Οι ενεργειακά υγιείς γειτονιές ως πολιτική ανάσχεσης της κλιματικής κρίσης στη Θεσσαλονίκη
Οι σύγχρονες πρακτικές σχεδιασμού σχεδόν αδιαφορούν για τις επιδόσεις της πόλης – Γράφει ο Γ. Πολίτης
Λέξεις: Γιάννης Πολίτης
Αν ανατρέξει κανείς επιστημονικά κείμενα, μελέτες, πολιτικές και δράσεις για την επιβράδυνση των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή, θα διαπιστώσει ότι υιοθετείται κυρίως μια προσέγγιση «μακροσκοπική», με μονάδα χωρικής αναφοράς συνήθως μια πόλη, ένα μητροπολιτικό κέντρο ή ακόμα και μια Περιφέρεια.
Πως είναι δυνατόν όμως να επιλύσεις ένα τόσο σύνθετο ζήτημα, εξετάζοντας τον «ασθενή» ως μια ολότητα; Πως θα εντοπίσεις τα κρίσιμα σημεία που χρίζουν άμεσης αντιμετώπισης έναντι άλλων υποδεέστερων κινδύνων; Και αν θέλουμε να διερευνούμε την γκάμα των ερωτημάτων, σε αυτά που οι σύγχρονες κοινωνίες πλέον μελετούν: πως θα διασφαλίσουμε την περιβαλλοντική δικαιοσύνη (environmental justice) και θα προασπίσουμε την εύρυθμη κοινωνική ανάπτυξη σε όλες τις πληθυσμιακές κατηγορίες (ΑΜΕΑ, χαμηλού εισοδήματος, ψηφιακά αναλφάβητοι, παιδιά και ηλικιωμένοι κ.τ.λ.), εάν δεν γνωρίζουμε αυτές πως κατανέμονται στον αστικό ιστό;
Η πρόσφατη καταδίκη της Θεσσαλονίκης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για υπέρβαση των ορίων αιωρούμενων σωματιδίων PM10, καταδεικνύει ότι η πόλη βαθμολογείται κάτω από τη βάση στα ερωτήματα της προηγούμενης παραγράφου και απαιτείται μια άμεση, διαφορετική προσέγγιση επίλυσης των προβλημάτων αυτών. Ακόμα και αυτή η καταδίκη όμως, αναφέρεται στην πόλη.
Οι σύγχρονες πρακτικές σχεδιασμού σχεδόν αδιαφορούν για τις επιδόσεις της πόλης. Εστιάζουν πρωτίστως στις επιδόσεις της γειτονιάς (neighborhood) και προσπαθούν να εντοπίσουν ποιοι ζουν, εργάζονται, εκπαιδεύονται και ψυχαγωγούνται σε αυτές, κάτω από ποιες συνθήκες πραγματοποιούν αυτές τις δραστηριότητες και με τι (περιβαλλοντικό) κόστος. Η ανθρωποκεντρική αυτή θεώρηση, φέρνει στην επιφάνεια και τα αντίστοιχα εργαλεία σχεδιασμού: δεν είναι (μόνο) το ρυπογόνο όχημα της γειτονιάς που ευθύνεται για την κατάσταση, ούτε (μόνο) η χρήση καυστήρων πετρελαίου για τη θέρμανση στα περιορισμένης θερμομόνωσης κτήρια. Είναι όλα μαζί.
Οι περιβαλλοντικά υγιείς γειτονιές (climate-friendly neighborhoods) έρχονται να αποδώσουν στο δομημένο περιβάλλον σύγχρονες λύσεις βασισμένες στη φύση (natured based solutions) καθιστώντας τις πολιτικές αυτές ενεργειακά αποδοτικές, περιβαλλοντικά φιλικές αλλά και κοινωνικά δίκαιες. Για το στόχο αυτό, εργαλειοποιούνται μια σειρά επιστημόνων, είτε πρόκειται για παραδοσιακές δυνάμεις στον σχεδιασμό πόλης όπως είναι περιβαλλοντολόγοι, μηχανικοί, πολεοδόμοι, συγκοινωνιολόγοι κ.τ.λ., είτε πρόκειται για νέες ειδικότητες που πλέον απαιτούνται όπως είναι κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες, υγειονομικοί, αναλυτές αγοράς κ.τ.λ.
Στο πεδίο των μεταφορών, η έννοια της γειτονιάς ήταν και εδώ υποδεέστερη για πολλά χρόνια ως προς το «γενικό σύνολο». Αλλά για σκεφτείτε: ένα «καθαρό» όχημα δημοσίων μεταφορών είναι καλύτερα να δρομολογηθεί στις συνεχώς αεριζόμενες περιοχές της Νέας Παραλίας ή άμεση προτεραιότητα είναι να προστατευθούν τα σχολεία της Β. Όλγας όπου τα παιδιά μας εκτίθενται συνεχώς σε ανεπίτρεπτα επίπεδα ατμοσφαιρικής μόλυνσης λόγω και του φαινομένου του «αστικού φαραγγιού»; Αλήθεια, πότε εφαρμόσαμε μια πολιτική μεταφορών με βάση το προαναφερθέν κριτήριο στη Θεσσαλονίκη;
Στις μεταξύ μας συζητήσεις, οι συγκοινωνιολόγοι αναφερόμασταν στο παρελθόν στις «γειτονιές» κυρίως για αναλύσεις οδικής ασφάλειας.
Τον τελευταίο καιρό, η έννοια της γειτονιάς ανέκυψε και για έναν επιπλέον λόγο, όχι όμως για κάποιον από αυτούς που προαναφέρθηκαν: πως θα καταφέρουν οι τοπικές υποδομές γειτονιάς να εξυπηρετήσουν τις νέες ανάγκες ηλεκτροδότησης που θα προκύψουν από την (αναμενόμενη;) αύξηση της χρήση ιδιωτικών ηλεκτρικών οχημάτων, παραγνωρίζοντας ότι ακόμα και αυτή η ηλεκτρική ενέργεια δεν είναι ανθρακικός ουδέτερη (carbon neutral).
Η έννοια της γειτονιάς χρειάζεται να τοποθετηθεί στο κέντρο και του Συγκοινωνιακού Σχεδιασμού. Αλήθεια, πόσο σίγουροι είμαστε ότι τα επίπεδα κυκλοφοριακού θορύβου δεν υπερβαίνουν τα κρίσιμα όρια σε ευαίσθητες περιοχές σχολείων ή νοσοκομείων; Μήπως η πόλη θα πρέπει πρώτα να διερευνήσει την περιβαλλοντική βελτίωση αυτών των περιοχών, από το να θέτει κλιματικούς στόχους που την οδηγούν μαθηματικά και σε επόμενες καταδίκες από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα της Ευρώπης;
Εν κατακλείδι, ο Μητροπολιτικός Σχεδιασμός που τόσα χρόνια συζητιέται στην πόλη είναι και αναγκαίος και επιθυμητός. Δυστυχώς όμως, δεν αποτελεί πανάκεια για την επίλυση όλων των ζητημάτων, καθώς η μετάβαση σε ένα κλιματικά ουδέτερο περιβάλλον επιβάλλει τον (μητροπολιτικό) συντονισμό όλων των εμπλεκόμενων φορέων σε ένα χαμηλότερο επίπεδο ανάλυσης, σε επίπεδο γειτονιάς.
*Ο Γιάννης Πολίτης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής, Διευθυντής Εργαστηρίου Συγκοινωνιακής Τεχνικής, Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΑΠΘ
#TAGS
κλιματική κρίση
Σχετικά Αρθρα