Πρώην πολιτικοί σε Δ.Σ. επιχειρήσεων
Ανω του 30% των γαλλικών και των ελβετικών επιχειρήσεων έχουν στα διοικητικά τους συμβούλια κάποιον με υπουργική ή κοινοβουλευτική εμπειρία.
«Πρωταθλήτριες» στον αριθμό πολιτικών στα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών τους αναδεικνύονται η Γαλλία και η Ελβετία, παρά την επικρατούσα αντίληψη για τη διαπλοκή της πολιτικής με το επιχειρείν ιδίως σε χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Αυτό τουλάχιστον έδειξε μελέτη της Ernst & Young, σύμφωνα με την οποία οι γαλλικές και οι ελβετικές χρηματοπιστωτικές εταιρείες είναι πιο πιθανό να διορίσουν πρώην πολιτικούς στα Δ.Σ. εταιρειών τους σε σχέση με τους Ευρωπαίους ομολόγους τους, υπογραμμίζοντας τους στενούς δεσμούς μεταξύ της χάραξης πολιτικής και του κόσμου του χρήματος στις δύο χώρες.
Το 1/3 των εταιρειών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών με έδρα την Ελβετία και το 30% των εταιρειών στη Γαλλία έχουν τουλάχιστον ένα μέλος διοικητικού συμβουλίου με υπουργική ή κοινοβουλευτική εμπειρία, διαπίστωσε η μελέτη. Αυτό συγκρίνεται με μόλις το 14% των γερμανικών, το 13% των ιταλικών και το 11% των βρετανικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με το European Financial Services Boardroom Monitor της EY, το οποίο παρακολουθεί τους διευθυντές στον MSCI Europe Financials Index.
Οι πρώην πολιτικοί έχουν ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση, καθώς οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν τις αυξημένες παγκόσμιες εντάσεις και την πολιτική αβεβαιότητα που τροφοδοτείται από τις εκλογές. Ωστόσο, η φιλική σχέση μεταξύ των ευρωπαϊκών πολιτικών θεσμών και του ιδιωτικού τομέα έχει προκαλέσει εδώ και καιρό κριτική και ανησυχίες για συγκρούσεις συμφερόντων. «Υπάρχουν συνδέσεις μεταξύ των οικονομικών ελίτ σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα, αν όχι σε κάθε χώρα στον κόσμο», δήλωσε ο Nίκολας Βέρον, ανώτερος συνεργάτης στο Bruegel, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα τις Βρυξέλλες. Ο ίδιος ανέφερε ότι η τάση στη γενέτειρά του, Γαλλία, δείχνει «την έλλειψη των ορίων μεταξύ των πολιτικών και των οικονομικών ελίτ», που συχνά μοιράζονται «κοινή καταγωγή» εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει προειδοποιήσει ότι το λεγόμενο φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας» που συνδέει την πολιτική με τα οικονομικά θέματα ενδέχεται να οδηγήσει σε «κινδύνους που μπορεί να βλάψουν τον δημοκρατικό ιστό της κοινωνίας», εκτός εάν ρυθμιστεί στενά η κίνηση μεταξύ των δύο τομέων. Ο πρώην πρωθυπουργός της Πορτογαλίας Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο αποτέλεσε αντικείμενο έρευνας δεοντολογίας από την Κομισιόν όταν αποδέχθηκε τη θέση ανώτερου συμβούλου και μη εκτελεστικού προέδρου των διεθνών επιχειρήσεων της Goldman Sachs λιγότερο από δύο χρόνια μετά τη θητεία του ως προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που έληξε το 2014. Και δεν είναι μόνο μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Οι τράπεζες και οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες είναι επίσης γνωστό ότι προσλαμβάνουν ανθρώπους με εμπειρία στην εξωτερική πολιτική.
Η τρέχουσα περίοδος των αυξημένων επιτοκίων και της εστίασης στη νομισματική πολιτική έχει ενισχύσει τη ζήτηση για εμπειρία στην κεντρική τράπεζα, λέει ο Ομάρ Αλί, της EY Global Financial Services. Τον τελευταίο χρόνο, το 9% των εταιρειών που παρακολουθήθηκαν διόρισε διευθυντή με εμπειρία στην κεντρική τράπεζα, διαπίστωσε η ΕΥ. Στην Ευρώπη έχουν ληφθεί μέτρα για να ελεγχθεί το φαινόμενο. Ο τελευταίος κώδικας δεοντολογίας της Ε.Ε. για τους επιτρόπους, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το 2018, περιορίζει τις δραστηριότητες των πρώην επιτρόπων για τα δύο πρώτα χρόνια μετά τη λήξη της θητείας τους.