Ο κόσμος έχει ακόμη πρόβλημα με τον Κάφκα
Εκατό χρόνια μετά, ένα γκράφικ νόβελ ζωντανεύει τον παράξενο και ονειρικό κόσμο του.
Τι ξέρουμε για τον Φραντς Κάφκα, εκατό χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό του; Στο γκράφικ νόβελ με τίτλο «Φραντς Κάφκα. Ανθρωπος χωρίς εποχή», που κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Οξύ (μτφρ. Lucie Kuligová), οι Radek Malý (κείμενο) και Renáta Fučíková (εικονογράφηση) δίνουν μια πρώτη απάντηση με τηλεγραφική συντομία:
«1. Ηταν ένας συγγραφέας εβραϊκής καταγωγής. Γεννήθηκε στην Πράγα και έγραφε στα γερμανικά.
»2. Εγραψε ένα διήγημα στο οποίο ο πρωταγωνιστής ξυπνάει ένα πρωί ως έντομο. Και παραμένει έτσι.
»3. Είχε προβλήματα με τον πατέρα του, με τη εργασία του και με τις γυναίκες. Κρίνοντας από αυτά που έγραφε και τον τρόπο που τα έγραφε, αυτά τα τρία δεν ήταν τα μοναδικά του προβλήματα…».
Ο συγγραφέας Φραντς Κάφκα «γεννήθηκε» τη νύχτα της 22ας προς την 23η Σεπτεμβρίου 1912, όταν έγραψε το διήγημα «Η κρίση». «Από τις 10 το βράδυ έως τις 6 το πρωί, δίχως ανάσα», σημειώνει ο ίδιος στο ημερολόγιό του.
Επειδή μάλλον ούτε τους ίδιους τους δημιουργούς καλύπτει η απάντηση, προσθέτουν: «Ο Κάφκα είχε, απλούστατα, πρόβλημα με τον κόσμο. Και ο κόσμος εξακολουθεί να έχει πρόβλημα με τον Κάφκα». Τα προβλήματα με τον αλλόκοτο αυτόν συγγραφέα παραμένουν. «Δεν κατανοούμε τα πάντα στα μυθιστορήματα και τα διηγήματα του Κάφκα αλλά φαίνεται ότι ακριβώς δεν προορίζονται όλα για να γίνουν κατανοητά».
Εκ φύσεως ντροπαλός, ο Φραντς Κάφκα δυσκολευόταν να αναπτύξει σχέσεις με τα κορίτσια, που ενώ προορίζονταν για υποψήφιες νοικοκυρές, σύζυγοι και μητέρες, λόγω του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου μεταλλάχθηκαν σε δυναμικές γυναίκες με αυτοπεποίθηση.
Ισως μια αιτία να είναι η κληρονομιά που άφησε φεύγοντας, δηλαδή οι αφηγήσεις του. Από αυτές έχει προκύψει, π.χ., το περίφημο «καφκικό σύνδρομο». Τι είναι αυτό όμως; Κάτι σαν το οιδιπόδειο στην ψυχιατρική; Λογοτεχνική σχολή; Η αίσθηση ότι κάθε πραγματικότητα είναι κινούμενη άμμος; Εναν αιώνα μετά, μέσα στην παραζάλη των «σόσιαλ» και των «φέικ νιουζ», μέσα στις ψηφιακές εικονικές ζωές, ο Κάφκα είναι ακόμη πιο επίκαιρος;
«Είχε προβλήματα με τον πατέρα του, με τη εργασία του και με τις γυναίκες. Κρίνοντας από αυτά που έγραφε και τον τρόπο που τα έγραφε, αυτά τα τρία δεν ήταν τα μοναδικά του προβλήματα…».
Καφκικό σύνδρομο, με σημερινούς όρους, θα μπορούσαμε –ίσως– να πούμε ότι είναι η κρίση πανικού. Ο ίδιος ο Κάφκα πάντως ήταν ψύχραιμος. Μονάχα μια φορά ο φίλος του Μαξ Μπροντ τον είδε να κλαίει. Ψύχραιμοι είναι και οι λογοτεχνικοί του χαρακτήρες: αυτοί που ο πατέρας τους τους καταδικάζουν σε θάνατο διά πνιγμού (και σπεύδουν να εκτελέσουν την πατρική εντολή)· αυτοί που ξυπνούν στο κρεβάτι τους μεταμορφωμένοι σε έντομο (το μόνο τους άγχος είναι πώς θα πάνε τώρα στη δουλειά και τι θα πούνε οι γονείς τους)· αυτοί που τους διακόπτουν συνεχώς πάνω στην κορύφωση της ερωτικής επαφής (ίσως επειδή συμβαίνει πάντοτε την πλέον ακατάλληλη στιγμή και σε δημόσιους χώρους)· αυτοί που δένονται επάνω σε μια θηριώδη μηχανή βασανισμού (Αουσβιτς πριν από το Αουσβιτς;)· αυτοί που αφήνονται να τους «σφάξουν σαν το σκυλί» έπειτα από μια δίκη που συμβαίνει παντού και πουθενά, αφού μια δίκη είναι ολόκληρη η ζωή τους (μας). Πώς να τον αντέξεις αυτό τον τύπο, στ’ αλήθεια τώρα.
