Ο άγριος κόσμος είναι μέσα μας
«Μεγαλειώδες κείμενο» χαρακτηρίζει ο Γιώργος Κυριαζής το βιβλίο του Κόρμακ Μακάρθι «Αιματοβαμμένος μεσημβρινός».
CORMAC McCARTHYΑιματοβαμμένος Μεσημβρινόςμτφρ. Γιώργος Κυριαζήςεκδ. Gutenberg, 2024, σελ. 523
Ο κορυφαίος Αμερικανός συγγραφέας Κόρμακ Μακάρθι (1933-2023), που έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Ιούνιο, ήρθε ξανά στην επικαιρότητα πρόπερσι, με τον «Επιβάτη» και το «Stella Maris» (μτφρ. Γιώργος Κυριαζής, εκδ. Gutenberg 2023) που εκδόθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα. Προ ολίγων ημερών, από τον ίδιο οίκο και τον ίδιο μεταφραστή, κυκλοφόρησε και ο περίφημος «Αιματοβαμμένος Μεσημβρινός», το αριστούργημά του. Παρακάτω ο Γιώργος Κυριαζής μάς μιλάει για το μυθιστόρημα και τον δημιουργό του.
– Ο «Αιματοβαμμένος Μεσημβρινός» είναι το μεγαλύτερο έργο του Μακάρθι. Αυτό που, ακόμη και αν εξαφανίζονταν τα υπόλοιπα βιβλία του, θα τον κατέτασσε μονομιάς στους μεγάλους. Γιατί;
– Γιατί συνδυάζει ιστορία και μυθοπλασία, πνευματικότητα και υλισμό, ωμότητα και λυρισμό, και αυτοί οι συνδυασμοί είναι δοσμένοι με γλώσσα υψηλότατων προδιαγραφών γεμάτη επινοητικότητα, ακρίβεια και σχεδόν σκηνοθετική περιγραφικότητα. Είναι μεγαλειώδες κείμενο, φτιαγμένο από έναν πραγματικό μάστορα, κι αυτό κάνει τη βία που περιέχει ακόμα πιο σοκαριστική και φέρνει τον κάθε αναγνώστη προσωπικά αντιμέτωπο με ένστικτα χωμένα πολύ βαθιά (ευτυχώς) στη λιγότερο ή περισσότερο πολιτισμένη ψυχή του.
– Πώς μπορεί ένα σκληρό γουέστερν να μιλάει στην ψυχή τόσων ανθρώπων, όπου γης;
– Oπως λέμε συνήθως για τους μεγάλους συγγραφείς, το σκηνικό είναι απλώς η αφορμή για να μιλήσουν για θέματα πανανθρώπινα. Εδώ όμως συμβαίνει κάτι ακόμα πιο μεγαλειώδες: το σκηνικό, το τοπίο, γίνεται απεικόνιση του ίδιου του αναγνώστη και κάθε ανθρώπου, το άγριο κι αφιλόξενο τοπίο είναι ο εσωτερικός μας κόσμος, και η (συχνά αναίτια) βία προβάλλει σαν ένας φυσικότατος τρόπος αντίδρασης απέναντι στην ίδια την ύπαρξη. Πράγμα που φαίνεται και στον φυσικότατο και εντελώς ουδέτερο συναισθηματικά τρόπο με τον οποίο περιγράφονται σκηνές απίστευτης αγριότητας.
