Πώς θα επηρεάσουν οι πρόωρες εκλογές την εξωτερική πολιτική του Ιράν;
Η επερχόμενη προεδρική εκλογική αναμέτρηση στο Ιράν θα είναι καθοριστικής σημασίας για τον την πορεία της εξωτερικής πολιτικής της Τεχεράνης, με τους υποψηφίους να προτείνουν διαφορετικές στρατηγικές για την παγκόσμια δέσμευση, τις πυρηνικές διαπραγματεύσεις και την οικονομική διπλωματία, διατηρώντας παράλληλα βασικές πολιτικές όπως η προσέγγιση του “βλέμματος ανατολικά” και η αποκλιμάκωση των συγκρούσεων. Ενώ ο […]
Η επερχόμενη προεδρική εκλογική αναμέτρηση στο Ιράν θα είναι καθοριστικής σημασίας για τον την πορεία της εξωτερικής πολιτικής της Τεχεράνης, με τους υποψηφίους να προτείνουν διαφορετικές στρατηγικές για την παγκόσμια δέσμευση, τις πυρηνικές διαπραγματεύσεις και την οικονομική διπλωματία, διατηρώντας παράλληλα βασικές πολιτικές όπως η προσέγγιση του “βλέμματος ανατολικά” και η αποκλιμάκωση των συγκρούσεων.
Ενώ ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν Αλί Χαμενεΐ καθορίζει τελικά τις στρατηγικές προτεραιότητες της χώρας, οι πέντε εκλεγμένες κυβερνήσεις από την έναρξη της θητείας του στην ηγεσία το 1989 έχουν επηρεάσει σημαντικά τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική πολιτική μέσω των διαφορετικών λόγων και προσεγγίσεών τους.
Προηγούμενοι πρόεδροι και εξωτερική πολιτική
Ο Αλί Ακμπάρ Χασεμί Ραφσαντζανί (1989-1997) επικεντρώθηκε στη μεταπολεμική ανοικοδόμηση, στη βελτίωση των σχέσεων με τις αραβικές και άλλες γειτονικές χώρες και επέβλεψε τον “Κρίσιμο Διάλογο” με την ΕΕ. Η συντηρητική αλλά και μετριοπαθής προσέγγισή του είχε ως στόχο τη σταθεροποίηση του Ιράν μετά τον καταστροφικό πόλεμο Ιράν-Ιράκ, προωθώντας την οικονομική ανάπτυξη και την περιφερειακή συνεργασία.
Μετά τον Ραφσαντζανί, το τιμόνι ανέλαβε ο μεταρρυθμιστής πρόεδρος Μοχάμαντ Χατάμι (1997-2005), με στόχο να ανοίξει το Ιράν πολιτικά και κοινωνικά και να μειώσει τις εντάσεις με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ μέσω της πρωτοβουλίας του για τον “διάλογο μεταξύ των πολιτισμών”. Κατά τη θητεία του εφαρμόστηκε μια πιο φιλελεύθερη εσωτερική πολιτική και έγιναν προσπάθειες για τη διπλωματική εμπλοκή της Δύσης.
Ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ (2005-2013) ήταν το αντίθετο του Χατάμι στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Επιμένοντας στο κυριαρχικό δικαίωμα του Ιράν να εμπλουτίζει ουράνιο, η προεδρία του σημαδεύτηκε από αυξημένη αντιπαράθεση με τη Δύση. Η προεδρία του Αχμαντινετζάντ οδήγησε σε κυρώσεις από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και είδε τις απαρχές μιας στρατηγικής στροφής προς τη Ρωσία και την Κίνα με την πολιτική “κοιτάξτε ανατολικά”, απομακρυνόμενη από τη δυτική δέσμευση.