Γράφουν οι συγγραφείς του «Ανθρωπος χωρίς εποχή» ότι το στερεότυπο που θέλει τον Κάφκα μονόχνωτο και καταθλιπτικό δεν ισχύει: γυμναζόταν, τον ενδιέφερε η τεχνολογία, ταξίδευε, φρόντιζε την υγεία του. Από την άλλη, «ο Φραντς ήταν ένας ντροπαλός και χωρίς μεγάλη αυτοπεποίθηση άντρας, επομένως η σχέση του με τις γυναίκες ήταν αρκετά περίπλοκη. Αυτό όμως δεν είναι παράξενο, δεδομένου ότι έζησε σε μια εποχή που δεν ήταν εύκολο να αναπτύξει κανείς μια κανονική επαφή με τα κορίτσια. Η κοινωνία ακόμη προσδοκούσε από τις γυναίκες πρωτίστως να εκπληρώνουν τον ρόλο της νοικοκυράς, η οποία είναι στήριγμα για τον σύζυγό της και καλή μητέρα για τα παιδιά της. Ωστόσο, ακόμα και αυτό άλλαζε υπό την επίδραση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και οι μοιραίες γυναίκες του Κάφκα δεν ήταν σε καμία περίπτωση αφελή κοριτσάκια».
Η τελευταία γυναίκα που ερωτεύτηκε ο Κάφκα ήταν η πιο ατίθαση και απελευθερωμένη: η Ντόρα Ντιαμάντ. «Η σχέση τους ήταν εξαρχής παθιασμένη και πιθανότατα μόνο μαζί της ο Κάφκα γνώρισε την έννοια της πραγματικά ολοκληρωμένης σχέσης. Εκείνη ήταν η αιτία που εγκατέλειψε την Πράγα και μετακόμισε στο Βερολίνο, όπου έζησαν ευτυχισμένοι, αν και πολύ λιτά. Σχεδίαζαν να μετακομίσουν στην Παλαιστίνη και εκεί να ανοίξουν μαζί ένα εστιατόριο − εκείνη θα μαγείρευε και αυτός θα σερβίριζε. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν γραφτό να συμβεί: Η Ντόρα συνόδευσε τον Φραντς σε όλες τις ιατρικές του εξετάσεις και θεραπείες και στην αγκαλιά της πέθανε στις 3 Ιουνίου του 1924».
«Ολόκληρη η πόλη καταγινόταν με τον καλλιτέχνη της πείνας. Ολοι επιθυμούσαν, τουλάχιστον μία φορά τη μέρα, να δουν τον καλλιτέχνη. Ακόμα και κατά τη διάρκεια της νύχτας…». «Ο καλλιτέχνης της πείνας», 1922.
Αργότερα, η Ντόρα θα γράψει: «Μια μέρα με τον Φραντς ξεπερνά όλα όσα έγραψε ποτέ».
Οι επιστολές της χαμένης κούκλας
«Ευτυχώς, μου δόθηκε η ευκαιρία να εικονογραφήσω το βιβλίο για τον Φραντς Κάφκα σε ώριμη πλέον ηλικία, κάτι που μου επέτρεψε να χρησιμοποιήσω όλα τα ένστικτα και τη διαίσθησή μου», μας είπε σε γραπτό μήνυμα έπειτα από σχετικό ερώτημα που της αποστείλαμε η Ρενάτα Φουτσίκοβα, εικονογράφος του γκράφικ νόβελ. Και συνεχίζει: «Αφέθηκα να με καθοδηγήσουν τα κείμενα και η σύλληψη του Ράντεκ Μάλι, ενώ παράλληλα αξιοποίησα την ερευνητική μου εμπειρία από τη συγγραφή μη μυθοπλαστικής λογοτεχνίας. Αλλά το κυριότερο: Στηρίχθηκα στο γεγονός ότι ζω στην πόλη του Κάφκα, και μάλιστα στην ίδια συνοικία όπου έμενε κι εκείνος. Αν ζούσα εκατό χρόνια νωρίτερα, σίγουρα θα συναντιόμασταν».
