθμός αύξησης επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου) και του διεθνούς εμπορίου (π.χ. εξαγωγές υπηρεσιών), καθώς και πλεονεκτήματα που έχει η χώρα σε όρους τιμών (π.χ. μείωση πληθωρισμού, σχετικά χαμηλό κόστος ζωής).
Παράλληλα, αναφέρεται ότι η κυπριακή οικονομία συνεχίζει να καταγράφει αδυναμίες σε κριτήρια όπως το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και οι όροι εμπορίου. Για την αποδοτικότητα του κράτους το 2024 η Κύπρος καταλαμβάνει την 28η θέση, ανεβαίνοντας δύο βαθμίδες σε σχέση με το 2023. Η φετινή άνοδος ήταν αποτέλεσμα της βελτίωσης των αξιολογήσεων στις υποκατηγορίες των δημόσιων οικονομικών (π.χ. διατήρηση των πλεονασμάτων) και του θεσμικού πλαισίου (π.χ. αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, σταδιακή μείωση γραφειοκρατίας).
Επιδείνωση στις υποκατηγορίες της φορολογικής πολιτικής
Αντίθετα, η αξιολόγηση της Κύπρου επιδεινώθηκε ελαφρώς στις υποκατηγορίες της φορολογικής πολιτικής (π.χ. φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ), του νομοθετικού πλαισίου των επιχειρήσεων (π.χ. νομοθεσία για απασχόληση ξένου εργατικού δυναμικού, απειλή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων από την κρατική ιδιοκτησία επιχειρήσεων) και του κοινωνικού πλαισίου (π.χ. συρρίκνωση του εισοδήματος των φτωχότερων νοικοκυριών, ανισότητες μεταξύ φύλων).
Παρά την επιδείνωση στις πιο πάνω υποκατηγορίες, η Κύπρος εξακολουθεί να υπερέχει έναντι των πλείστων χωρών σε κριτήρια όπως το κόστος πλεονασμού προσωπικού, η πυκνότητα νέων επιχειρήσεων, ο φορολογικός συντελεστής επί των εταιρικών κερδών και η φορολογία φυσικών προσώπων.
Στασιμότητα στην αποδοτικότητα επιχειρήσεων
Στην κατηγορία της αποδοτικότητας των επιχειρήσεων, η Κύπρος παρέμεινε στάσιμη το 2024 στην 55η θέση που κατείχε το 2023.
Η αξιολόγηση της Κύπρου το 2024 καλυτέρευσε στις υποκατηγορίες της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας (π.χ. αυξήσεις στην παραγωγικότητα), καθώς και της αγοράς εργασίας (π.χ. εκπαίδευση εργαζομένων, διεθνής εμπειρία διευθυντικών στελεχών). Η αξιολόγηση της Κύπρου, επιδεινώθηκε στην υποκατηγορία της χρηματοδότησης (π.χ. αποτελεσματικότητα υποστήριξης επιχειρήσεων από τραπεζικές υπηρεσίες, ελλείψεις στην κανονιστική συμμόρφωση στον χρηματοπιστωτικό τομέα) και, σε μικρότερο βαθμό, στις υποκατηγορίες που αφορούν επιχειρηματικές στάσεις και αξίες, και διοικητικές πρακτικές.
Η Κύπρος υστερεί σημαντικά σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες στις υποκατηγορίες των επιχειρηματικών αξιών και των διοικητικών πρακτικών, με τη θέση της να έχει επιδεινωθεί έντονα τα τελευταία χρόνια, υποχωρώντας στο χαμηλότερό της σημείο το 2024.
Στη φετινή κατάταξη εντοπίζονται σοβαρές αδυναμίες σε κριτήρια που αφορούν την επίγνωση των μεταβαλλόμενων συνθηκών αγοράς από πλευράς επιχειρήσεων, την ικανότητα των διοικητικών συμβουλίων να ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο, τη χρήση μεγάλων βάσεων δεδομένων και ανάλυσης στη λήψη επιχειρηματικών αποφάσεων, καθώς και την εικόνα της χώρας (branding) στο εξωτερικό.