– Πώς ξεπερνά κανείς αυτή τη σκληρότητα; Ή δεν την προσπερνά; Ή είναι κυρίως αυτή ο λόγος που μας στοιχειώνει ο οικουμενικών διαστάσεων «Μεσημβρινός»;
– Oχι, δεν την ξεπερνά, ούτε την προσπερνά. Η σκληρότητα είναι ο συνεκτικός ιστός του κόσμου, και του μυθοπλαστικού και του πραγματικού, και το βιβλίο μάς φέρνει αντιμέτωπους με αυτή την αλήθεια και επομένως πρέπει να την κοιτάξουμε κατάματα. Η ιστορία του ανθρώπινου γένους είναι αιματοβαμμένη. Μπορεί εμείς να εστιάζουμε στα κατορθώματα του πολιτισμού για να νιώθουμε καλύτερα και να καταφέρνουμε να τα βγάζουμε πέρα στην καθημερινή μας ζωή, αλλά δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη μισή μας συλλογική ιστορία μόνο και μόνο γιατί μας κάνει να νιώθουμε άβολα. Ο άνθρωπος είναι ένα σακί γεμάτο αντιφάσεις, ας το αποδεχτούμε και ας κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να εκτοπίσουμε στο περιθώριο τη βία, χτίζοντας καλύτερες κοινωνίες. Φυσικά, αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, αλλά η συνεχής προσπάθεια πάντα αποφέρει κάποιους πρόσκαιρους καρπούς.
– Ποια θέματα εξετάζονται εδώ; Η τρέλα, η βία, η φυλή και ο Θεός; Τι ρόλο παίζει η ηθική και ποιος δίνεται στη φύση;
– Βία υπάρχει πολλή, σίγουρα. Τρέλα μόνο από τη δική μας, αποστασιοποιημένη, οπτική, με την οποία συμφωνεί και το Παιδί σε κάποια σημεία σχολιάζοντας τα φιλοσοφικά λογύδρια του Δικαστή. Φυλή υπάρχει μόνο από την οπτική κάποιων χαρακτήρων, καθώς αποδεικνύεται πως όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως φυλής, συμπεριφέρονται σκληρότατα όταν κρίνουν ότι αυτό «πρέπει» να κάνουν. Θεός στο βιβλίο δεν φαίνεται πουθενά, παρά μόνο μια πιθανή ενσάρκωση του Κακού, ή του Διαβόλου, στο πρόσωπο του Δικαστή. Η ηθική επίσης απουσιάζει, με εξαίρεση μικρές στιγμές, κι αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα στο γεγονός ότι ο αναγνώστης δεν βρίσκει κάποιον χαρακτήρα με τον οποίο θα μπορούσε να ταυτιστεί. Τελικός κυρίαρχος είναι η φύση, η οποία αδιαφορεί παντελώς για τα ανθρώπινα καμώματα (εκτός κι αν αυτά σημαίνουν περισσότερη τροφή για τα πλάσματά της) και συνεχίζει την αιματηρή πορεία της προς τον θάνατο και την αναγέννηση. Αλλά το βασικό θέμα του βιβλίου κατά τη γνώμη μου είναι η συνειδητοποίηση του ανθρώπινου εσωτερικού κόσμου. Ο «Αιματοβαμμένος Μεσημβρινός» είναι ένας καθρέφτης της ανθρώπινης ψυχής. Και η εικόνα που δείχνει δεν είναι καθόλου όμορφη.
Η σκληρότητα είναι ο συνεκτικός ιστός του κόσμου, και του μυθοπλαστικού και του πραγματικού, και το βιβλίο μάς φέρνει αντιμέτωπους με αυτή την αλήθεια.
– Ο Χάρολντ Μπλουμ τον παρομοιάζει με τον Φόκνερ. Αλλοι, με τον Μέλβιλ. Ποια νήματα τους συνδέουν και με ποιους συνομιλεί σήμερα;
– Ο Μακάρθι είναι κοινωνός μιας μακράς λογοτεχνικής παράδοσης που έδωσε μεγάλα ονόματα και τεράστια βιβλία. Μιλώ για τον αγγλοσαξονικό κυρίως κόσμο, χωρίς να παραγνωρίζω καθόλου την αξία των Ευρωπαίων και των Λατινοαμερικανών, οι οποίοι έχουν ούτως ή άλλως ασκήσει παγκόσμια επίδραση. Πατάει σε ώμους γιγάντων, και έχει για εργαλείο του μια στιβαρή και ιδιαίτερα εύπλαστη γλώσσα η οποία μπορεί να μετασχηματίσει οποιαδήποτε λέξη και να εκφράσει ευφάνταστα οποιαδήποτε έννοια χωρίς δυσκαμψίες. Αν η γλώσσα καθορίζει τη σκέψη, τότε σίγουρα καθορίζει και τη γραφή. Τα νοήματα μπορούν να εκφραστούν σε οποιαδήποτε γλώσσα, αλλά αυτή η εξελιγμένη αγγλική λογοτεχνική γλώσσα που βλέπουμε σε συγγραφείς όπως ο Ναμπόκοφ, ο Απντάικ, ο Πίντσον, ο Ντελίλο, ο Γκας, ο Γουάλας, και φυσικά ο Μακάρθι, δίνει εκφραστικές δυνατότητες άνευ προηγουμένου, με λεπτές αποχρώσεις που δεν μεταφράζονται εύκολα, και σε κάποιες περιπτώσεις δεν είναι καν μεταφράσιμες.
