Το (πρώιμο) γαϊτανάκι των συνεργασιών
«Αν ο ελληνικός λαός κρίνει ότι πρέπει να είμαστε αυτοδύναμοι στις επόμενες εκλογές, τότε αυτή την εντολή θα μας δώσει. Αν πάλι κρίνει ότι θέλει κυβέρνηση συνεργασίας, πάλι θα σεβαστούμε την εντολή του».
«Αν ο ελληνικός λαός κρίνει ότι πρέπει να είμαστε αυτοδύναμοι στις επόμενες εκλογές, τότε αυτή την εντολή θα μας δώσει. Αν πάλι κρίνει ότι θέλει κυβέρνηση συνεργασίας, πάλι θα σεβαστούμε την εντολή του». Με τη συγκεκριμένη αποστροφή (στον ANT1) ο Κυρ. Μητσοτάκης διαφοροποιεί μερικώς το πολιτικό «παιχνίδι», καθώς ανοίγει τη συζήτηση περί συνεργασιών ενόψει των προσεχών εκλογών, τις οποίες τοποθετεί σταθερά στο 2027. Σε πρώτη ανάγνωση, η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί φυσική απόρροια της απόφασης να μην τροποποιήσει –τουλάχιστον χωρίς ευρύτερη συναίνεση– τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο: θα ήταν παράδοξο η Ν.Δ. να αποκλείει την προοπτική συνεργασιών όταν στην εκτίμηση ψήφου κινείται σε ποσοστά περί το 30%, δηλαδή αρκετά μακριά από τον πήχυ της αυτοδυναμίας. Εξίσου παράδοξο θα ήταν, ενώ προτάσσει την πολιτική σταθερότητα και τη θεσμικότητα με την οποία σταθερά πολιτεύεται όλα τα τελευταία χρόνια, ο πρωθυπουργός να «φωτογραφίζει» διπλές εκλογές με δική του πρωτοβουλία.
Πάντως, αναφερόμενος στην προοπτική των συνεργασιών ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκ των πραγμάτων «εγκλωβίζει» το ΠΑΣΟΚ, ενώ, παράλληλα, υπηρετεί την προσπάθεια διατήρησης της ηγεμονίας του στον λεγόμενο μεσαίο χώρο. Oπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, η Χαριλάου Τρικούπη είναι πιθανό να έρχεται εφεξής αντιμέτωπη με το ερώτημα τι θα πράξει εάν από τις προσεχείς εκλογές δεν προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Και να εξηγεί γιατί μετατρέπεται σε παράγοντα αστάθειας αρνούμενη την προοπτική ενός μεγάλου συνασπισμού με τη Ν.Δ. Ειδικά, μάλιστα, καθώς με τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο δεν υπάρχουν –λόγω του μπόνους– περιθώρια σχηματισμού κυβέρνησης με κεντρικό πυλώνα το δεύτερο κόμμα. Παράλληλα, με την προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης χωρίς διπλές εκλογές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποκτά, όπως προαναφέρθηκε, συγκριτικό πλεονέκτημα στη δεξαμενή του κέντρου, οι ψηφοφόροι του οποίου προτάσσουν την πολιτική σταθερότητα. Κατά πολλούς η «επιμονή» του πρωθυπουργού στη στρατηγική του μεσαίου χώρου δεν είναι άσχετη και με τη διαπίστωση ότι στον απόηχο της διαγραφής Σαμαρά δεν καταγράφεται μετακίνηση ψηφοφόρων στα κόμματα δεξιά της Ν.Δ. Πάντως, σύμφωνα με πληροφορίες, το «μέτωπο» μεταξύ του Μεγάρου Μαξίμου και του πρώην πρωθυπουργού θα παραμείνει πλήρως ενεργό. Ο Αντ. Σαμαράς θα επανέλθει στην κριτική του προς την κυβέρνηση με επίκεντρο τα εθνικά θέματα μέσω προγραμματισμένης νέας παρέμβασης την Πέμπτη. Αντιθέτως, το πιθανότερο είναι ο πρώην πρωθυπουργός να μην τοποθετηθεί στην επερχόμενη συζήτηση επί του προϋπολογισμού, καθώς εκτιμάται πως εάν σε τόσο σύντομο διάστημα εκπέμψει πολλαπλά μηνύματα, θα «εξουδετερώσουν» το ένα το άλλο.
