Σουβενίρ από την Ελλάδα | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Εκθεση φωτογραφίας του Ρόμπερτ Μακέιμπ στο Μουσείο Ακρόπολης.
Μια πασίχαρη Γαλλίδα στο Μαγγανάρι της Ιου, μπροστά από ένα κοπάδι πρόβατα. Μαθητές της Σερίφου ενθουσιασμένοι μέσα στη σημαιοστολισμένη αίθουσά τους και μια ιδιοκτήτρια μανάβικου στη Μύκονο, ενώ διαπραγματεύεται με έναν αγρότη τη σοδειά του. Δύο εργάτες ανεβάζουν νερό από μια δεξαμενή δίπλα στον Παρθενώνα και ένας καπετάνιος –ο Γιάννης «Τρίκουλης» Καφιέρης– μαζί με έναν μουλαρά –τον Μανόλη «Καστοριά»– ξεκουράζονται σε ένα καφενείο στα Φηρά, τη στιγμή που στο βάθος φαίνεται δεμένο το επιβατηγό «Αιγαίον».
Αυτή είναι η Ελλάδα του Ρόμπερτ Μακέιμπ. Ή τουλάχιστον ένα μέρος της, μιας και στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου για την έκθεση φωτογραφίας «Χαίρε ξένε στη χώρα των ονείρων», ο φωτογράφος εξηγούσε ότι οι περισσότερες από τις εκατό φωτογραφίες του από τη μεταπολεμική Ελλάδα συνοδεύονται από μια ανάμνηση. Οπως εκείνη από το Σούνιο, δεκαετίες πριν, όταν λιμενικοί τον είχαν περάσει προς στιγμήν για κάποιον καταζητούμενο της εποχής. Ή μια άλλη από τη Σαντορίνη του ’60, όταν ένας ξενοδόχος είχε αρνηθεί από την παρέα του Μακέιμπ να πληρώσει τα γεύματά της, περιγράφοντας το κέρασμα ως «σουβενίρ». Για τον Αμερικανό φωτογράφο –που έχει λάβει την ελληνική υπηκοότητα– ήταν και κάτι παραπάνω: «ένα στιγμιότυπο εκπληκτικής φιλοξενίας».
«Οι φωτογραφίες του υπογραμμίζουν ότι η έννοια της φιλοξενίας στην Ελλάδα στηρίζεται ιστορικά στον άνθρωπο, στην αυθεντική αλληλεπίδραση των ταξιδιωτών με τις τοπικές κοινωνίες και τους ανθρώπους», έλεγε χθες η υπουργός Τουρισμού Ολγα Κεφαλογιάννη. Ο καθηγητής Νίκος Σταμπολίδης, διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης, που μαζί με το υπουργείο Τουρισμού και τον ΕΟΤ παρουσιάζουν την έκθεση, το έθετε ως εξής: οι φωτογραφίες του «είναι η σύλληψη και η αποτύπωση της ουσίας –μαυρόασπρη ή έγχρωμη– ενός ερωτευμένου νεαρού που περαστικός για ταξίδια μακρινά ζωής και γνώσης αιχμαλωτίστηκε στη μαγεία της “Καλυψούς”, μιας χώρας που ονομάζεται Ελλάδα και που με τη σειρά του αιχμαλώτιζε κομμάτια από την ψυχή της, αρχαία και σύγχρονα».
Περισσότερες από εκατό εικόνες της μεταπολεμικής Ελλάδας παρουσιάζονται στην έκθεση «Χαίρε ξένε στη χώρα των ονείρων».
Σε αρκετές άλλωστε από τις φωτογραφίες της έκθεσης (την οποία συνοδεύει δίγλωσση έκδοση) υπάρχει ένα αρχαίο μνημείο. Οπως η Ακρόπολη, για την οποία ο Μακέιμπ έλεγε ότι «προσφέρει αμέτρητες φωτογραφικές ευκαιρίες, γιατί κάθε λεπτό της ημέρας, από την αυγή έως το σούρουπο, είναι διαφορετική, ενώ αλλάζει καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου». Αλλού απεικονίζονται το Ολυμπιείο, ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, οι Μυκήνες. Η έκθεση παίρνει εξάλλου τον τίτλο της και από τον ομηρικό στίχο «Χαίρε, ξείνε, παρ’ άμμι φιλήσεαι» («Ξένε καλωσόρισες, κοντά μας θα φιλοξενηθείς»), που επιγράφηκε στην είσοδο του ξενοδοχείου Belle Hélène στις Μυκήνες, την οποία απαθανάτισε ο Μακέιμπ το 1954. Και πόσο ταιριαστό με τα παραπάνω μοιάζει το γεγονός ότι η αρχιτεκτονική σχεδίαση της έκθεσης –από τον επίκουρο καθηγητή του ΕΜΠ Μανώλη Σταυρακάκη– παραπέμπει στην ακτογραμμή της Ελλάδας. Την επιμέλεια υπογράφει ο διευθυντής φωτογραφίας Φαίδων Παπαμιχαήλ και το «soundtrack» της έκθεσης ο Μίνως Μάτσας.
Κάποιες από τις φωτογραφίες μοιάζουν πλέον σαν να μεταφέρουν από το παρελθόν ένα μήνυμα για το μέλλον. Οπως εκείνη μιας Σαντορινιάς που αντικρίζει το πρωινό φως στο ακόμη ανέγγιχτο νησί της. Ή μιας γυναίκας στο Μοναστηράκι, που κρατάει από το πουκάμισο τον σύντροφό της, για να τον προφυλάξει από ένα διερχόμενο αυτοκίνητο: «Πρόσεχε», σαν να του λέει, «θα σε πατήσουν».
Μουσείο Ακρόπολης, χώρος περιοδικών εκθέσεων, έως τις 8 Σεπτεμβρίου.