Το διάστημα 1909-1911, ο Φραντς Κάφκα πραγματοποίησε μαζί με τον Μαξ Μπροντ πολλά περιηγητικά ταξίδια σε Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ελβετία. Μάλιστα, κρατούσαν ημερολόγια για να συγκρίνουν τις παρατηρήσεις τους.
Ανάλογα, ο συγγραφέας Ράντεκ Μάλι τόνισε: «Ο Φραντς Κάφκα είναι ένα τόσο αδιαμφισβήτητο φαινόμενο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, που είναι σχεδόν αδύνατο να τον αποφύγει κανείς – ιδιαίτερα όταν ο συγγραφέας ζει στην ίδια πόλη με αυτόν. Τα στοιχεία του τρόμου στα έργα του τα αντιλαμβάνομαι πάντα ως ισορροπημένα με μια ασυνήθιστη αίσθηση του χιούμορ, μια ειρωνεία που δεν είναι πάντοτε εμφανής με την πρώτη ματιά. Iσως είναι κάτι κεντροευρωπαϊκό, που όμως προφανώς αντηχεί έντονα και σε άλλες κουλτούρες».
Ο Κάφκα διαγνώστηκε με φυματίωση τον Αύγουστο του 1917. «Το μυαλό μου έκανε συμφωνία με τους πνεύμονές μου πίσω από την πλάτη μου», είχε σχολιάσει, θεωρώντας την ασθένειά του συνέπεια της ψυχικής του καταπόνησης.
Η έξοχη δουλειά τους βασίζεται και στην εύστοχη επιλογή επεισοδίων από τη ζωή και το έργο του Κάφκα. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και το ακόλουθο: «Ενα ενδιαφέρον περιστατικό, που σχετίζεται με την παραμονή του Φραντς Κάφκα στο Βερολίνο τον τελευταίο χρόνο της ζωής του, επισήμανε η σύντροφός του Ντόρα σε μεταγενέστερη συνέντευξή της. Στο πάρκο της συνοικίας Στέγκλιτζ, όπου διέμεναν, συνάντησαν μια φθινοπωρινή μέρα του 1923 ένα κοριτσάκι που έκλαιγε. Της μίλησαν και όταν ο Φραντς έμαθε πως είχε χάσει την κούκλα της, έσπευσε να της απαντήσει: “Η κούκλα σου έχει πάει ταξίδι. Το ξέρω γιατί μου έστειλε ένα γράμμα”.
Οι δημιουργοί του γκράφικ νόβελ εξομολογούνται στην «Κ» τους δεσμούς τους με τον Κάφκα.
»Το κορίτσι ήθελε να δει το γράμμα, οπότε ο άγνωστος κύριος σε ρόλο ταχυδρόμου τής υποσχέθηκε να της το παραδώσει την επόμενη μέρα. Ανέλαβε την αποστολή αυτή με μεγάλη υπευθυνότητα: φέρεται να έγραφε τα γράμματα της κούκλας για τις επόμενες τρεις εβδομάδες, προκειμένου να διαβεβαιώσει το κοριτσάκι για την αγάπη της. Τελικά αποφάσισε να παντρέψει την κούκλα στο εξωτερικό, ώστε να εξηγήσει την οριστική της εξαφάνιση. Καφκολόγοι από όλο τον κόσμο αναζητούν αυτά τα γράμματα και το άγνωστο κορίτσι εδώ και μερικές γενιές. Μάταια.
«Ηταν ένα όμορφο ανοιξιάτικο πρωινό Κυριακής. Ο νεαρός έμπορος Γκέοργκ Μπέντεμαν καθόταν στο ιδιωτικό του δωμάτιο στον πρώτο όροφο του σπιτιού δίπλα στο ποτάμι…». Η «Κρίση» ήταν «μια κανονική γέννα καλυμμένη με ακαθαρσίες και βλέννες που βγήκαν από μέσα μου», θα γράψει ο Κάφκα στο ημερολόγιό του.
»Αρκετοί συγγραφείς προσπάθησαν να επινοήσουν πώς θα μπορούσαν να μοιάζουν αυτές οι επιστολές της χαμένης κούκλας. Ισως η όλη ιστορία να είναι απλώς ένας ακόμα θρύλος, από τους πολλούς που έχουν δημιουργηθεί γύρω από αυτόν τον αξιοπερίεργο άνθρωπο μετά τον θάνατό του. Κι αν δεν είναι; Ισως αυτή τη στιγμή, κάπου στο Βερολίνο, μια εκατόχρονη γριούλα να χαμογελά, φέρνοντας στον νου της τον λιγνό κύριο με το μαύρο καπέλο. Στις αναμνήσεις της παραμένει ως ένας καλός άνθρωπος».