Οι ελλείψεις της Κύπρου σε ορισμένα από τα πιο πάνω κριτήρια είχαν καταγραφεί και στο παρελθόν, όμως εξακολουθούν να επιβαρύνουν τη θέση της χώρας σε συνδυασμό με νεοεμφανιζόμενες αδυναμίες.
Ελλείψεις που είχαν εντοπιστεί τα προηγούμενα χρόνια σε κριτήρια όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός στις επιχειρήσεις, η προσέλκυση και διατήρηση ταλαντούχων εργαζομένων στις επιχειρήσεις και η ανάληψη κοινωνικής ευθύνης από τις επιχειρήσεις, σημείωσαν κάποια βελτίωση στη φετινή αξιολόγηση, η οποία όμως δεν ήταν αρκετή για να ωθήσει τη χώρα σε καλύτερη θέση.
Σε όρους υποδομής η Κύπρος κατατάσσεται 42η ανάμεσα στις 67 χώρες, παραμένοντας στην ίδια βαθμίδα όπως και το 2023.
Η αξιολόγηση της Κύπρου το 2024 χειροτέρευσε στις τέσσερις από τις πέντε υποκατηγορίες που εξετάστηκαν.
Η μεγαλύτερη επιδείνωση σημειώθηκε στην υποκατηγορία της βασικής υποδομής όπου η χώρα τοποθετείται σε μια από τις χειρότερες βαθμίδες της κατάταξης, εξαιτίας, μεταξύ άλλων, της χειροτέρευσης σε κριτήρια που αφορούν τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και των πόλεων, αλλά και σοβαρών ελλείψεων στην ενεργειακή υποδομή και στην παραγωγή ενέργειας.
Μικρότερη επιδείνωση σημειώθηκε στην υποκατηγορία της επιστημονικής υποδομής και στην υποκατηγορία της υγείας και του περιβάλλοντος, με κριτήρια που σχετίζονται με την απασχόληση προσωπικού στην έρευνα και ανάπτυξη, το ποσοστό αποφοίτων θετικών επιστημών, τα πνευματικά δικαιώματα, και τις περιβαλλοντικές νομοθεσίες να αξιολογούνται δυσμενώς, δυσχεραίνοντας τη θέση της χώρας.
Υπερτερεί στην εκπαίδευση η Κύπρος, χαμηλές ωστόσο βαθμολογίες
Στην υποκατηγορία της εκπαίδευσης, η Κύπρος γενικά υπερτερεί έναντι αρκετών χωρών, αλλά το 2024 η θέση της Κύπρου συνέχισε να διολισθαίνει, κυρίως λόγω χαμηλών βαθμολογιών των 4 μαθητών σε διεθνείς αξιολογήσεις (PISA), και υποχώρησης της χώρας σε πανεπιστημιακές κατατάξεις. Εντούτοις, η Κύπρος εξακολουθεί να πλεονεκτεί έναντι των πλείστων χωρών σε κριτήρια όπως η κινητικότητα των φοιτητών, το χαμηλό ποσοστό αναλφαβητισμού, η αναλογία μαθητών – καθηγητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και το ποσοστό του πληθυσμού με τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Το 2024, η Κύπρος κατέγραψε βελτίωση στην υποκατηγορία της τεχνολογικής υποδομής, αφού φαίνεται να διορθώνονται σταδιακά αδυναμίες που είχαν επισημανθεί σε προηγούμενες αξιολογήσεις, όπως το χαμηλό ποσοστό συνδρομητών κινητής ευρυζωνικής πρόσβασης και η ανεπαρκής κυβερνοασφάλεια, ενώ συνεχίζει να υπερέχει έναντι των περισσότερων χωρών ως προς τις εξαγωγές υπηρεσιών τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών (ICT).