– Ο Μακάρθι γράφει υψηλή λογοτεχνία πατώντας στα χωράφια τής genre πεζογραφίας: γουέστερν, αστυνομικό, επιστημονική φαντασία. Μιλήστε μας γι’ αυτό.
– Ο Μακάρθι προσπαθούσε διαρκώς να διερευνά τα όρια, ιδίως μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, και φυσικά άγγιξε και τα όρια μεταξύ διαφόρων λογοτεχνικών ειδών, εφόσον βέβαια εξυπηρετούσαν το δικό του όραμα. Με δεδομένη την εμμονή του για τον αμερικανικό Νότο, ήταν αναπόφευκτο να κάνει εκτεταμένη χρήση των μεθόδων του γουέστερν – άλλωστε, ο «Αιματοβαμμένος Μεσημβρινός» είναι ξεκάθαρα γουέστερν, μόνο που δεν έχει καμία σχέση με την αποστειρωμένη εικόνα του τόπου και της εποχής που γνωρίζουμε από τις χολιγουντιανές ταινίες. Ο «Επιβάτης» έχει ξεκάθαρα στοιχεία αστυνομικού μυθιστορήματος, τα οποία όμως σταδιακά σβήνουν για να δώσουν τη θέση τους σε άλλα, σημαντικότερα, θέματα. Το ίδιο και το «Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους». Για τον «Δρόμο» λένε ότι μπαίνει στα χωράφια της επιστημονικής φαντασίας, αλλά δεν συμφωνώ: είναι βέβαια ένα μετα-αποκαλυπτικό βιβλίο, και είναι γνωστή η αγάπη του Μακάρθι για τα επιστημονικά θέματα, αλλά δεν διαθέτει κανένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των μυθιστορημάτων του είδους.
– Eχει έναν τελείως «μακαρθικό» τρόπο να γράφει, που δεν τον εγκατέλειψε ποτέ, παρά τις αναπόφευκτες διαφορές στον τόνο που παρατηρεί κανείς με το πέρασμα του χρόνου. Τον καταλαβαίνεις και από μια πρόταση μόνο, όπως κάποιος νιώθει το τρένο που έρχεται κολλώντας το αυτί του στις ράγες.
– Ο Μακάρθι γράφει ακολουθώντας το δόγμα, «Μην το λες, δείξε το». Δεν προσφέρει αναλύσεις της ψυχολογίας των χαρακτήρων του, μόνο τη φανερώνει στα μάτια του αναγνώστη μέσα από λιτές κινήσεις και λακωνικές εκφράσεις. Εισάγει το στοιχείο του λυρισμού μόνο στα σημεία που πρέπει, και δεν παρασύρεται σε περιττούς συναισθηματισμούς (η έμφαση στο «περιττούς»). Οι περιγραφές του είναι λεπτομερείς και ακριβείς, και οι διάλογοί του κοφτοί και περιεκτικοί, εκτός κι αν ο χαρακτήρας τού εκάστοτε ήρωα απαιτεί κάτι διαφορετικό, οπότε βρίσκει την ευκαιρία να ξεδιπλώσει το ταλέντο του.
Ο Γιώργος Κυριαζής επιμελήθηκε την απόδοση του «Αιματοβαμμένου Μεσημβρινού» στη γλώσσα μας, προστατεύοντας ιδανικά τα νοήματα και τις εικόνες του συγγραφέα.
