Σκηνικό αβεβαιότητας στη Γαλλία – Oλα ανοιχτά στις εκλογές
Η Ακροδεξιά προηγείται, αλλά δεν εξασφαλίζει αυτοδυναμία, η Αριστερά ακολουθεί και το Κέντρο ανακάμπτει. Αυτή είναι η εικόνα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, μία εβδομάδα πριν από τον πρώτο γύρο των γαλλικών εκλογών.
Μία εβδομάδα πριν από τον πρώτο γύρο των πρόωρων βουλευτικών εκλογών που προκάλεσε ο Εμανουέλ Μακρόν, ύστερα από την εκκωφαντική ήττα της κεντρώας παράταξής του στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, οι δημοσκοπήσεις διαγράφουν ένα θολό πολιτικό τοπίο, με την Ακροδεξιά να προηγείται μεν, αλλά να μένει μακριά από τον στόχο της για κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.
Στις τρεις τελευταίες έρευνες κοινής γνώμης, που διοργάνωσαν τα προηγούμενα εικοσιτετράωρα οι εταιρείες Ifop, Harris Interactive και Opinion Way, η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση (RN) της Μαρίν Λεπέν έρχεται στην πρώτη θέση με ποσοστά που κυμαίνονται μεταξύ 33% και 35%. Ακολουθεί το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP) που συσπειρώνει το σύνολο της γαλλικής Αριστεράς (Σοσιαλιστές, Πράσινοι, Κομμουνιστές και Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν-Λικ Μελανσόν) με ποσοστά μεταξύ 26% και 29%.
Ο συνασπισμός Ensemble (Μαζί) του Εμανουέλ Μακρόν έρχεται στην τρίτη θέση με 20% έως 22%, εμφανίζοντας ανθεκτικότητα, ύστερα από την κατάρρευση των ευρωεκλογών (όταν είχε πέσει στο 14,6%), γεγονός που του επιτρέπει να ελπίζει σε κάτι καλύτερο.
Τα δημοσκοπικά ευρήματα δεν επιτρέπουν ασφαλείς προβλέψεις για την κατανομή των εδρών, δεδομένου ότι οι εκλογές διεξάγονται σε μονοεδρικές περιφέρειες με το πλειοψηφικό σύστημα των δύο γύρων. Παρ’ όλα αυτά, η εταιρεία Harris Interactive αποτόλμησε μια πρώτη χονδρική εκτίμηση, κατά την οποία η RN και οι σύμμαχοί της θα εξασφαλίσουν μεταξύ 235 και 280 εδρών, μένοντας μακριά από το ελάχιστο όριο της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας που είναι οι 289 έδρες.
Αύξηση συμμετοχής
Πρόσθετος παράγοντας αβεβαιότητας είναι το ποσοστό της συμμετοχής. Σύμφωνα με την έρευνα της εταιρείας Ifop, το 64% των ψηφοφόρων προτίθεται να προσέλθει στις κάλπες, κάτι που αν επιβεβαιωθεί θα σημάνει αύξηση 16,5 μονάδων σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του 2022. Τόσο το αριστερό NFP όσο και το μακρονικό Ensemble προσδοκούν κέρδη από την αύξηση της μαζικότητας, εκτιμώντας ότι θα προέρχεται κατά κύριο λόγο από ψηφοφόρους που επιθυμούν να ορθώσουν φράγμα στην Ακροδεξιά και οι οποίοι δεν προσήλθαν στις κάλπες των ευρωεκλογών.
Ο ξυλοδαρμός ακροδεξιού υποψηφίου και ο βιασμός 12χρονης Εβραίας φορτίζουν την πολιτική ατμόσφαιρα.
Ανησυχίες για το ενδεχόμενο να πυκνώσουν τα περιστατικά πολιτικής βίας σε μια αναμέτρηση μεγάλων πολιτικών παθών προκάλεσε η βίαιη επίθεση εναντίον ακροδεξιού υποψηφίου στην κεντρική Γαλλία. Σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές, άγνωστοι μαυροφορεμένοι με κουκούλες ξυλοκόπησαν τον υποψήφιο βουλευτή της RN Ερβέ Μπρεΐγ στη βιομηχανική πόλη Σεντ Ετιέν, κοντά στη Λυών, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί σε νοσοκομείο με τραύματα. Η Μαρίν Λεπέν κατήγγειλε, με ανάρτησή της στην πλατφόρμα Χ, «εξτρεμιστές της άκρας Αριστεράς» για την επίθεση, χωρίς να προσφέρει σχετικές ενδείξεις. Οι διωκτικές αρχές άρχισαν έρευνα για τον εντοπισμό και τη σύλληψη των δραστών.