Όταν εξελέγη πρόεδρος ο Χασάν Ρουχανί (2013-2021), η εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Ιράν άλλαξε και πάλι, τείνοντας προς τον κοινωνικό και πολιτικό φιλελευθερισμό -αν και όχι στον βαθμό του Χατάμι- και υποστηρίζοντας την “Εποικοδομητική Αλληλεπίδραση”, μια πολιτική που επιδίωκε την εξισορρόπηση των ανατολικών και δυτικών δυνάμεων. Ένα αποτέλεσμα αυτής της προσέγγισης ήταν το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA) του 2015 και η ακύρωση των κυρώσεων από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η συμφωνία αυτή, η οποία έγινε η θεμελιώδης εξωτερική πολιτική του Ρουχανί, απέτυχε, ωστόσο, με τη μονομερή αποχώρηση της κυβέρνησης Τραμπ το 2018, αφήνοντας το Ιράν να αντιμετωπίσει και πάλι τις καταπιεστικές κυρώσεις των ΗΠΑ και τις οικονομικές προκλήσεις.
Ο αείμνηστος Ραϊσί (2021-2024) εδραίωσε την πολιτική του Ιράν με το βλέμμα προς τα ανατολικά, ενισχύοντας τους δεσμούς με την Κίνα και τη Ρωσία, συμμετέχοντας σε στρατηγικούς οργανισμούς του Παγκόσμιου Νότου, όπως οι BRICS και ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), και επεκτείνοντας το εμπόριο ενέργειας και άλλων εξαγωγών σε νέες αγορές, που πληρώνονται με εναλλακτικά, μη δυτικά νομίσματα.
Η κυβέρνηση του Ραϊσί διατήρησε μια σκληρή στάση έναντι της Δύσης,-παρά τις συνεχιζόμενες, περιστασιακές πυρηνικές διαπραγματεύσεις, ξεκίνησε άμεσες στρατιωτικές αντιπαραθέσεις με το Ισραήλ, επέκτεινε τις στρατιωτικές εξαγωγές σε ομοϊδεάτες της και μετέτρεψε το Ιράν σε άξονα της αναδυόμενης πολυπολικότητας.
Έτσι, παρά την κεντρική θέση του Ανώτατου Ηγέτη στις στρατηγικές υποθέσεις, οι διαδοχικές ιρανικές διοικήσεις δεν διατήρησαν έναν συνεπή λόγο εξωτερικής πολιτικής από το 1989. Αλλά οι “κόκκινες γραμμές” στην εξωτερική πολιτική του Ιράν, όπως η μη αναγνώριση του Ισραήλ, η μη εξομάλυνση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και η υποστήριξη του άξονα αντίστασης της περιοχής, παρέμειναν σταθερές. Παρ’ όλα αυτά, οι στρατηγικές έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά μεταξύ συντηρητικών και μεταρρυθμιστικών κυβερνήσεων.
Οι υποψήφιοι του 2024…
Μεταξύ των έξι υποψηφίων στις επερχόμενες πρόωρες προεδρικές εκλογές, έχουν αναδειχθεί τρεις επικρατέστεροι: Μοχάμεντ Γκαλιμπάφ, Σαΐντ Τζαλίλι και Μασούντ Πεζεσκιάν.
Ο Γκαλιμπάφ, συντηρητικός και πρώην διοικητής του Σώματος Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), υπηρετεί σήμερα ως πρόεδρος του ιρανικού κοινοβουλίου, γεγονός που τον έχει βοηθήσει να καλλιεργήσει σχέσεις σε όλα τα κόμματα και εκπροσωπεί μια παραδοσιακή συντηρητική παράταξη που βρίσκεται κοντά σε εκείνη της κυβέρνησης Ραϊσί. Ο Γκαλιμπάφ πιθανότατα θα συνεχίσει την πολιτική του προκατόχου του να κοιτάζει ανατολικά, προωθώντας στενότερους δεσμούς με το Πεκίνο και τη Μόσχα και το ευρασιατικό όραμα που όλοι μοιράζονται.