Το κρας τεστ και η «σκιά»
Κρας τεστ διαρκείας με διπλό «πήχυ» θα αποτελέσουν για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Σωκράτη Φάμελλο οι επόμενες εβδομάδες. Η Κουμουνδούρου, μετά την εκλογή νέας ηγεσίας θα πρέπει να διατηρήσει διαφορά ασφαλείας από το Κίνημα Δημοκρατίας του Στ. Κασσελάκη, αλλά και να επιστρέψει σε –έστω οριακά– διψήφια ποσοστά, ώστε να καταγράφεται στη συνείδηση των ψηφοφόρων ως τουλάχιστον «μικρομεσαίο» κόμμα. Στη συγκεκριμένη κατεύθυνση ο Σωκράτης Φάμελλος έχει ορισμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο πήρε τη σφραγίδα του κόμματος από τον Στέφανο Κασσελάκη, αλλά και το «ταμείο» του, με κρατική χρηματοδότηση 4 εκατ. ευρώ ετησίως. Επίσης, διαθέτει στελέχη με οργανωτική εμπειρία και την τρίτη σε δύναμη κοινοβουλευτική ομάδα στη Βουλή. Τέλος, αν και οι αποστάσεις μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς παραμένουν διακριτές, πολλοί εκτιμούν πως ακόμη και εάν η τελευταία επιμείνει στην οργανωτική και πολιτική της αυτοτέλεια, οι δύο σχηματισμοί θα δώσουν από κοινού –σε λογική «μετώπου»– τη μάχη των επόμενων εκλογών. Στον αντίποδα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει να διαχειριστεί και τρία σημαντικά στοιχήματα. Πρώτον, πώς θα «αποδώσει» ο νέος πρόεδρος στο διαφοροποιημένο σκηνικό που διαμορφώνεται, καθώς είναι σαφές πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέγει ως βασικό του αντίπαλο τον Νίκο Ανδρουλάκη. Δεύτερον, πώς θα λειτουργήσει η μεταβλητή Πολάκη, ο οποίος πλέον διαθέτει ως όπλο 43,51% που έλαβε στην αναμέτρηση για την ηγεσία. Τρίτον, πόσο θα επηρεάσει τον ΣΥΡΙΖΑ και την εικόνα του ίδιου του Σωκράτη Φάμελλου η βαριά σκιά του Αλέξη Τσίπρα, καθώς είναι σαφές πως ο πρώην πρωθυπουργός θα έχει εφεξής «πυκνές» παρεμβάσεις. Ούτως ή άλλως, ο νέος πρόεδρος βρίσκεται, πάντως, σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Καλείται να αποφασίσει εάν και σε ποιο βαθμό θα ακολουθήσει μια στρατηγική συνεχούς διεύρυνσης –με γενναία ανοίγματα εντός και εκτός Κουμουνδούρου– όπως είχε κάνει μετά το 2012 ο Αλέξης Τσίπρας, μετατρέποντας τον ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα διαμαρτυρίας σε κόμμα εξουσίας. Επίσης μένει να φανεί εάν θα υιοθετήσει τακτική πολιτικού ανταγωνισμού με το ΠΑΣΟΚ, έστω όχι από θέση ισχύος, ή θα προτάξει την ανάγκη συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων έναντι της Ν.Δ. Πάντως, ο Νίκος Ανδρουλάκης φέρεται να έχει δεχθεί εισηγήσεις να διατηρήσει σταθερά διακριτή πορεία από τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να διεκδικήσει αυτοτελώς τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις επόμενες ή έστω στις μεθεπόμενες εκλογές.
Ο Δούκας και η μάχη των δέντρων
Ιδιαίτερη έμφαση στα θέματα του δήμου της Αθήνας δίνει και θα συνεχίσει να δίνει ο Χάρης Δούκας, παρά το γεγονός ότι μετέχει ενεργά στο πολιτικό Κέντρο που έχει διαμορφώσει ο Νίκος Ανδρουλάκης. Σε σχέση με τα άλλα πρωτοκλασάτα στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη ο Δούκας έχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα, που ενδέχεται, όμως, να μετατραπεί σε μειονέκτημα: είναι ο μόνος που μπορεί να παραγάγει «μετρήσιμο» έργο και άρα να ανεβάσει τις μετοχές του στο πολιτικό χρηματιστήριο. Στη συγκεκριμένη κατεύθυνση, της παραγωγής έργου, ο Χ. Δούκας έχει αποφασίσει να εστιάσει σε τρία κομβικά για την Αθήνα μέτωπα: Πρώτον, στην υλοποίηση της δέσμευσης για μια Αθήνα με 5.000 χιλιάδες περισσότερα δένδρα, με προτεραιότητα να «πρασινίσουν» οι λόφοι του Λυκαβηττού και του Φιλοπάππου. Δεύτερον, στην ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των ΑμεΑ με μια εφαρμογή «ειδοποίησης» όταν αισθανθούν απειλή. Τρίτον, στη θέσπιση –και κυρίως στην εφαρμογή– κανόνων για τα τραπεζοκαθίσματα. Το στοίχημα του Χ. Δούκα με τον Δήμο της Αθήνας είναι μεγάλο, για τον πρόσθετο λόγο ότι κάθε επιλογή του θα μπαίνει στο μικροσκόπιο. Στις σχέσεις του με την κυβέρνηση επικρατεί χαμηλό βαρομετρικό διαρκείας, ενώ ο Κώστας Μπακογιάννης είναι αποφασισμένος να ασκήσει πλήρως τα καθήκοντά του ως επικεφαλής της παράταξης της αντιπολίτευσης, παρότι κρατάει κλειστά τα χαρτιά του για το ενδεχόμενο να διεκδικήσει εκ νέου τη δημαρχία.