Ενα άλλο περιστατικό βίας που ήρθε στο κέντρο της προεκλογικής εκστρατείας των κομμάτων ήταν η σεξουαλική κακοποίηση 12χρονης Εβραίας από δύο εφήβους, εναντίον των οποίων απαγγέλθηκαν κατηγορίες για βιασμό και άσκηση βίας με θρησκευτικά κίνητρα. Το περιστατικό έλαβε χώρα σε προάστιο του Παρισιού και προκάλεσε διαδήλωση εκατοντάδων πολιτών εναντίον του αντισημιτισμού στην κεντρική πλατεία της Βαστίλης. Τον βιασμό της μαθήτριας, όπως και κάθε πράξη αντισημιτισμού, κατήγγειλαν ο πρωθυπουργός Γκαμπριέλ Ατάλ, ο ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας Ζαν-Λικ Μελανσόν και ο πρόεδρος της RN (και υποψήφιος πρωθυπουργός της άκρας Δεξιάς) Ζορντάν Μπαρντελά. Πλειοδοτώντας στην καταγγελία του αντισημιτισμού, η Μαρίν Λεπέν κατηγόρησε την «άκρα Αριστερά» για «στιγματισμό των Εβραίων» και για «εργαλειοποίηση» του πολέμου στη Γάζα. Η υποψήφια της RN για τις προεδρικές εκλογές, ο πατέρας της οποίας Ζαν-Μαρί Λεπέν χαρακτήρισε κάποτε τους θαλάμους αερίων του Ολοκαυτώματος «λεπτομέρεια της Ιστορίας», φροντίζει επιμελώς να εξαλείψει από την παράταξή της το στίγμα του αντισημιτισμού, στρέφοντας τις ξενοφοβικές αιχμές της εναντίον των μουσουλμάνων μεταναστών.
Οικονομική πολιτική
Επίθεση εναντίον της Αριστεράς εξαπέλυσε ο υπουργός Οικονομικών Μπρινό Λε Μερ. Ο προερχόμενος από τη δεξιά πολιτικός, που μεταπήδησε το 2017 στο κόμμα του Μακρόν και φιλοδοξεί να τον διαδεχθεί στο Ελιζέ, κατηγόρησε το NFP ότι με το οικονομικό του πρόγραμμα θα φέρει «αύξηση των κρατικών δαπανών της τάξης των εκατοντάδων δισ. ευρώ», κάτι που θα σημάνει εκτόξευση του χρέους και της ανεργίας. Αντιστρέφοντας τις κατηγορίες, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Figaro, υπενθύμισε ότι ήταν οι κυβερνήσεις Μακρόν που εκτόξευσαν το γαλλικό χρέος πάνω από το ένα τρισ. ευρώ και τόνισε ότι οι όποιες αυξήσεις κρατικών δαπανών θα καλυφθούν από την αναζωογόνηση της οικονομίας και την αύξηση των φορολογικών εσόδων, τα οποία θα επιβαρύνουν τα πιο εύπορα στρώματα.
Καθησυχαστικός απέναντι στις αγορές εμφανίστηκε και ο Ερίκ Κοκερέλ, βουλευτής της Ανυπότακτης Γαλλίας και ένας από τους κορυφαίους παράγοντες του NFP σε θέματα οικονομικής πολιτικής. Μιλώντας με δημοσιογράφους, ανέφερε ότι το πρόγραμμα του αριστερού συνασπισμού θα επιβαρύνει τις δημόσιες δαπάνες με 100 δισ. ευρώ το 2025 –εφόσον, βέβαια, σχηματίσει κυβέρνηση η Αριστερά–, κάτι που θα καλυφθεί από τις αυξήσεις στα φορολογικά έσοδα. Στο προεκλογικό του «νομοθετικό συμβόλαιο», το NFP έχει δεσμευθεί, μεταξύ άλλων, για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 1.600 ευρώ, επαναφορά του ορίου συνταξιοδότησης από τα 64 στα 60 χρόνια και τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών. Η κυβέρνηση Μακρόν κάνει λόγο για ανεύθυνη παροχολογία, όταν το γαλλικό χρέος βρίσκεται κοντά στο 115% του ΑΕΠ και οι αγορές πιέζουν για μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης.