Τουρκία: Πώς αλλάζει σκακιέρα στην εξωτερική πολιτική – Ο θάνατος Γκιουλέν εγείρει σειρά ερωτημάτων για την Άγκυρα
Οι βαθιές ρίζες και τα «πλοκάμια» της οργάνωσης FETO και οι απειλές για τον Ερντογάν. Οι λεπτές ισορροπίες μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Οι βαθιές ρίζες και τα «πλοκάμια» της οργάνωσης FETO και οι απειλές για τον Ερντογάν. Οι λεπτές ισορροπίες μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Ο θάνατος του Φετουλάχ Γκιουλέν κλείνει ένα μεγάλο κεφάλαιο εντάσεων με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν και ανοίγει ένα καινούργιο που έχει να κάνει με τη διαχείριση της τεράστιας περιουσίας του, τη διαδοχή του και τη συνεπακόλουθη εξέλιξη της επονομαζόμενης FETO οργάνωσής του. Πολλά τα σενάρια σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή για την εξωτερική αλλά και την εσωτερική πολιτική της Τουρκίας, που προσπαθεί στο εξωτερικό να κρατήσει ισορροπίες μεταξύ Ανατολής και Δύσης και στο εσωτερικό της να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα που έχουν ως βασική πηγή τον υψηλό πληθωρισμό. Η επόμενη ημέρα θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό ένα σημαντικό μέρος της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας.
Η θέση της Άγκυρας
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, ανακοίνωσε επίσημα τον θάνατο του Γκιουλέν, επισημαίνοντας ότι αυτό το γεγονός δεν θα σταματήσει τον αγώνα της κυβέρνησης κατά της οργάνωσής του. «Το κράτος μας θα συνεχίσει να μάχεται εναντίον αυτής της οργάνωσης. Αυτός ο θάνατος δεν θα μας κάνει να εφησυχάσουμε».
Ο Φιντάν έκανε σαφές ότι το τέλος του Γκιουλέν δεν σημαίνει το τέλος της απειλής, υπογραμμίζοντας την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να την εξαλείψει μέχρι τέλους. «Μετέτρεψε αυτούς τους νέους ανθρώπους σε μια μηχανή που πρόδωσε την πατρίδα τους. Αυτοί οι άνθρωποι χρησιμοποιούνται τώρα ως όπλα κατά των εθνών τους, στα χέρια μυστικών υπηρεσιών του εξωτερικού. Τώρα με τον θάνατο του Γκιουλέν, τα μάγια πάνω τους πρέπει να λυθούν και τους καλώ να εγκαταλείψουν αυτό το λάθος μονοπάτι γεμάτο προδοσία και να σταματήσουν να εργάζονται εναντίον του κράτους τους».
Ορισμένοι πιστεύουν ότι ο θάνατός του θα οδηγήσει στην αποσύνθεση της οργάνωσης, ενώ άλλοι εκτιμούν πως μπορεί να ενδυναμωθεί και μαζί και η επιδίωξη για τον έλεγχο των τεράστιων οικονομικών πόρων που διαθέτει η FETO, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και την Αφρική.
Η οργάνωση εκτιμάται ότι διαθέτει μία τεράστια περιουσία στο εξωτερικό, που ξεπερνά τα 300 δισεκατομμύρια δολάρια, καθώς ο Γκιουλέν είχε δημιουργήσει μία ολόκληρη αυτοκρατορία από σχολεία, μίντια και εταιρείες σε ΗΠΑ και Αφρική. Τα εκπαιδευτικά του ιδρύματα προετοίμαζαν την επόμενη γενιά ευσεβών αλλά και επιχειρηματικά σκεπτόμενων οπαδών στην Τουρκία και οι τράπεζές του διευκόλυναν την κίνηση και τη μεταφορά κεφαλαίων μεταξύ του δυτικού κόσμου και της Μέσης Ανατολής.
Ο Γκιουλέν είχε δημιουργήσει ένα ισχυρό ισλαμικό κίνημα στην Τουρκία και πέραν αυτής , καθότι ο ίδιος είχε αναμειχθεί ενεργά στον κοινωνικό διάλογο για το μέλλον όχι μόνο της Τουρκίας αλλά και του Ισλάμ στο σύγχρονο κόσμο.
Ακόμη ένα μεγάλο ερώτημα που προκύπτει είναι εάν ο Ταγίπ Ερντογάν με το θάνατο του Γκιουλέν απαλλάσσεται πραγματικά από έναν από τους σημαντικότερους εχθρούς του και εάν πραγματικά κλείνει το κεφάλαιο αυτό.
Από την Άγκυρα διαμηνύουν ότι τηρούν στάση αναμονής καθώς ελπίζουν ότι οι «μνηστήρες» θα συγκρουστούν μεταξύ τους, αποδυναμώνοντας την οργάνωση, η οποία όπως λέγεται, λόγω της εκκαθάρισης που έκανε ο Ερντογάν, έχει πλέον μηδαμινή δυναμική εντός των συνόρων της Τουρκίας.
Ωστόσο, ο Γκιουλέν είχε ήδη καταφέρει να τοποθετήσει χιλιάδες ευσεβείς οπαδούς του σε κυβερνητικές θέσεις στην ίδια την Τουρκία – και το δίκτυο αυτό αυξανόταν συνεχώς. Οι δεσμοί του είχαν επεκταθεί επίσης στην Κεντρική Ασία, όπου πρώην σοβιετικές δημοκρατίες όπως το Τουρκμενιστάν, το Αζερμπαϊτζάν, το Ουζμπεκιστάν, καθώς και άλλα έθνη με τουρκικές γλώσσες καλωσόριζαν κάθε είδους βοήθεια.
Οι αντίπαλοί του έκαναν λόγο για έναν αυξανόμενο υπόγειο στρατό, ενώ οι υποστηρικτές του ισχυρίζονταν ότι απλώς προσπαθούσαν να αυξήσουν τη δημοκρατία και τον διάλογο μεταξύ διαφόρων κοινωνικών ομάδων μέσω των κυβερνητικών καναλιών.
Ο ρόλος του Γκιουλέν
Ο Γκιουλέν, ο οποίος είχε καταφύγει στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ από το 1999, αρνούνταν κάθε ανάμειξη στην απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν το 2016. Είχε κατηγορηθεί από τον Ερντογάν ως εγκέφαλος του πραξικοπήματος και ότι διοικούσε ένα παράλληλο κράτος στην Τουρκία για να καταλάβει τον έλεγχο ορισμένων σημαντικών λειτουργιών.
Μετά το πραξικόπημα του 2016, η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε σε σειρά καταστολών, συλλαμβάνοντας δικαστές, αξιωματικούς και στρατιώτες και δημοσιογράφους, αναστέλλοντας περίπου 20.000 άδειες διδασκαλίας, ιδιαίτερα όσων εργάζονταν σε σχολεία στην Τουρκία και στο εξωτερικό – συμπεριλαμβανομένων των Βαλκανίων και της Αφρικής.
Από τότε η Τουρκία και η πολιτική ηγεσία τον είχε κηρύξει ως persona non grata και ήθελε χρόνια να εκδοθεί ξανά στην Τουρκία για να δικαστεί και να αντιμετωπίσει την δικαιοσύνη.
Ο Γκιουλέν υπήρξε αρχικά στενός σύμμαχος του Ερντογάν και του κόμματός του Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, βοηθρώντας τους να θέσουν υπό τον έλεγχό τους τον κρατικό μηχανισμό. Ωστόσο, η κλιμακούμενη ένταση στις μεταξύ τους σχέσεις κορυφώθηκε τον Δεκέμβριο του 2013 όταν ήρθαν στο φως οι έρευνες για διαφθορά που στοχοθετούσαν υπουργούς και αξιωματούχους που επρόσκειντο στον Ερντογάν.
Μεταξύ Ανατολής και Δύσης
Ο θάνατος του Γκιουλέν λαμβάνει χώρα την ώρα που ο χώρος ελιγμών της Άγκυρας φαίνεται να περιορίζεται ολοένα και περισόστερο, μία δεκαετία μετά την υιοθέτηση μιας πιο διεκδικητικής εξωτερικής πολιτικής που επέτρεψε στην Τουρκία να προβάλει με επιτυχία την ισχύ και να διαμορφώσει τις συγκρούσεις στη Συρία, τη Λιβύη και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Ενώ η Άγκυρα είχε καταφέρει μέχρι στιγμής να συγκρατήσει τον αρνητικό αντίκτυπο της επιδείνωσης των σχέσεών της με τους συμμάχους του ΝΑΤΟ και να επωφεληθεί από τη διφορούμενη θέση της απέναντι στη Ρωσία, μπορεί τώρα να διαπιστώσει ότι έχει γίνει περισσότερο εξαρτημένη από τη Μόσχα, ιδιαίτερα στους τομείς της ενέργειας και της πυραυλικής άμυνας. Η Ρωσία πιέζει την Τουρκία να γίνει σημαντικός προμηθευτής φυσικού αερίου στη νοτιοανατολική Ευρώπη και έχει επιτύχει μια κυρίαρχη και αυτόνομη θέση για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από πυρηνικά στην Τουρκία. Και αγοράζοντας ρωσικά πυραυλικά συστήματα S-400, η Άγκυρα έχει στερηθεί από ανώτερα συστήματα προέλευσης του ΝΑΤΟ και το αμερικανικής κατασκευής μαχητικό F-35 stealth.