Όσον αφορά το πυρηνικό ζήτημα, αναμένεται να διατηρήσει το status quo, αξιοποιώντας την υποστήριξη της Κίνας και της Ρωσίας για την αποφυγή περαιτέρω κυρώσεων του ΟΗΕ. Στην περιφερειακή διπλωματία, ο Γκαλιμπάφ θα συνεχίσει πιθανότατα επίσης την οικονομική διπλωματία και την αποκλιμάκωση με τις γειτονικές αραβικές χώρες.
Ο Σαΐντ Τζαλίλι, ένας σκληροπυρηνικός συντηρητικός, υπηρέτησε στο παρελθόν ως γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας και είναι γνωστός για τις σταθερές θέσεις του εντός του “Μετώπου Σταθερότητας της Ισλαμικής Επανάστασης”. Ο Τζαλίλι είναι πιθανό να υιοθετήσει μια λιγότερο ευέλικτη στάση στο πυρηνικό ζήτημα, γεγονός που μπορεί ενδεχομένως να αυξήσει τις εντάσεις με τη Δύση.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως κορυφαίου διαπραγματευτή της Τεχεράνης για τα πυρηνικά, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επέβαλε αρκετές κυρώσεις στο Ιράν και η κυβέρνησή του θα μπορούσε να δει την επιστροφή σε τέτοιες διεθνείς πιέσεις. Ο Τζαλίλι πιθανότατα θα δώσει έμφαση στην ενίσχυση των δεσμών με τη Ρωσία και την Κίνα, συνεχίζοντας την κληρονομιά του Ραϊσί, αλλά με μια πιο ανεκτική προσέγγιση απέναντι στις δυτικές αλληλεπιδράσεις. Όπως και ο Χαμενεΐ, θεωρεί τη Δύση ως μη συμμορφούμενη με τη συμφωνία, και η έξοδος των ΗΠΑ από την JCPOA παρείχε επαρκείς αποδείξεις για αυτό τόσο για τους συντηρητικούς όσο και για τους Ιρανούς γενικότερα.
Ο Μασούντ Πεζεσκιάν, μεταρρυθμιστής και νυν βουλευτής, υποστηρίζει μια ισορροπημένη εξωτερική πολιτική στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης, άποψη που υποστηρίζεται από πρώην διπλωμάτες όπως ο Τσαβάντ Ζαρίφ. Ο Πεζεσκιάν αναμένεται να αναβιώσει την πολιτική “Εποικοδομητικής Αλληλεπίδρασης” του πρώην προέδρου Χασάν Ρουχανί και να επιδιώξει την επαναπροσέγγιση με τις ΗΠΑ και την ΕΕ προσπαθώντας να δώσει νέα ώθηση στις “μπαγιάτικες” διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία JCPOA με στόχο την άρση των κυρώσεων για την ανακούφιση των οικονομικών προκλήσεων της Τεχεράνης. Στην περιφερειακή διπλωματία, ο Πεζεσκιάν θα συνεχίσει πιθανότατα την αποκλιμάκωση με τις αραβικές χώρες, ενώ θα επιδιώξει να εξισορροπήσει τους δεσμούς με τη Ρωσία, την Κίνα και τη Δύση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πιθανή επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ θα μπορούσε να κλιμακώσει σημαντικά τις εντάσεις μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσινγκτον, επηρεάζοντας τις πολιτικές όλων των υποψηφίων. Μεταρρυθμιστές υποψήφιοι όπως ο Πεζεσκιάν μπορεί τότε να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις στην επιδίωξη διπλωματικών δεσμεύσεων, ενώ συντηρητικοί όπως ο Γκαλιμπάφ και ο Τζαλίλι μπορεί να υιοθετήσουν πιο προκλητικές στάσεις.