– Ο «Μεσημβρινός» εκδίδεται το 1985. Τα δύο τελευταία μυθιστορήματά του το 2022. Ποιες διαφορές υπάρχουν ανάμεσά τους, από άποψη «κοσμοθεωρίας» και ύφους;
– Η πρώτη βασική διαφορά έχει να κάνει με τη βία, η οποία στα δύο τελευταία βιβλία του λάμπει διά της απουσίας της, αν εξαιρέσουμε μια εκτενή αναφορά στη δολοφονία του Κένεντι, ενώ στον «Μεσημβρινό» αποτελεί βασικό συστατικό, ίσως και βασικό θέμα. Αντιστρόφως ανάλογη είναι η παρουσία της επιστήμης, η οποία στον «Μεσημβρινό» είναι πολύ σύντομη, κυρίως στο σημείο που ο Δικαστής φτιάχνει μπαρούτι από υλικά που βρίσκει στην έρημο, ενώ στον «Επιβάτη» και το «Stella Maris» διαπνέει ολόκληρη την αφήγηση. Το κοινό σημείο μεταξύ τους είναι το ψυχικό σκοτάδι, η απαισιοδοξία για την ανθρωπότητα και το μέλλον της, αλλά ακόμα κι εκεί υπάρχει διαφορά, καθώς τα τελευταία του βιβλία είναι επίσης γεμάτα καλοσύνη και αγάπη, στοιχεία που απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά από τον «Μεσημβρινό». Φαίνεται πως η πορεία προς τα γηρατειά συνοδεύεται από μειλιχιότητα και ευσυγκινησία, καθώς ανάλογη στροφή βλέπουμε και σε άλλους συγγραφείς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Τόμας Πίντσον.
– Πώς τον αντιμετωπίσατε μεταφραστικά;
– Προσπαθώ πάντοτε να ακούω τι λέει το κείμενο και πώς το λέει, και μετά το μεταφέρω στη γλώσσα που μου φαίνεται πιο φυσική σε σχέση με το πρωτότυπο αλλά και σε σχέση με το προσωπικό μου γλωσσικό αισθητήριο. Αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι το πιο παραγνωρισμένο, αλλά είναι τελικά το πιο σημαντικό. Αυτή είναι η τρίτη μετάφραση του «Μεσημβρινού» στα ελληνικά, και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να δει κανείς και τα τρία αυτά κείμενα παράλληλα, γιατί τότε θα δει τρεις διαφορετικές δημιουργικές προσεγγίσεις, και εντέλει τρεις διαφορετικές γλώσσες, όλες με τη δική τους αξία και τη δική τους ομορφιά.
Σε ό,τι αφορά τη δυσκολία, πέρα από την εξελιγμένη γλώσσα που προανέφερα, εδώ υπάρχουν επιπλέον τα πραγματολογικά στοιχεία (γεωλογικοί όροι, φυτά της ερήμου, όροι σχετικοί με τα άλογα και τα όπλα, ιδιωματικές εκφράσεις του 19ου αιώνα κ.ά.) αλλά και πάμπολλες λέξεις, κυρίως σύνθετες, σφυρηλατημένες από τον ίδιο τον Μακάρθι, λέξεις που δεν βρίσκονται σε κανένα λεξικό παρά μόνο σε κάποιες εξειδικευμένες σελίδες στο Διαδίκτυο που ασχολούνται ειδικά με τη γλώσσα του Μακάρθι.
Oλα αυτά φτιάχνουν ένα εκρηκτικό μείγμα, και εδώ πρέπει να πω ότι αυτή η συνεχής αναμέτρησή μου με κείμενα τέτοιας (και μεγαλύτερης) δυσκολίας είναι ο βασικός λόγος που με έχει οδηγήσει στο να απομακρυνθώ από τη βλαβερή συνήθεια της λαθοθηρίας και να βλέπω οποιαδήποτε μετάφραση έχει γίνει στην προδιαδικτυακή εποχή με ειλικρινή συμπάθεια και σεβασμό.