Μέχρι τώρα, έχει αξιοποιήσει αποτελεσματικά τη γεωγραφική της θέση, μια μεγάλη οικονομία, νέες ικανότητες στην αμυντική βιομηχανία και ενισχυμένες δυνατότητες προβολής δύναμης, για να ακολουθήσει μια φιλόδοξη και διεκδικητική εξωτερική πολιτική. Τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιήθηκε στο Ιράκ, τη Λιβύη, την Παλαιστίνη, τη Συρία, την Ουκρανία και την Ανατολική Μεσόγειο. Πιο πέρα, στα Δυτικά Βαλκάνια και την Υποσαχάρια Αφρική, η Τουρκία αύξησε το εμπόριο και τις επενδύσεις, επέκτεινε κατά πολύ το δίκτυο των Turkish Airlines, ανέπτυξε τη διπλωματική και πολιτιστική της δέσμευση και εισήγαγε στρατιωτική συνεργασία.
Σε εννοιολογικούς όρους, η Άγκυρα τόνισε ότι δεν ήθελε να περιορίσει τις εξωτερικές της σχέσεις στους παραδοσιακούς δυτικούς συμμάχους της – τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ – αλλά μάλλον προσπάθησε να τις διαφοροποιήσει σύμφωνα με τα συμφέροντά της. Η κίνησή της να ενταχθεί στην ομάδα των κρατών BRICS, την οποία επαίνεσε αμέσως το Κρεμλίνο, είναι το τελευταίο παράδειγμα αυτής της στρατηγικής και στο πλαίσιο αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η συνάντηση του Ερντογάν με τον Πούτιν στο Καζάν της Ρωσίας. Η συνεχιζόμενη συμφιλίωση με την Αίγυπτο και η συμμετοχή του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν σε πρόσφατη άτυπη υπουργική συνάντηση της ΕΕ αποτελούν επίσης μέρος αυτής της πολύπλευρης προσέγγισης.
Η επόμενη μέρα
Ωστόσο, ορισμένες από τις πρόσφατες θέσεις της Άγκυρας έχουν προκαλέσει σημαντική δυσφορία στους δυτικούς συμμάχους της. Η ηγεσία της Τουρκίας λαμβάνει ολοένα και πιο ισχυρές θέσεις στη σύγκρουση Χαμάς-Ισραήλ, κηρύσσοντας την πρώτη «όχι τρομοκρατική οργάνωση αλλά ομάδα απελευθέρωσης» και προσχωρώντας στο Διεθνές Δικαστήριο της Δικαιοσύνης στην υπόθεση γενοκτονίας κατά της δεύτερης. Στα τέλη Ιουλίου, ο Ερντογάν αναφέρθηκε ακόμη και στην αποστολή στρατευμάτων για να υπερασπιστούν τη Γάζα ενάντια στο Ισραήλ. Όποια και αν ήταν η εγχώρια λογική τους, οι θέσεις ανέτρεψαν τη δεδηλωμένη φιλοδοξία της Άγκυρας να ενεργήσει ως ενδιάμεσος στις διαπραγματεύσεις για τους ομήρους και μια πιθανή κατάπαυση του πυρός, αφήνοντας στην Αίγυπτο, στο Κατάρ και στις ΗΠΑ τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Ο νέος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε θα επιδιώξει σαφήνεια σχετικά με την πραγματική ανάμειξη της Τουρκίας στις επιχειρήσεις καθησυχασμού της συμμαχίας στην ανατολική πλευρά της. Ένα επιπλέον ζήτημα είναι η αυξανόμενη ανάμειξη της Ρωσίας στον μη στρατιωτικό πυρηνικό τομέα της Τουρκίας, με τον σταθμό ηλεκτροπαραγωγής Akkuyu να κατασκευάζεται, να ανήκει και να λειτουργεί από τη ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom, και μια επικείμενη προσφορά για ένα δεύτερο εργοστάσιο.
Ομοίως, οι προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ που θα πραγματοποιηθούν στις 5 Νοεμβρίου, με ισχύ τον Ιανουάριο του 2025, θα επηρεάσουν αναπόφευκτα τη σχέση με την Άγκυρα. Αυτές οι αλλαγές και οι διαρκείς συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία συνθέτουν ένα πλέγμα αβεβαιοτήτων για τη διπλωματία της Άγκυρας. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι πιθανό η ηγεσία της Τουρκίας να διατηρήσει την τρέχουσα τροχιά της εξωτερικής της πολιτικής όσο μπορεί να παραμείνει σε ίση απόσταση από τις δυτικές δυνάμεις και τη Ρωσία χωρίς να υποστεί τρομερές οικονομικές συνέπειες ή συνέπειες για την ασφάλεια.