Θεωρητικά θέλουμε επενδύσεις – Πρακτικά τις διώχνουμε
Πιο κοινότυπη διαπίστωση από αυτήν ότι η χώρα χρειάζεται επενδύσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Χωρίς επενδύσεις δεν υπάρχει ανάπτυξη και χωρίς ανάπτυξη δεν υπάρχει ούτε κοινωνική συνοχή και ανέλιξη, ούτε πολιτική σταθερότητα.
Ο γιαλός, έτσι, κι αλλιώς ήταν στραβός και εμείς στραβά αρμενίζαμε από την αρχή της δεκαετίας του 1950. Η στέρηση ήταν το βασικό πρόβλημα: τα χρήματα πήγαιναν στην επιβίωση, ποτέ δεν περίσσευαν αρκετά για να γίνουν εκείνες οι επενδύσεις που θα έφερναν ανάπτυξη αρκετή για όλους και για να υπάρξουν επανεπενδύσεις. Τα κουτσοκαταφέρναμε, πάντως, κάτι με την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, κάτι με υπεύθυνες εταιρείες που κατάφεραν να επανεπενδύουν πάνω από το 50% των κερδών τους.
Το τελικό αποτέλεσμα, όμως, ήταν τα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο και το έλλειμμα στην κρατική διαχείριση. Έτσι, κάπως, καταλήξαμε και στην περίοδο του «όλοι μαζί τα φάγαμε», όπου το δείπνο ήταν τα δανεικά.
Στην περίοδο των μνημονίων η αφερεγγυότητα της χώρας εμπόδισε την προσέλκυση επενδύσεων. Οι πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ επιδείνωσαν την κατάσταση. Με την πολιτική αλλαγή του 2019, η εικόνα άλλαξε. Και η χώρα άρχισε πάλι να μιλά για προσέλκυση ξένων επενδύσεων και άνοδο των γηγενών. Βάλαμε και στόχο αύξησης, μάλιστα, καθώς σήμερα επενδύουμε μόνο το 50% (σε καθαρούς όρους) του ποσού που χρειαζόμαστε για να συγκλίνουμε με την αναπτυγμένη Ευρώπη σε μία εύλογη χρονική περίοδο.
Υπενθυμίζω τα σχεδόν αυτονόητα και πασίγνωστα διότι φαίνεται πως είμαστε κυριολεκτικά ανεπίδεκτοι μαθήσεως.
Δεν θα έλεγες πως η Microsoft είναι μία ασήμαντη εταιρεία! Η επένδυση της ανακοινώθηκε μετά βαΐων και κλάδων το 2020 –με πρωθυπουργική μάλιστα στήριξη – καθώς πολύ ορθά ο Μητσοτάκης ανέλαβε ενεργό ρόλο στην προσπάθεια να ξεφύγει η χώρα από το τέλμα της υπανάπτυξης. Και όποιος θέλει να διαμαρτυρηθεί για την χρήση του συγκριμένου χαρακτηρισμού ας κάνει τον κόπο να ασχοληθεί με την σχετική βιβλιογραφία – όπου η υπανάπτυξη μετριέται και με δεκάδες άλλους δείκτες εκτός από το (άσχετο) ΑΕΠ.
Αν διαβάζω σωστά η Microsoft ξεκίνησε να υλοποιήσει σταδιακά μία τεχνολογικά προηγμένη επένδυση της τάξης του 1 δις. ευρώ. Αυτό έγινε, το υπογραμμίζω ξανά, το 2020. Σήμερα, σχεδόν στο τέλος του 2024 η επένδυση τώρα πάει να ξεκινήσει. Κι αυτό χωρίς να υπολογίζουμε (που σίγουρα θα συμβεί) νέες καθυστερήσεις – αρχής γενομένης από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, με συνέχεια τις επιχειρήσεις κοινώς ωφέλειας και καταλήγοντας (χωρίς να εξαντλείται ο κατάλογος) στην τοπική αυτοδιοίκηση και τις οργανώσεις κατοίκων.
Γράφεται ότι για τις καθυστερήσεις υπάρχει ευθύνη και από την πλευρά της εταιρείας. Γνωρίζοντας καλά πως λειτουργούν οι μεγάλες εταιρείες θα υποστήριζα ότι άντε να φέρει ευθύνη για το 10%-15% των καθυστερήσεων. Γι’ αυτές τις εταιρείες ο χρόνος είναι χρήμα και δεν παίζουν στο γήπεδο αυτό. Διαβάζω, εξάλλου, ότι ο αρμόδιος υπουργός (Τ. Θεοδωρικάκος) έχει κινήσει γη και ουρανό για να τελειώνει η ιστορία.
Κλείνω με μια απλή ερώτηση: όταν βλέπουν ότι μία επένδυση αυτής της τάξης και με τον συγκεκριμένο φορέα σέρνεται για τέσσερα χρόνια όλα αυτά τα τζίνια, στα υπουργεία και στις δημόσιες επιχειρήσεις δεν μπορούν να καθίσουν μαζί για μία ημέρα, να επισημάνουν τους λόγους (ας πούμε, λέμε τώρα, ευθυνοφοβία, γραφειοκρατία, κομματισμός) για τις καθυστερήσεις και να σχεδιάσουν μία πιο αποτελεσματική και σύντομη ροή διαδικασιών; ‘Η, στο κάτω-κάτω, μήπως (λέμε τώρα) πρέπει το επιτελικό κράτος να παρέμβει και να επιβάλει νέες διαδικασίες; Εκείνη διελκυστίνδα ανάμεσα στην χωροταξία και το περιβάλλον πόσο πια θα κρατά;
Διαβάστε επίσης
Πιο κοινότυπη διαπίστωση από αυτήν ότι η χώρα χρειάζεται επενδύσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Χωρίς επενδύσεις δεν υπάρχει ανάπτυξη και χωρίς ανάπτυξη δεν υπάρχει ούτε κοινωνική συνοχή και ανέλιξη, ούτε πολιτική σταθερότητα.