Το μυαλό συνωμοτεί με τους πνεύμονες…
«“Πριν από τρεις εβδομάδες περίπου, τη νύχτα, οι πνεύμονές μου άρχισαν να αιμορραγούν έντονα. Ηταν περίπου 4 το πρωί· ξυπνάω, απορώ με την ασυνήθιστη ποσότητα σάλιου στο στόμα μου, το φτύνω και ανάβω ένα σπίρτο − παράξενο, είναι ένας θρόμβος αίματος. Και αυτή ήταν η αρχή. Στα τσεχικά αυτό λέγεται “chrlení”, δεν ξέρω αν το γράφω σωστά, αλλά είναι μια λέξη που περιγράφει αυτή την έκρηξη υγρού από τον λαιμό. Νόμιζα ότι δεν θα σταματούσε ποτέ. Πώς υποτίθεται ότι θα φράξω αυτή τη ροή, όταν δεν την άνοιξα εγώ; Σηκώθηκα, διέσχισα το δωμάτιο, πήγα στο παράθυρο, κοίταξα έξω, γύρισα πίσω − ακόμα αίμα. Κάποια στιγμή σταμάτησε και κοιμήθηκα· κοιμήθηκα καλύτερα από ό,τι είχα κοιμηθεί εδώ και πολύ καιρό” (από ένα γράμμα στην αδελφή του Οτλα, 1917).
Ο Κάφκα συνάντησε τη 19χρονη –και κατά 20 χρόνια μικρότερή του– Ντόρα Ντιαμάντ το καλοκαίρι του 1923 και στα τέλη του ίδιου χρόνου μετακόμισε μαζί της στο Βερολίνο. Λίγους μήνες αργότερα, η υγεία του επιδεινώθηκε και νοσηλεύθηκε σε σανατόρια. Λίγο πριν από το τέλος του, η Ντόρα ζήτησε από τον πατέρα της άδεια να τον παντρευτεί, όμως η απάντηση ήταν αρνητική.
»Στα μέσα Αυγούστου του 1917, μέσα στη νύχτα, ο Φραντς Κάφκα υπέστη αιμορραγία. Για πρώτη φορά διαγνώστηκε με φυματίωση, τότε ακόμη μια ανίατη και δυστυχώς αρκετά διαδεδομένη ασθένεια, που προσέβαλλε ιδίως τους σωματικά αδύναμους.
»Ωστόσο, ο Κάφκα θεωρούσε την ασθένεια επίσης ως συνέπεια της ψυχικής του καταπόνησης. Αλλωστε, ο ίδιος το διατύπωσε ως εξής: “Το μυαλό μου έκανε συμφωνία με τους πνεύμονές μου πίσω από την πλάτη μου”. Πάλευε με τη φυματίωση για τα επόμενα επτά χρόνια, γεγονός που άλλαξε ριζικά τον τρόπο ζωής του. Περνούσε πλέον πολύ χρόνο εκτός Πράγας σε θεραπευτήρια, όμως παρά τα επανειλημμένα αιτήματά του, δεν συνταξιοδοτήθηκε − στη δουλειά του τον θεωρούσαν αναντικατάστατο.
»Στην αρχή κράτησε την ασθένειά του κρυφή από τους γονείς του. Η πρώτη που έμαθε για τη θλιβερή διάγνωση ήταν η αδελφή του Οτλα. Οταν τελικά του δόθηκε η αναρρωτική άδεια από την εργασία του, αποφάσισε να πάει κοντά της στο αγρόκτημα στο Σίρεμι, όπου δούλευε στον γαμπρό της. Στο χωριό, ο Φραντς ήρθε πιο κοντά με τους απλούς αγρότες και ακολούθησε τον αντίξοο τρόπο ζωής τους, δουλεύοντας στα χωράφια και κόβοντας ξύλα. Ταυτόχρονα, όμως, δεν παραμελούσε το γράψιμο − οι σημειώσεις του από το Σίρεμι, που εκδόθηκαν το 1931 από τον Μαξ Μπροντ, περιέχουν μερικούς πραγματικά αξιοσημείωτους συλλογισμούς. Για παράδειγμα: “Ενα κλουβί βγήκε να αναζητήσει ένα πουλί”».