Συνέπειες στην εξωτερική πολιτική του Ιράν
Παρά τις διαφορές στις προσεγγίσεις, ορισμένα στοιχεία της εξωτερικής πολιτικής του Ιράν είναι πιθανό να παραμείνουν σταθερά σε διαφορετικές διοικήσεις. Η πολιτική “κοιτάξτε ανατολικά”, δίνοντας έμφαση στις στρατηγικές και μακροπρόθεσμες σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα, αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς έχει ήδη αποδώσει καρπούς.
Η πολιτική γειτονίας, η βελτίωση των δεσμών με τις γειτονικές αραβικές χώρες, και η οικονομική διπλωματία, η οποία περιλαμβάνει την παράκαμψη του δολαρίου στους διεθνείς διακανονισμούς και την προώθηση των δεσμών με την SCO, τις BRICS και την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (EEU), θα παραμείνουν επίσης πιθανότατα.
Για τους Γκαλιμπάφ και Τζαλίλι, οι σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα αναμένεται να παραμείνουν ισχυρές, καθησυχάζοντας αυτούς τους συμμάχους για τη συνέχεια. Η πρώτη μπορεί να διατηρήσει την τρέχουσα προσέγγιση στο πυρηνικό ζήτημα, ενώ η δεύτερη μπορεί να υιοθετήσει μια πιο σκληρή στάση. Και οι δύο είναι πιθανό να συνεχίσουν τις τρέχουσες πολιτικές έναντι των αραβικών χωρών και να θέσουν σε δεύτερη μοίρα την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Δύση.
Από την άλλη πλευρά, ο Πεζεσκιάν είναι πιθανό να επιδιώξει τη βελτίωση των σχέσεων τόσο με τις ανατολικές όσο και με τις δυτικές δυνάμεις. Αναμένεται να δώσει προτεραιότητα στις πυρηνικές διαπραγματεύσεις και στην ανακούφιση από τις κυρώσεις, παρά την πιθανή αντίσταση από συντηρητικά στοιχεία εντός της πολιτικής δομής του Ιράν. Ο Πεζεσκιάν μπορεί να αντιμετωπίσει σκεπτικισμό από τις δύο μεγάλες δυνάμεις της Ευρασίας, οι οποίες προτιμούν συντηρητική ηγεσία ευθυγραμμισμένη με τα συμφέροντά τους.
Μελλοντικές επιπτώσεις
Οι επικείμενες εκλογές έχουν τη δυνατότητα να αναδιαμορφώσουν την κατεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής της Ισλαμικής Δημοκρατίας ή να εδραιώσουν περαιτέρω την κατεύθυνση που έχει χαράξει η κυβέρνηση Ραϊσί.
Η αποκλιμάκωση με τη Σαουδική Αραβία και άλλες αραβικές χώρες αναμένεται να συνεχιστεί, αλλά θα μπορούσε να επηρεαστεί από ευρύτερες περιφερειακές εξελίξεις, όπως η εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, η επέκταση του πολέμου της Γάζας στον Λίβανο και την περιοχή ή η ανάδυση μιας πιο συγκρουσιακής εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.
Η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα μπορούσε να δει το Ιράν να αντιμετωπίζει αυξημένες πιέσεις και εμπόδια στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις, ιδίως όσον αφορά την JCPOA και την ανακούφιση από τις κυρώσεις. Το σενάριο αυτό θα μπορούσε να επιδεινώσει τις προκλήσεις για οποιαδήποτε ιρανική κυβέρνηση, είτε συντηρητική είτε μεταρρυθμιστική.
Το ιρανικό εκλογικό σώμα, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, μοιράζεται επί του παρόντος αρκετά ισομερώς μεταξύ των τριών επικρατέστερων υποψηφίων, ενώ το ένα τέταρτο των ψηφοφόρων παραμένει αναποφάσιστο. Εάν κανένας υποψήφιος δεν λάβει το 51% των ψήφων στις 28 Ιουνίου -κάτι που φαίνεται όλο και πιο πιθανό- θα διεξαχθούν επαναληπτικές εκλογές μια εβδομάδα από την ίδια ημέρα.
Πηγή: The Cradle