Ο γιαλός, έτσι, κι αλλιώς ήταν στραβός και εμείς στραβά αρμενίζαμε από την αρχή της δεκαετίας του 1950. Η στέρηση ήταν το βασικό πρόβλημα: τα χρήματα πήγαιναν στην επιβίωση, ποτέ δεν περίσσευαν αρκετά για να γίνουν εκείνες οι επενδύσεις που θα έφερναν ανάπτυξη αρκετή για όλους και για να υπάρξουν επανεπενδύσεις. Τα κουτσοκαταφέρναμε, πάντως, κάτι με την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, κάτι με υπεύθυνες εταιρείες που κατάφεραν να επανεπενδύουν πάνω από το 50% των κερδών τους.
Το τελικό αποτέλεσμα, όμως, ήταν τα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο και το έλλειμμα στην κρατική διαχείριση. Έτσι, κάπως, καταλήξαμε και στην περίοδο του «όλοι μαζί τα φάγαμε», όπου το δείπνο ήταν τα δανεικά.
Στην περίοδο των μνημονίων η αφερεγγυότητα της χώρας εμπόδισε την προσέλκυση επενδύσεων. Οι πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ επιδείνωσαν την κατάσταση. Με την πολιτική αλλαγή του 2019, η εικόνα άλλαξε. Και η χώρα άρχισε πάλι να μιλά για προσέλκυση ξένων επενδύσεων και άνοδο των γηγενών. Βάλαμε και στόχο αύξησης, μάλιστα, καθώς σήμερα επενδύουμε μόνο το 50% (σε καθαρούς όρους) του ποσού που χρειαζόμαστε για να συγκλίνουμε με την αναπτυγμένη Ευρώπη σε μία εύλογη χρονική περίοδο.
Υπενθυμίζω τα σχεδόν αυτονόητα και πασίγνωστα διότι φαίνεται πως είμαστε κυριολεκτικά ανεπίδεκτοι μαθήσεως.
Δεν θα έλεγες πως η Microsoft είναι μία ασήμαντη εταιρεία! Η επένδυση της ανακοινώθηκε μετά βαΐων και κλάδων το 2020 –με πρωθυπουργική μάλιστα στήριξη – καθώς πολύ ορθά ο Μητσοτάκης ανέλαβε ενεργό ρόλο στην προσπάθεια να ξεφύγει η χώρα από το τέλμα της υπανάπτυξης. Και όποιος θέλει να διαμαρτυρηθεί για την χρήση του συγκριμένου χαρακτηρισμού ας κάνει τον κόπο να ασχοληθεί με την σχετική βιβλιογραφία – όπου η υπανάπτυξη μετριέται και με δεκάδες άλλους δείκτες εκτός από το (άσχετο) ΑΕΠ.
Αν διαβάζω σωστά η Microsoft ξεκίνησε να υλοποιήσει σταδιακά μία τεχνολογικά προηγμένη επένδυση της τάξης του 1 δις. ευρώ. Αυτό έγινε, το υπογραμμίζω ξανά, το 2020. Σήμερα, σχεδόν στο τέλος του 2024 η επένδυση τώρα πάει να ξεκινήσει. Κι αυτό χωρίς να υπολογίζουμε (που σίγουρα θα συμβεί) νέες καθυστερήσεις – αρχής γενομένης από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, με συνέχεια τις επιχειρήσεις κοινώς ωφέλειας και καταλήγοντας (χωρίς να εξαντλείται ο κατάλογος) στην τοπική αυτοδιοίκηση και τις οργανώσεις κατοίκων.
Γράφεται ότι για τις καθυστερήσεις υπάρχει ευθύνη και από την πλευρά της εταιρείας. Γνωρίζοντας καλά πως λειτουργούν οι μεγάλες εταιρείες θα υποστήριζα ότι άντε να φέρει ευθύνη για το 10%-15% των καθυστερήσεων. Γι’ αυτές τις εταιρείες ο χρόνος είναι χρήμα και δεν παίζουν στο γήπεδο αυτό. Διαβάζω, εξάλλου, ότι ο αρμόδιος υπουργός (Τ. Θεοδωρικάκος) έχει κινήσει γη και ουρανό για να τελειώνει η ιστορία.
Κλείνω με μια απλή ερώτηση: όταν βλέπουν ότι μία επένδυση αυτής της τάξης και με τον συγκεκριμένο φορέα σέρνεται για τέσσερα χρόνια όλα αυτά τα τζίνια, στα υπουργεία και στις δημόσιες επιχειρήσεις δεν μπορούν να καθίσουν μαζί για μία ημέρα, να επισημάνουν τους λόγους (ας πούμε, λέμε τώρα, ευθυνοφοβία, γραφειοκρατία, κομματισμός) για τις καθυστερήσεις και να σχεδιάσουν μία πιο αποτελεσματική και σύντομη ροή διαδικασιών; ‘Η, στο κάτω-κάτω, μήπως (λέμε τώρα) πρέπει το επιτελικό κράτος να παρέμβει και να επιβάλει νέες διαδικασίες; Εκείνη διελκυστίνδα ανάμεσα στην χωροταξία και το περιβάλλον πόσο πια θα κρατά;
Διαβάστε επίσης