Οικονομία: Είναι οι μισθωτοί, ανόητε!
Οσοι δεν μπορούν να κρύψουν εισοδήματα είδαν την αύξηση της τιμής των τροφίμων κατά 31% από το 2020. Το 70% ψήφισε στις ευρωεκλογές με κριτήριο την «ακρίβεια» και την «πορεία της οικονομίας». Καθώς η ανάπτυξη φρενάρει σε 1,5% το 2027 και 1,3% το 2028 τίθεται ένα ερώτημα για όσους έμειναν έξω από το «παραγωγικό μοντέλο» του τουρισμού και της οικοδομής
Οι αριθμοί, συχνά δυσανάγνωστοι για τον μέσο πολίτη, εξηγούν την οικονομική κατάσταση των Ελλήνων, και ειδικότερα των μισθωτών στη χώρα μας, αλλά και όσα δήλωσαν οι πολίτες για το κριτήριο της ψήφου τους στις ευρωεκλογές του Ιουνίου. Συντριπτικά, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, οι Ελληνες ψήφισαν με κεντρικό κριτήριο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν από την «ακρίβεια» (70%) και την «κατάσταση της οικονομίας» (69%). Τα ποσοστά αυτά στην Ελλάδα είναι μακράν τα υψηλότερα στην ΕΕ, όπου οι μ.ό. κινήθηκαν στο 42% και στο 41% αντίστοιχα.
Παράλληλα, το φρενάρισμα της ανάπτυξης από το 2027, παρότι θα έχει ξεδιπλωθεί το Ταμείο Ανάκαμψης εγείρει ανησυχίες για τη θέση των μισθωτών, κυρίως για όσους έχουν μείνει έξω από το περιβάλλον ευκαιριών, αυξημένης ρευστότητας, αλλά και αδήλωτων εισοδημάτων, στον τουρισμό και την οικοδομή. Και το 2027 είναι μια χρονιά εκλογική…
Ας δούμε την εικόνα μέσα από τα στοιχεία.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, από το 2020 έως το 2024 η σωρευτική αύξηση των τιμών στα τρόφιμα είναι 31% και η αύξηση της δαπάνης για τη στέγαση 24% (ο πληθωρισμός στο σύνολό του είναι σωρευτικά πιο κάτω, στο 16,5%). Με βάση όμως και πάλι την ΕΛΣΤΑΤ το μερίδιο της δαπάνης για διατροφή και στέγαση για το φτωχότερο 20% του πληθυσμού ήταν το 58,1% (!) των δαπανών έναντι 25,6% για το πλουσιότερο 20%.
ΕΛΣΤΑΤ, εξέλιξη του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) του μηνός Αυγούστου 2024 (έτος αναφοράς 2020=100,0)
Με απλά λόγια, η εκτίναξη του κόστους για τη διατροφή και τη στέγαση φέρνει σε πολύ πιο δύσκολη θέση τους χαμηλόμισθούς, (αυτονοήτως) από όσους αμείβονται με υψηλούς μισθούς, αλλά και από όσους έχουν τη δυνατότητα να αποκρύπτουν εισοδήματα και να δικαιολογούν ως έξοδα, τις δαπάνες για το σούπερ μάρκετ, το ενοίκιο ή το leasing του αυτοκινήτου (διαβάστε αναλυτικά εδώ).
Βεβαίως η κυβέρνηση δεν έμεινε με σταυρωμένα χέρια. Ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κι αυτός κατά 27,7% σε σύγκριση με το 2019, από τα 650 στα 830 ευρώ. Η κατηγορία όμως αυτών των εργαζόμενων πλήττεται δυσανάλογα (με βάση μελέτη του ΚΕΠΕ και άλλους ειδικούς) από την εκτίναξη του κόστους των τροφίμων και της στέγης. Επίσης, δεν αμείβονται όλοι οι μισθωτοί με τον κατώτατο (άρα δεν είδαν όλοι τις ίδιες ποσοστιαίες αυξήσεις), ενώ οι αυξήσεις στους μισθούς του Δημοσίου ήταν πολύ μικρότερες. Με άλλα λόγια, το στατιστικό στοιχείο που δείχνει ότι ο μέσος μισθός (μεικτά) αυξήθηκε από 1046 ευρώ το 2019 και 1258 ευρώ στο τέλος του 2023, δεν λέει όλη την αλήθεια για τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι των 1.000 ευρώ στην Ελλάδα.
Ποιες είναι αυτές; Οπως συνόψισε την κατάσταση των ελλήνων μισθωτών στο Liberal ο Μπάμπης Παπαδημητρίου, «ανάμεσά τους βρίσκονται όσοι δέχονται το βάρος της οικογενειακής ακρίβειας. Αυτοί πρώτοι υφίστανται την ταλαιπωρία των συγκοινωνιών, που την απολαμβάνουν οι τσαμπατζήδες (εγχώριοι και «εισαγόμενοι»), της ακριβής παιδείας (για να έχουν τα παιδιά τους ίσες ευκαιρίες με εκείνα των “φοροφυγάδων”), της υγείας στην οποία δεν έχουν αξιοπρεπή πρόσβαση (αν δεν πληρώσουν από την τσέπη τους) και άλλα παρόμοια».
Κάπως έτσι, τα σούπερ μάρκετ, κάποια από τα οποία χρηματοδοτήθηκαν και από το Ταμείο Ανάκαμψης, έχουν μετατραπεί σε «εκλογικά κέντρα» της αντικυβερνητικής δυσαρέσκειας και της (ανύπαρκτης προς ώρας) αντιπολίτευσης. Διότι αποτελούν μέρος της καθημερινής, πικρής έως και εξοργιστικής, εμπειρίας των πολιτών, και ειδικότερα των χαμηλόμισθων.
Παρότι όμως έχουν αποκομίσει τεράστια κέρδη (και συνεχίζουν) έμειναν στο απυρόβλητο από την Επιτροπή Ανταγωνισμού και την κυβέρνηση —η οποία κάποια στιγμή, ακόμη και με βάση το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, θα έπρεπε να είχε υιοθετήσει τη λογική του «ή εμείς ή αυτοί». Για το καλό του μέσου πολίτη, του μισθωτού στον ιδιωτικό ή τον δημόσιο τομέα, αλλά και των συνταξιούχων, που έμειναν έξω από το «παραγωγικό μοντέλο» του τουρισμού και της οικοδομής. Και το οποίο μοιάζει να φρενάρει από το 2027.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News